Ο «ο μη πη μεν ων πη δε μη ων»;!... Τί σημαίνει αυτό το πράμα;... Το πη υποτακτική του λέω;
Αυτό που λέμε συνήθως δελφίνι δηλαδή (δείτε κι' αυτό).
Στο κλιπάκι που ανέβασα, ξυλοκόπος ντράμερ με τη θετική έννοια που δίνει ο Αμπάς (κατα τ' άλλα βέβαια άσ' τα να πάνε...).
[I]— Πώς πάει ρε Πίπη με τις γκόμενες;
— Πώς να πάει ρε Μίμη, μουνί τα 'χω κάνει.
— Γι' αυτό σου λέω ρε φίλε, ν' αλλάξουμε στρατόπεδο...
— Γιατί, για να τα κάνουμε και κώλο;[/I]
Του «όπου γής πατρίς»...
Παρεμπιπτόντως, φίλε ή φίλη εννιά, για τέτοιες ακριβώς περιπτώσεις (αν είν' αβέβαιος κανείς για μια λέξη-φράση και τη σημασία της) παίζει και το δουπού.
Μέτρησες!...
Μ' άλλα λόγια, μπετατζή, κάνε το ψυχικό κι' ανέβασέ το... :-Ρ
Επίσης:
Αν σε πιασουν στα χερια τους ; Μεχρι και peeling θα σου κανουνε φουκαρα μου . Γιαυτο χαλαρωσε και μπες στη σειρα ακους ; Που θελεις να εκφραζεσαι κιολας ! Αχαϊρευτε ! (απο δώ)
Ναί ε;... Εγώ δέν νομίζω να τό 'χω ακούσει, αλλα όντως ακούγεται. Παραδείγματα απ' το νέτι:
[I]1. Άντε βρε κοριτσάκι μου, που πας και δίνεις λουλουδια στον αστυνομικό. Αλλα, στην ίδια μοιρα είσαι και εσυ και ο αστυνομικός. σου είπαν κάτι, το έκανες. Δε πειράζει. θα χαλαρώσεις και θα μπεις στη σειρά και εσυ. (απο δώ)
Μπέτα, με τί σημασία τό 'χεις εσύ;
;...
[μα γιατί όλοι με κοροϊδεύουν εδωμέσα;...]
Από τα πιό χαρακτηριστικά παραδείγματα, θα έλεγα, παλαιοελληνισμών που επιβιώνουν αποκλειστικά σε αργκοτικό ύφος. Το γέλωτας αντί για γέλιο θυμάμαι να το ακούω κατακόρον απο τότε που το πρωτακούσαμε στ' αρχαία του λυκείου και μετά, και σε κάθε λογής παρέες (ατόμων που πήγαιναν σχολείο).
Αυτά τα λήμματα καλό ειναι να τα ξετρυπώνουμε σιγά-σιγά, κατα τη γνώμη μου.
Γιατί όχι;... Είναι μιά αρκετά εδραιωμένη παροιμιώδης φράση της καθομιλουμένης εδώ και χρόνια (και μή λεξικογραφημένη).
Αναρωτιέμαι πιχί τι λέγαν οι αρχαίοι έλληνες για τη λύρα τους. Τί λέν οι αρχαιογνώστες;
Η σύνδεση μουσικών οργάνων με το γυναικείο σώμα είναι νομίζω πολύ παλιά. Αξίζει μιά μικρή έρευνα πλάξ-πλάξ επαυτού.
Που λειτουργεί καλύτερα ως ησυχία, τάξη κι' ανασφάλεια... :-Ρ
Λειτουργεί καλύτερα ως μείν' ανήσυχος (διατηρείται το μέτρο του μείνε ήσυχος).
Πλάκα-πλάκα ρε Μουχουσού, απ' αυτό πρεπει να βγαίνει (και άρα να είναι σωστότερος ο Χάν στον ορισμό)...
Ωραίος!... (Είχα ξεχάσει και την κουβέντα στο μελεμενιά.)
Αυτό το άκουσα πρώτη φορά αρχές-αρχές δεκαετίας Ογδόντα, αρχές δημοτικού, μάλιστα στη Βέροια. Μετά το δημοτικό δέν θυμάμαι να το πολυάκουγα.
Και προσωπικά, όντως, πάντα καταλάβαινα μελάτος ίσον «με μέλι» που είναι πιό κυριολεκτικό απο το μελάτος ίσον «σάν μέλι». Είναι και λογικό το παιδί να πιάνει την κυριολεξία παρά την παρομοίωση: «να φάς σκατά περιχυμένα με μέλι», και καλά οτι είναι κάποιο γλυκό δηλαδή, οτι ξερωγώ είσαι πολύ χαζός και θα ξεγελαστείς απ' το μέλι· κάτι τέτοιο· κάργα παιδική κοροϊδία. Ακριβώς όπως θά 'λεγα παιδικό και το ανέκδοτο: «—Τί θα φάμε; —Σκατά με ρύζι. —Μπλιάχ! το σιχαίνομαι το ρύζι».
Μή μασάς Χάρη, οι περισσότεροι την έχουμε πατήσει έτσι. Κι' αν μή τι άλλο, το ν' ανεβάζεις κάτι που ήδη υπάρχει δείχνει οτι είσαι στο σωστό σάιτ.
Και καλωσήρθες.
Εκτός απ' τα 3 και 4, σε ηλεκτρονικά παιχνίδια, η μάνα μιας πίστας είναι ο τελευταίος (και δυσκολότερος) αντίπαλος που πρέπει να νικήσεις για να περάσεις πίστα.
Μ' αυτήν ακριβώς την έννοια, θά 'λεγα οτι το άκουγα δεκαετία ογδόντα περίπου, και πολύ συχνά (χάρη στην ακόμα ψυχροπολεμική περίοδο υποθέτω). Ωραίος.
Εεεέτσ'... Σε είδα που το ψιθύρισες εκεί και το τσίμπησα με τη μία αμα λάχει να 'ούμ'...
Φύγε ρε!... Μας δουλεύετε που μας δουλεύετε που έχουμε παύλες, νά 'χουμε και άλλα με χήρες κι' ορφανά θελεις τώρα;
Σωστός...
Σε συμφραζόμενα στοιχειοθεσίας, ορφανή αράδα είναι η πρώτη αράδα παραγράφου που ξεκινάει στο τέλος της σελίδας, ενώ υπάρχει και χήρα αράδα, η τελευταία αράδα παραγράφου που ξεκινάει όμως νέα σελίδα (δείτε εδώ).
Σωστός ο (η) ντουντούν με το λήμμα, απ' τα πιό κλασικά λογοπαίγνια.