Νομίζω ότι είναι λεξιπλασία του Νίτρο, Κωστόπουλος κι έτσι, το οποίο δεν μειώνει την αξία της...
Καταπληκτικό! Το αστείο είναι να βλέπεις και τους ζεν πρεμιέ γκόμενους (ο Θεός να τους κάνει!) εκείνων των εποχών να κυκλοφορούν με παντελόνι ζιβάγκο. Λ.χ. έβλεπα την «Στέλλα» πρόσφατα κι ο Αλεξανδράκης ήταν κανονικότατα με παντελόνι ζιβάγκο που τού 'σφιγγε τις μασχάλες!
Ετς!
<η Λιλιάδα εξελίσσεται σε πραγματική Ιλιάδα με δύο επίπεδα θεώνε τε και ανθρώπωνε...>
Αυτή είναι και η διαφορά του απλού Σλάνγκου απ' τον καβουροσλανγκόσαυρο!
<Μην ξεχνάμε ότι το Λίλιαν είναι σπουδαγμένο στο Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ, βλ. σχόλια στο Λήμμαν Brothers>.
<Αδοκίμως, συνέχισα ο ίδιος, προκειμένου να κλείσω την Περιάδα, ώστε να επικεντρώσουμε στην Λιλιάδα. Δεν θα το ξαναπαναλάβω πάλι... :)>...
...η σκιά, που ολοένα πλησίαζε τον Πέρι, καθώς αυτός πάσχιζε να απαλλαγεί από το βάρος του αλεξίσφαιρου γιλέκου, που κινδύνευε να τον πνίξει... Μια απειλή για τον Πέρι; Ή μήπως όχι; Μια ευμενής θαλάσσια θεότητα ήταν μάλλον... Έσπευδε τώρα να σώσει τον Πέρι, βγάζοντας του το αλεξίσφαιρο, που λίγο ακόμα και θα μετατρεπόταν στον επιθανάτιο βρόγχο του... Ένας νηρέας του αφρικανικού πελάγους, ήταν, που τον κρατούσε τώρα στα στιβαρά του μπράτσα, σαν να επρόκειτο για ένα εύθραστο ερωτικό του παίγνιο.
«Σε ποιον οφείλω την σωτηρία μου;» ψέλλισε ο καταπονημένος Πέρι, καθώς ο άγνωστος σωτήρας του έβγαινε από τα σμαράγδινα νερά σαν μια Ούρσουλα Άντρες.
«The name is Vas», είπε ο άγνωστος. «Paraskevas, vas vas».
Τα αγγλικά του ήταν σπαστά. Αλλά δεν χρειαζόταν να πει τίποτα άλλο. Η γλώσσα της αγάπης εξήγησε όλα τα υπόλοιπα στην ευαισθησία του Πέρι. Κατάλαβε γρήγορα ότι ο Παρασκευάς ήταν ένας ιθαγενής δύτης, που περνούσε την μέρα του κυνηγώντας λούτσους. Αχ, τι ωραία ζωή! Στην σπηλιά που τον οδήγησε αργότερα ο Παρασκευάς (εκτός από δύτης, ήταν και τρωγλοδύτης), του έμαθε να ξεχωρίζει τον δρόγκο απ' τον λούτσο. «Οι λούτσοι δεν μας ενδιαφέρουν, παρά μόνο για λίγη διακέδαση και ένα δευτερεύον παίγνιο. Άλλωστε αφθονούν στη Ναμίμπια. Τους δρόγκους είναι που κυνηγάμε», έμοιαζε να λέει το αυλακωμένο απ' την αρμύρα πρόσωπο του Παρασκευά. Ο Πέρι φανταζόταν από τώρα την ονειρεμένη ζωή που θα ζούσε με τον Παρασκευά στις ακρογιαλιές της Ναμίμπιας, μια καθημερινότητα στην αναζήτηση του δρόγκου του επιούσιου, μια ζωή, όπου δεν θα υφίστατο τις προσποιήσεις του πολιτισμού... Θα ήταν ο εαυτός του.
«Αργκ!», η κραυγή οδύνης του Παρασκευά διέκοψε το γαϊτανάκι σκέψεων του Πέρι...
Αυτός διαπίστωσε ότι ο Παρασκευάς (ένα μέλος του τουλάχιστον) μόλις είχε χτυπήσει στην ζώνη αγνότητας, που του είχε χαρίσει ο Βάγγουρας.
Ο Πέρι την ξεκλείδωσε (είχε προλάβει να σουφρώσει το κλειδί από τον Βάγγουρα πριν πέσει απ' το αεροπλάνο) και την πέταξε στα κοράλινα νερά του ναμιμπιανού πελάγους. «Όλα αυτά ανήκουν πια στο παρελθόν», ψιθύρισε στον Παρασκευά με αυτοπεποίηθηση για τη νέα βιοτή που του χαμογελούσε.
Στο μεταξύ μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα στα βορειοανατολικά, το παρελθόν του Πέρι, έπαιρνε κύψεις κάτω από τον Νώντα, προς τέρψιν μερικών ηδονοβλεψιών οπαλάκηδων.
«Θες να δοκιμάσεις τα νέα προφυλακτικά μου με γεύση ντομάτας;», της ψιθύρισε πονηρά ο Νώντας στο αυτί.
«Μαζί με την φέτα και το αγγούρι μου, θα φας σωστή χωριάτικη σαλάτα! Μουαχαχάχα».
Το Λίλιαν έπρεπε να συνηθίσει στο κυνικό χιούμορ του Νώντα. Ναι, ήταν από τους τύπους, για τους οποίους το σιφ δεν αποτελούσε εξευτελισμό, αλλά κάτι που έπρεπε να υπομείνει η παρτενέρ για να ευχαριστήσει τον μερακλή κύρη της. Καθώς κατάπινε την «χωριάτικη» το Λίλιαν σκεφτόταν αν ο Νώντας ήταν πράγματι καλύτερος από τους προηγούμενους άντρες της ζωής της. Είχε ανάγκη από μια συζήτηση. Όταν ξαφνικά μία από τις παραδίπλα προσκεκλημένες της κηδείας ανασήκωσε το βέλο της κι αποκάλυψε...
Για να ολοκληρώσω τον ετυμολογικό μου προβληματισμό, η αρχική σημασία της λέξης λόχος, είναι ο τόπος αναμονής. Από εκεί η λέξη σήμανε το στρατιωτικό σώμα που περιμένει σε ενέδρα, οπότε έχουμε τα λοχίας, λοχαγός, επιλοχίας, ελλοχεύω, αλλά και Αμφιλοχία και Αμφιλόχιος (=ο ενεδρεύων από δύο μεριές). Αλλά και το κρεβάτι, όπου την αράζεις περιμένοντας, δηλαδή λέκτρον = κρεβάτι, λέχομαι = ξαπλώνω, λεχώνα και λοχεία (περιμένεις να σαραντιστείς). Από την ίδια ινδοευρωπαϊκή ρίζα είναι το αγγλικό to lay, το γερμανικό liegen και το γαλλικό lit.
Έξυπνη λεξιπλασία. Η ετυμολογία είναι βέβαια η ίδια: Βωμολόχος = αυτός που λοχεύει = παραμονεύει στους βωμούς για να τους συλήσει. Το λοχεύω (ελλοχεύω) είναι παράγωγο του λόχου, απ' όπου και ο λοχίας.
μου σερβίρεις τον καφέ της παρηγοριάς. Το καλύτερο μέρος κάθε κηδείας άλλωστε. Κι απ' ό,τι βλέπω, μια χαρά εύθυμη χείρα είσαι, μουαχαχά«.
Το Λίλιαν εκνευρίστηκε με το αγροίκο γέλιο του Νώντα. »Γαμώ τα φραπελήμματα, γαμώ το φραπουτσίνο μου μέσα!«, σκέφτηκε. Αλλά ήξερε καλά πως δεν είχε επιλογή. Βρισκόταν στις δύσκολες μέρες του μήνα και η μυρωδιά καμένου ντουί είχε κάνει έναν κιθαρίστα να προσπαθεί να αλλάξει όλες τις λάμπες του καφενέ του νεκροταφείου, ενώ άλλοι 99 κιθαρίστες φώναζαν από κάτω: »Αυτό το κάνω κι εγώ«. Ναι, του είχαν μείνει μόνο η άλλη δίοδος και τα χειροπόδαρα. Άρχισε να μαλάσσει την βάλανο του Νώντα, κι ένιωθε κιόλας το Kavli cheese spray να αλείφεται στα δάχτυλά της σαν λιωμένο κεφαλοτύρι. »Τον τυροβρωμίκουλα«, σκέφτηκε! Πόσες μέρες έχει να πλυθεί! Όχι σαν τον Πέρι μου, που ξύριζε και τις τρίχες και την αρωμάτιζε κι όλη την περιοχή ως την αρχιδοχορεύτρα!». Κι όμως, ήξερε πολύ καλά πως κατά βάθος την ερέθιζε η απλυσιά του Νώντα. Καιρός ήταν πια να νιώσει λίγο βαρβατίλα! Νισάφι με τους παρφουμαρισμένους μετρό και τους στρέι. Επιτέλους, λίγο βρώμικο γαμήσι. Το τυροκομείο του Νώντα αποτελούσε άλλωστε άλλοθι για τα δικά της καφέ. Όμως, η θύμηση του Πέρι ήταν αρκετά νωπή στη μνήμη του Λίλιαν για να μην χύσει ένα καυτό δάκρυ μαζί με τον Νώντα πού 'χυνε τα χοντράδια του. Ήταν άραγε αλήθεια ότι όλα είχαν τελειώσει;
Την ίδια ώρα το σώμα του Πέρι έπεφτε στον ωκεανό στα ανοιχτά της Ναμίμπιας. Ένα άψυχο κουφάρι θά 'λεγε κανείς. Κι όμως λίγες στιγμές αργότερα ο Πέρι ένοιωσε μια αίσθηση που τον αναζωογόνησε. Ήταν το κοπάδι με τους λούτσους. Λούτσοι, πολλοί λούτσοι, χιλιάδες λούτσοι, από το χαρακτηριστικό είδος της Ναμίμπιας έδιναν στον Πέρι μια ελπίδα, έναν λόγο να ζήσει. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να βρεθεί ένας τρόπος να βγάλει από πάνω του το αλεξίσφαιρο που τον έσωσε από τις σφαίρες. Ναι, το φανταζόταν ότι οι παραγωγοί του σαπουνιού θα του κανόνιζαν κάποιο «ατύχημα». Τό χε καταλάβει πως δεν υπήρχε χώρος για έναν άνδρα με τις δικές του ευαισθησίες δίπλα στο Λίλιαν. Θα το έκαναν να φανεί ως «ατύχημα», το δίχως άλλο. Τό ΄χε καταλάβει όμως ο Πέρι και το αλεξίσφαιρο ήταν η μόνη λύση. Και πάλι καλά να λέμε που η δεύτερη σφαίρα εξοστρακίστηκε στον φακό επαφής του. Κι η τρίτη στην ζώνη αγνότητας που τού 'χε φορέσει ο ζηλιάρης Βάγγουρας, και που δεν είχε προλάβει να του την ξεκλειδώσει. Το καταλάβαινε, όμως, κι αυτός πως η σχέση του με το Λίλιαν είχε τελειώσει. Ναι, εδώ ανάμεσα στους λούτσους της Ναμίμπιας, ένιωθε στο στοιχείο του, ήταν ειλικρινής με τον εαυτό του. Μα τι ήταν αυτή η σκιά;
Αν πάντως εξαιρέσουμε το ρατσιστικό, το λήμμα συνεχίζει την ένδοξη παράδοση του γκαυλόισες.
Μου θύμισες έναν αμίμητο διάλογο τρελού που ήταν 20 χρόνια μέσα στον δαφνί, και ταξιτζή που νομίζει ότι ήταν 20 χρόνια μέσα στον Κορυδαλλό. Κι οι δυο είναι ο Χάρρυ Κλυνν- Μέηντ ιν Γκρης.
Υπάρχει μια κατηγορία φίλων, πολύ εκνευριστική, που ό,τι πας να τους πεις, σου λένε «ναι, κλασικά», «ναι, ο κλασικός τάδε τύπος», «ναι, η κλασική συμπεριφορά», «ναι, η κλασική τύπισσα» κ.ο.κ., το οποίο και απεχθάνομαι...
Εύρηκα! Βρήκα τρόπο να καθαρίσω το κούτελό μου από την πουστιά και να έχει ο πούστης την γνήσια 400άρα που του αξίζει.
Περιμένουμε τον ντερτιτωκιλή.
Χότζα, παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι.
Πάντως στην λίστα του σλανγκαρχίδη (με την καλή έννοια) πρέπει να προστεθεί και το παρατηρώ διπλοεγγεγραμμένο πούστη.
Ναι, τό 'χουμε πει πολλές φορές, ΑΛΛΟ τα ρατσιστικά λήμματα, που καταχωρίζονται, (τουλάχιστον αν πρόκειται για καταγραφή κι όχι για εφεύρεση της στιγμής), κι ΑΛΛΟ οι ρατσιστικοί ορισμοί, που έχουμε δικαίωμα να τους κράζουμε, και οι μοντς κττμγ και να τους διαγράφουν χωρίς να κατηγορούνται αυτοί για φασισμό. Αατα.
Υπερθετικός: Τοπίο στην ομίχλη! (Δυστυχώς, η πραγματικότητα για πολλούς από εμάς που η μόνη μας εμπειρία από μπιλντέρια είναι τα γιαννολήμματα).
Λολ!
χαχα