κάποια στιγμή θα αποκαλυφθώ, είτε σκοπίμως ή από απροσεξία. εκτός λοιπόν από την πολλά υποσχόμενη Β παρουσία του Τζίζα, θα έχετε να περιμένετε και κάτι από μένα.
όχι ρε acg, δεν είναι όλα έτσι, όχιόχιόχι, δεν έπρεπε να το πω γαμώτο... τι φταίει το κορίτσι τώρα...
γάμησέ τα! το χειρότερο είναι να καταλάβεις ότι είχε δίκιο κι από πάνω!
πού είν΄τη;;; δεν ακούω πράμα.
ο τζίζας να προσέχει γιατί από την πολλή αλήθεια τονεσταυρώσασι. εγώ δεν πρόκειται να μιλήσω χωρίς τον δικηγόρο μου.
για το μέλι, ίδωμεν. Γκόμενα-ξεγκόμενα, δε μου κάθεται. Μπορεί να το δείτε και στο ΔΠ καμιαν ώρα.
ο Jesus κι η παναγιά καλέ!
εγώ το ξέρω «κλείσε τη βάνα, Μπάρμπα» και είναι πράγματι ειρωνικό προς τη Βάνα Μπάρμπα.
ε δε'ναι και τίποτα δυνατό, πως λέμε γλύκα, κάτι τέτοιο.
μπορεί να σου το πει κι η μάνα σου πάνω που πας να βγεις για κλάμπιντυμένος/-η κατά το πρωτόκολλο της νύχτας. Και σε κολλάει ποοολύ άσχημα, φίλε μου...
Επίσης κάποτε, σε παλιά πανηλίθια σχολικά χρόνια, ακουγόταν το τραγουδιστό «πώς είσαι έτσι, σαν την Κομανέτσι...» (αν ήσουν όμως σαν την Κομανέτσι και μπορούσες να κάνεις ό,τι έκανε, λέμε τώρα, τουμπεκί, εννοείται)
α ρε βικάρ, είσαι μέλι. είσαι ο πιο συνεπής λινκοδότης απ' όλους μας.
από το στόμα μου το πήρες! μου έκανε και μένα μεγάλη εντύπωση που το άκουσα. λες να διαβάζουν σλανγκ.τζιαρ;;;
καλέ κουβέντα κάνουμε, μη μου συνεχίζεσαι acg, σου χρωστώ και χάρη εξάλλου! γράφτο όπως θες και άμα λάχει θα διορθωθεί αλλιώς θα προσπεράσει.
το καμμένο ντουί, εδώ που τα λέμε, θα έστεκε και μόνο του ως λήμμα, είναι έκφραση που συχνά σηκώνει γέλιο μεταξύ γυναικών.
να, την έπαθα κι εγώ. έχει ήδη παίξει το λήμμα..., βλ. παπί
και στο Ρέθυμνο το λένε.
Με μπαγιονέτα τα τσουριά
τσουρλούσαμε στο δρόμο
κι απ' την τραβάγια τη πολλή
ξυπνούσαμε τον κόσμο
Και κην ξεχνάμε και το κλασικό:
Το σπίτι τρίζει από τη φασαρία που βγαίνει από το δωμάτιο της θυγατέρας, οπότε ο κύρης τση κοπελιάς φωνάζει στον υγιό του:
- Μπρε Γιωργιό, ίντα τραβάγια είναι τούτη να;
- Το Μαριώ μας πατέρα...
- Κιντά 'παθενε;
- Prodigy γροικά!
- Πέτση μπρε, πρώτη-τζη και τελευταία-τζη!
και τα δύο από το ίντερνετ
σωματότυπο λινάτσα γουστάρουν οι γυναίκες; λιωμένο; για δες τι μαθαίνουμε.
άξιος, άξιος!
το λέμε όμως μετά από χωρισμό ή διαζύγιο αντί του «πρώην», σαν πικρόχολο φόρο τιμής
νομίζω λένε «με έβαλε σε τραβάγια», αυτό αντιστοιχεί στο β.
Ιδωμεν. Περιμένουμε χαλικούτη.
...άρα (εφόσον κιόλας «γλώσσα λανθάνουσα αλήθεια λέγει») οι σλαγκιστές που έγραφαν στα παραδείγματα και στους ορισμούς τους κατά λάθος «δουλεία», κατά βάθος το εννοούσαν. Να το πουν στον ψυχαναλυτή τους ή στον εργοδότη τους πάραυτα!
άλλο: αν ξέρω καλά (ακούς Χαλ;;; βοήθεια!) στην Κρήτη έχουν ακόμα τη λέξη «τραβάγια» α. στην έκφραση «μούκαμενε μια τραβάγια» (σα να λέμε: μου την είπε, μου έκανε ένα κοντινό), αλλά και β. σε άλλη μια έκφραση (ποιά;;;) που έχει τη σημασία «μου άνοιξε δουλειές».
τα γαλλικά υπήρξαν περίπου μέχρι τον β' παγκόσμιο (οπότε και μπήκε για τα καλά στη σκηνή η αμέρικα και οι πρώτες τάσεις προς «παγκοσμιοποίση») η επικρατέστερη διεθνής επίσημη γλώσσα αλλά και η γλώσσα ευγενείας, καθότι γεμάτη χαλαρούς ρυθμούς, περιστροφές και τύπους. Ο σύγχρονος κόσμος του «αιώνα της ταχύτητας» τα απέρριψε και στράφηκε προς τα αμεσότερα αμερικάνικα. Διατηρήθηκε όμως στο συλλογικό ασυνείδητο ότι τα γαλλικά είναι γλώσσα που δηλώνει ευγένεια και ανατροφή και καλούς τρόπους. Έτσι όταν θέλουμε να ειρωνευτούμε κάποιον που μιλάει σαν βόθρος του λέμε αυτό το πράμα (εγώ το ξέρω στον πληθυντικό, «άρχισες πάλι τα γαλλικά;»). Κάτι αντίστοιχο με το αμερικανόφερτο «και σένα καλημέρα σου» που λέμε όταν κάποιος μας συναντά πρωί-πρωί με μούτρα και γκαντεμιά.
φιλικά όλ' αυτά.
αατα.
Μεγάλο θέμα άνοιξες φίλε. Εγώ δεν συμφωνώ με την κατάργηση στο αρσενικό αλλά δέχομαι την περιπτωσιακή κατάργησή του στον προφορικό λόγο.
Πχ: αρνούμαι το ανάπηρο «το φόβο, το Χάρη, το θάνατο, το Σπύρο» γιατί θεωρώ πως ουδετεροποιούνται τα αρσενικά και πιστεύω πως αυτό θεσπίστηκε κάποτε (πολύ παλιά, επί πρώτου γλωσσικού διχασμού) μόνο και μόνο λόγω ταμπού προς το 'ν' που κάνει καθαρευουσιάνικο, άρα όχι για σοβαρό λόγο. Το δέχομαι όμως στον προφορικό λόγο.
Δεν δέχομαι το «δε» στον γραπτό λόγο γιατί έχει καταλήξει να μπερδεύεται με το άλλο δε, όμως είμαι οκ πχ. με το «δε θέλω, δε ζητάω» κλπ όταν είναι γραπτή αποτύπωση του προφορικού λόγου κάποιου που το λέει έτσι.
Όταν μιλάμε τα πράγματα τραγουδιούνται. Έτσι, πολλές γλωσσικές επιλογές είναι θεμιτές, επιτρεπτές και δόκιμες. Όταν γράφουμε όμως καταγράφουμε πληροφορίες για τη λέξη και είναι γλωσσικό έγκλημα να καθιστούμε το αρσενικό ουδέτερο και να εξομοιώνουμε το δεν με το δε. Μπες στη θέση ενός ξένου που μαθαίνει ελληνικά (το λέω για να το δεις απ' έξω, δεν έχω τάσεις ξενομανίας) και θα καταλάβεις τι εννοώ.
Ή, αλλιώς, μπες στη θέση του μουσικού που έχει τις νότες μπροστά του κι από κει και πέρα το πώς θα αγγίξει το πλήκτρο για να τις κάνει να ηχήσουν είναι ως επί το πλείστον δικό του θέμα.
δες και το ατσιπόπουλος.
εσείς οι δύο, να μου το θυμηθείτε, τελικά θα τα φτιάξετε.