#1
poniroskylo

in χέζω

Ζαγοραίος, πράγματι ... έλειπε το λήμμα.

Το χέσιμο - όπως και το ξέχεσμα - μπορεί να το φάω, ενίοτε, όμως, το ρίχνω κιόλας.

Σε ό,τι αφορά τον ρόλο του προθέματος ξε- στο χέζω και το ξεχέζω, είναι, βέβαια, το επιτατικό ξε- που απαντάται επίσης στο ξεψώλι, το ξεκωλώνομαι και το ξεκατινιάζω και που δεν πρέπει να συγχέεται με το στερητικό ξε- που βρίσκουμε στο ξεβρακώνομαι, το ξεξαπλώνω και την ξεβιδωμένη κουράδα.

#2
poniroskylo

in σαρανταποδαρούσα

Πολύ ωραίο, γκατζ. Και εκείνο το τής πήρα συνέντευξη. Δεν το λέω τυχαία είναι όλα τα λεφτά.

Αναρωτιέμαι, ωστόσο, μήπως θάπρεπε να είναι δύο χωριστοί ορισμοί - ένας για την σαρανταποδαρούσα ως μεταφορά για τα επιχειρησιακά κυκλώματα κλπ και ένας για την σαρανταποδαρούσα ως το τσιπάκι με τους πολλούς ακροδέκτες. Αυτό το τελευταίο είναι προχώ επαγγελματική αργκό και θα του άξιζε νάναι μόνο του.

Αυτό το ζήτημα με την συνενωση πολλών και διαφορετικών, συχνά ετερόκλιτων, ορισμών είναι γενικότερο και το θέτω προς προβληματισμό.

#3
poniroskylo

in σφάλιαγκας

Το ξέρει κανείς άλλος αυτό; Το μόνο μέρος που το βρήκα είναι εδώ, στο λεξικό από το www.tzedes.gr και λέει ότι σημαίνει αράχνη.

#4
poniroskylo

in ρίχνω τον οβολό μου

Λέγεται και το καταθέτω τον οβολό μου = λέω τη γνώμη μου και, ειρωνικά, κατέθεσε τον οβολό του = την είπε τη μαλακία του. Ενδιαφέρουσα και η αντιπαραβολή με το ίδιας σημασίας αμερικάνικο to put in my two bits' worth, όπου two bits = one quarter, 25 σεντς, και αρχικά το πρώτο, μίνιμουμ ποντάρισμα στο πόκερ.

#5
poniroskylo

in μπλιαχ

#6
poniroskylo

in αρνητικό μυαλό

Πολύ καλό.

#7
poniroskylo

in σορολόπ

[I]Αλητάκι Μπατιράκι

Στίχοι: Ντίνος Δημόπουλος
Μουσική: Νίκος Μαμαγκάκης
Πρώτη εκτέλεση: Αλίκη Βουγιουκλάκη[/I]

Ένα δύο τρία οπ
τό 'ριξα στο σορολόπ
τέσσερα πέντε έξι επτά
κι η τσέπη άδεια από λεφτά

Αλητάκι μπατιράκι
μες στους δρόμους τριγυρνώ
σήκωσα το μπαϊράκι
δεν με νοιάζει κι αν πεινώ

Ένα δύο τρία οπ
ταξιδεύω μ'οτοστόπ
τέσσερα πέντε έξι επτά
στην ζούλα κόβω και λεφτά

Αλητάκι μπατιράκι
κι αν ξυπνήσει κι η καρδιά
δεν το βάζουμε μεράκι
έξω φτώχεια ρε παιδιά

Κράτα την ζωή στα όπα
και τραγούδα διαρκώς
μη σε νοιάζει - δεν σου τό 'πα;
έχει ο Θεός

Από την ταινία Η αρχόντισα και ο αλήτης (1968)

#8
poniroskylo

in κούτελο

Δεν έχει σχέση με τα κέρατα; Δηλαδή, απουσία κεράτων = καθαρό κούτελο και, αντιστρόφως, ο κερατάς δεν έχει μέτωπο στην κοινωνία - σχετικά και τα κάνε πίσω τα μαλλιά σου να φανούν τα κέρατά σου, τον/την έκανε τάρανδο.

#9
poniroskylo

in καίω τη βάτα

Από την άλλη, όμως, η λέξη βάτα δεν έχει καμμία απολύτως σχέση ούτε με τον Μωυσή ούτε με τους φλεγόμενους θάμνους. Προέρχεται από το ιταλικό ovatta=απορροφητικό βαμβάκι, Watte στα Γερμανικά. Παρόμοιο και το αγγλικό wad το οποίο ίσως να έχει κοινή ρίζα με τα wool, woole.

Φαντάσου, δηλαδή, να μην το έλεγε και συγκαλυμμένα ... :-)

#11
poniroskylo

in κουκλεντές

Θα έλεγα ότι προέρχεται από το κούκλος + κουτεντές, δλδ ωραίος αλλά βλάκας, αφελής

#13
poniroskylo

in διακομιστής

Και γιατί δεν το φτιάχνεις εσύ, gatz; Να καταλάβουμε και κάτι.

#14
poniroskylo

in διαλέμπαμεσασου

Ναι μεν, αλλά:

α) είναι τέσσερις λέξεις στην οικονομική συσκευασία της μιας
β) είναι Επτανήσιοι

Να δεις που τώρα θα πει στον μπαμπά Του να ρίξει φωτιά να με κάψει.

#15
poniroskylo

in διαλέμπαμεσασου

@Mes Ανάλογη απορία για τον τονισμό είχα κι εγώ με αφορμή το λήμμα εμπαστακώθηκενε και είχε γίνει τότε διεξοδική ανάλυση. Δες τα σχόλια.

#16
poniroskylo

in καληνυχτάκιας

Όντως, υπάρχει στο Λεξικό της Πιάτσας του Καπετανάκη αλλά ως καληνυχτάς. Παραθέτω τον ορισμό - τιμής ένεκεν και έχει και πλάκα. Δυστυχώς, δεν έχω πολυτονικό.

Καληνυχτάς, ο = Ο φανταστικός κατακτητής. Αυτός που συνοδεύει στερεοτύπως τας κυρίας μέχρι της εξωθύρας της οικίας των, έξωθι της οποίας, εισπράττει από τας συνοδευομένας. εν ευγενές «Μερσί, Καληνύχτα σας» αντί των εξόδων της εσπέρας τα οποία ανελιπώς αυτός πληρώνει, και μένει σαν στήλη άλατος. Ο πιανόμενος κορόϊδο από τον έξυπνο και πονηρό θηλυκόκοσμο. «- Εσύ τώρα, τον βλέπεις αυτόνε με τις δυό γκομενίτσες και νομίζεις ότι είναι Δον-χουάν, κι αυτός ο φουκαράς είναι Καληνυχτάς

Η πρώτη έκδοση του Λεξικού της Πιάτσας είναι το 1950.

#17
poniroskylo

in χαμπάμπαλος

Και Χαράμπαλος - είναι το πιο συνηθισμένο.

#18
poniroskylo

in αντάμης

Στα τούρκικα adam είναι ο άντρας - και ο άνθρωπος, γενικά. Επίσης, ο καλός ανθρωπος.

#19
poniroskylo

in νταρουνταντράμ

Από το τραγουδι «Η Παλιοπαρέα» του Ζαμπέτα

Ένα μάτσο φιλαράκια στο μικρό τον καφενέ
επαιρνούσαμε την ώρα με κουβέντα και καφέ
πάνε πέρασαν τα χρόνια στην ζωή του καθενός
και από την παλιοπαρέα ένας μας δεν πήγε εμπρός
και νταρουντανταντραμ και νταρουντανταντραμ
χάσαμε το αρεοπλάνο το βαπόρι και το τράμ
και νταρουντανταντραμ και νταρουντανταντραμ
χάσαμε το αρεοπλάνο το βαπόρι και το τράμ

Δυστυχώς δεν μπόρεσα να το βρω στον συσωλήνα

#20
poniroskylo

in γίβεντο

Ίσως από το τούρκικο güvensiz = ανασφαλής, αναξιόπιστος. Με κάθε επιφύλαξη. Ο Ανδριώτης το ετυμολογεί από το gibet = σταυρός, στα Γαλλικά του Μεσαίωνα.

#21
poniroskylo

in μπανγκ / bang

Το δονητάρι, αν λέγεται έτσι, πρέπει ν' ανέβει χωριστά.

#22
poniroskylo

in νυστερία

5+5=10

#23
poniroskylo

in ρουμπώνω

Έτσι. Πολύ κατατοπιστικό. Το λεξικό του Ιδρ. Τριανταφυλλίδη δίνει το ρούμπος=ανεμολόγιο, από κει το βρήκα. Προφ, ο ορισμός τους είναι ελλιπής.

Κορυφαίο!!!

#25
poniroskylo

in ρουμπώνω

Σωστός, έλειπε το λήμμα.

Σημειώνω ότι οι λέξεις ρούμπος και ρουμπώνω έχουν και άλλες σημασίες που μπορεί να έχουν ή να μην έχουν σχέση με την χρήση που έχουμε εδώ και την αναφορά στη νίκη, την κατατρόπωση. Συγκεκριμένα:

  1. Στη ναυτική ορολογία, ρούμπος είναι το ανεμολόγιο.
  2. Ρούμπος είναι και η αμάδα, ας πούμε, στα πεντόβολα - δες εδώ.
  3. Στη Λευκάδα, ρουμπώνω σημαίνει χλαπακιάζω και ερούμπωσα σημαίνει χόρτασα - δες εδώ.
#26
poniroskylo

in δόγκας

Ο Δόγης στα Ιταλικά είναι doge, όχι dogas.

Νομίζω ότι η συσχέτιση του Δόγη με τη δόγα-ντόγα-δούγα-ντούγα, αν και ευρηματική, είναι παρατραβηγμένη (Υπήρχε και ως σχόλιο στον άλλο ορισμό του δόγκας). Η δογα-δούγα, η κυρτή σανίδα του βαρελιού, ετυμολογείται από το λατινικό doga που σημαίνει δοχείο. Ο Δόγης, από την άλλη, προέρχεται από το λατινικό dux (εξ ου και δούκας), που ήταν ένας ανώτερος αξιωματικός στις Ρωμαϊκές λεγεώνες. Το δε dux προέρχεται από το ρήμα ducere που σημαίνει ηγούμαι, οδηγώ.

Επίσης, κι εγώ, όπως ο gatz, δεν μπορώ να πω ότι κατάλαβα τη σλανγκ σημασία του δόγκας. Τι θα πει, Δόγης; Πότε το λέμε αυτό;

#27
poniroskylo

in τσιμπουκοδρομίες

Σχετικό είναι και αυτό: πίπα-γύρο

#28
poniroskylo

in πουστρίνγκ

Πούστρινγκ ή πουστρίνγκ;

#29
poniroskylo

in στενός κορσές

Σχετικό, ειδικά στις σημασίες 4 και 5 είναι και αυτό: επίδεσμος.

Η ταινία στην οποίαν γίνεται αναφορά στο παράδειγμα είναι «Ο Ατσίδας» και η σχετική φράση είναι: το στρίβειν δια του αρραβώνος

#30
poniroskylo

in μπουρέκλα

Κολλάει στο μπουρί ή στο μπουρέκι;