Λεκτικό υβρίδιο εκ του ελληνικού «λιώμα» και του αγγλικού «lost».
Περιγραφικό καταστάσεως κλασμεντέν.
- Λιοστ, ρε πούστη μου... -Έαε!...
Got a better definition? Add it!
Published 2009-02-05 19:28:49+00:00 Last modified 2009-03-14 20:29:04+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.