Ναι, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι ο πεοθηλασμός, αν αυτό εννοούσες. (Αν όχι, ζητώ συγνώμη) Εδώ πρόκειται για την πίπα της ειρήνης που κάπνιζαν οι Μοϊκανοί, θρυλική Ινδιάνικη φυλή, που ζούσε κυρίως στον Καναδά. Όπου, ως γνωστόν ζουν και οι κάστορες. Οι Μοϊκανοί θεωρούσαν ότι οι καλύτερες πίπες γινόταν από κομμάτια ξύλου τα οποία οι κάστορες, μεγάλοι μάστορες σ'αυτά, είχαν κατεργασθεί και λεπτύνει, βασικά, για να τα χρησιμοποιήσουν στις φωλιές του. ΑΑΤΑ.
Ναι. Πάω να το βγάλω αμέσως από το πρόχειρό μου.
Καλά, είναι δυνατόν το αμαρτωλό να αρκεσθεί σε έναν; Έξ όσων έχω ακούσει, με τον Θανάση έχει αίσθημα κα θέλει ν'ανοίξει σπίτι (δες εδώ), τον Περικλή τον έχει για να του τα παίρνει (δες εδώ και εδώ) και τον Βαγγέλα προφανώς για να τη δέρνει. Τους Σλάνγκους Δράκους τους παίρνει συστηματικά παρτούζα, όπως άλλωστε λέει και εδώ
Έχει συζητηθεί το θέμα. Δες εδω: πινέλο
Γαμάτο, χαλ. Δεν το ήξερα αλλά το νιώθω.
Δες και αυτό: είσαι/ είναι για τον Αχιλλέα. Προχωρημένο.
ναι. γνωστό πονηρόσκυλο. τίποτα δεν του ξέφευγε.
Εμ, πέστο για ... :)
Δες επίσης και τσουρέκι, τσουρέκια (τα κάνω κάποιου), μας τά 'χεις κάνει νταούλια
Ή, ο παπάς του Άρη; Μη γελάτε ... ο ΠΑΟΚ πάντοτε έχει έναν δικό του παπά - δείτε τα κλιπς για την φετινή έκδοση. Και παλιότερα - δεκαετίες '60-'70 - υπήρχε, βέβαια, ο Παπα-Παοκάρας. Ήταν ο εφημέριος της Αγίας Βαρβάρας, της εκκλησίας που βρίσκεται 200 μ. από το γήπεδο της Τούμπας ο οποίος δεν έλειπε από ματς και ο οποίος είχε επίσης πάρει εργολαβία τους αγιασμούς στην αρχή της σαιζόν και πάσης φύσεως εγκαίνια, ξόρκια και ευχέλαια. Και δεν μπορώ, γαμώτο, να θυμηθώ πώς τον λέγανε.
Τέλειο λήμμα. Αλλά, βέβαια, τι άλλο θ'άξιζε στη Λίλιαν; Η Λίλιαν. Η Λίλιαν μας.
Άξιος. Κουνάω την ουρά από τη χαρά μου.
Τι είπες τώρα, αρχηγέ ...
Μμμμ ... το πόνι δεν θα τόλεγες κακό ... και υποθέτω ότι κλίνεται κατά το πιόνι, το βαγόνι και το καδρόνι αλλά, ρε πστ, στη γενική δεν λειτουργεί ... του πονιού θυμίζει πιο πολύ ο Μορφονιός, του Μορφονιού του πόνιου πάει κατά το ο Νιόνιος, του Νιόνιου ... και του πονίου, στην καλύτερη περίπτωση, είναι σαν το Ιόνιο, του Ιονίου.
Σχετικό και το παίζω μπάλα, ιδιαίτερα ως προτροπή --> παίξε μπάλα, ρε ... σε παίρνει.
Δες και τζιτζιλόνι
Μικρή έως καμμία. Νομίζω ότι επί τούτου η έκφραση δεν βγάζει νόημα, έτσι συμβατικά, ακριβώς για να υπογραμμίσει ότι και αυτά που λέει ο άλλος στερούνται νοήματος. Σκέψου το ως κοντρ-ρελάνς στη μαλακία. Αν βέβαια είμαστε υποχρεωμένοι να δώσουμε ερμηνευτική εξήγηση, ίσως να λέγαμε ότι τονίζει πόσο ελάχιστα αξίζει το μυαλό του συνομιλητή μας - μια λίρα το πολύ (Τούρκικη, εννοείται, όχι χρυσή) και, άντε άμα πρέπει να βάλω και κάτι παραπάνω - ορίστε, του μπογιατζή ο κόπανος ... αντικείμενο χοντροκομμένο και ευτελούς αξίας. Λέμε τώρα.
Το παράδειγμα είναι πολλών αστέρων.
... και ελιές ... ξέχασα τις ελιές προηγουμένως ...
Υπάρχει βεβαίως και η γνωστή Ναπολιτάνικη συνταγή spaghetti alla puttanesca - κυριολεκτικά, δηλαδή, η μακαρονάδα της πουτάνας. Είναι με σάλτσα ντομάτα η οποία γίνεται με ελαιόλαδο, σκόρδο, ξερές καυτερές πιπερίτσες, κάπαρη και αντσούγιες.
Η πλερέζα, κατά κυριολεξία, είναι το λεπτό μαύρο πέπλο, το μαύρο αραχνοϋφαντο μαντήλι, με το οποίο μια γυναίκα που πενθεί σκεπάζει το κεφάλι και ίσως και το πρόσωπο. Η προέλευση είναι από το γαλλικό ρήμα pleurer που σημαίνει κλαίω.
Έτσι όπως το είπε ο ομοούσιος είναι ... έχει πάρει λέβελ το σάιτ ... το σκεφτόμουν μέρες τώρα και δεν έβρισκα πώς να το πω.
Σκέψου το ωςς «α μα γειά σου». Δλδ, Α-κενό-ΜΑ. Πώς λέμε «α μα πια, μ' έσκασες!».
Μπασματζής παλιότερα σήμαινε υφασματοπώλης. Είναι από το τούρκικο basmaci. Basma στα Τούρκικα σημαίνει, μεταξύ άλλων, το εμπριμέ, το σταμπωτό βαμβακερό ύφασμα. Μπασμάς στα Ελληνικά είναι και μια συσκευασία φύλλων καπνού αλλά και μια ποικιλία καπνού εξαιρετικά αρωματικού από την Ξάνθη.
Δεν την χρησιμοποιώ τη λέξη αλλά νομίζω ότι παραπέμπει στη μυτιά. Βασικά, το μύτινγκ είναι κόκα πάρτυ.
Τα σέβη μου. Εξαιρετικό.
Βράσταμ, διν ιέχου λλόϊα.