Ο αχρείος, κακοήθης παλιάνθρωπος.
«Τομάρι» βγαίνει από το «τόμος»-«τομάριον», το οποίο απ' το «τέμνω», οπότε σημαίνει το δέρμα που έχει κοπεί και κατεργαστεί με ορισμένο τρόπο. Κι έτσι κατέληξε να σημαίνει τον παλιάνθρωπο, γιατί τομάρι είναι κάποιος που δεν είναι παρά δέρμα και τίποτα άλλο.
Επίσης, «φιλοτομαρισμός» είναι να θέλεις να σώσεις το δέρμα σου με κάθε κόστος. Ομοίως χρησιμοποιούμε το «σαρκίο» αντί ανθρώπου υποτιμητικά και το «τρύπα» αντί της γυναίκας.
Ευχαριστίες στον Πάνο2 για λήμμα.
Πέρι: Μην τον κάνεις παρέα αυτόν, είναι παλιοτόμαρο.
Βάγγελας: Τέτοιοι, ναι τέτοιοι μ' αρέσουν.