1. Εντάξει, αυτός που τον έχει μεγάλο.

Δείτε όμως και τι άλλες ερμηνείες δίνει ένα παλιό λεξικό (Δημητράκου, 1959). Αντιγράφω:

  1. Άνθρωπος αντοχής

  2. Γενναιόκαρδος

  1. Μαλάκα, τερμάτισες τον Μαραθώνιο;! Είσαι και γαμώ τους πουτσαράδες!

  2. Το μόνο σίγουρο που έχω να πω για τον καλό μου είναι ότι είναι μεγάλος πουτσαράς.

Ριχάρδος ο Πουτσαρόκαρδος (από Khan, 07/05/10)

Δες και -άρας, -αράς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουτσαράς και πουτσαρίνα (δεν έχει σχέση με Ρωσία κλπ) είναι χαϊδευτικά που χρησιμοποιούν οι γιαγιάδες στην Καρδίτσα για τα μικρά αγοράκια (πουτσαράς) και κοριτσάκια (πουτσαρίνα) μέχρι 4 χρονών.

Πουτσαρά μου έλα εδώ, έλα να σε αλλάξει η γιαγιά...

στο 2.30 (από jesus, 06/07/11)

Δες και πουτσί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified