σπασίκλα! (για τον βίκα πήγαινε αυτό)
(να δω τον βίκα σε στάση παραλίας, αυτό μόνο!)
ρε μουχουσού, εσύ δεν ήσουνα ο μπούμπις ή τα ρδεμπεύω;
(πω ρε πστ, αφήνω τη θάλαττα και τον ήλιο και την τρύπα του όζοντου και λέω ας κάνω ένα τσεκ και πάλι αυτό το παιδί μπροστά μου, αδεμπορώ...)
να πω τη μαύρη αλήθεια, δεν το έχω ακούσει ποτέ γραμματικώς ορθούν, μόνο «ξυπνοπούλι».
μήπως αυτό να σβηστεί από λήμμα (και από το σημείωμα της ΣΟ ωσεκτουτού) και να ενσωματωθεί απλώς εδώ ως χαρακτηριστικό παράδειγμα;
θα έλεγα να γίνει «παίζω γριούλες».
το χρυσή βροχή παίζει αβέρτα κατά την ταπεινή μου. τώρα για τα σκατά, παρότι ειδήμων, δεν έχει φτάσει η χάρη μου εκεί, λυπάμαι...
η λέξη άραγε υπήρχε εξαπανέκαθεν, ή λέγεται κυρίως από τα χρόνια των ντραγκζ και των σχετικών κολλημάτων;
(όλο αυτό βέβαια έπρεπε να το βάλω στο κολλάω αλλά βαριέμαι).
όχι, δεν είναι ποδανό, είναι κάτι σαν τα ανηφόρητος, σκατούρημα και διάφορες τέτοιες μαλακιούλες που έχω βάλει.
αχαχαχαχχχ πολύ καλό!
έλα ρε αλλίβε, μπράβο, κι ετοιμαζόμουν να το βάλω και λέω κάτσε να δω αν γουγλίζεται και τσουπ! βγαίνει πρώτο-πρώτο!
να προσθέσω λοιπόν ότι η έκφραση είναι πολύ παλιά, την έλεγε κατά κόρον η γιαγιά μιας φίλης μου (η οποία φίλη μου είναι τώρα 50φεύγα).
μου θυμίζει δε τον ραντιέρη (ρεντιέρη τον ξέρω εγώ -και διευκρινίζω προφορά: ρεntιέρης και όχι ρεndιέρης), πιθανόν να είναι συνομήλικοι οι χαρακτηρισμοί.
πολύ περίεργο λήμμα... ζορίστηκα... κάτι μου κάνει, δεν ξέρω! γι' αυτό και τού' ριξα δέκα.
βίκα: εσύ.
α ναι, τα ξέχασα. επίσης: κολοκύθας.
όλ' αυτά που προστέθηκαν τώρα, εμπίπτουν στη μία ή στις 2 κατηγορίες που ανέφερα παραπάνω: ευτέλεια ή/και αστείο άκουσμα.
για το 2, έχω την αίσθηση ότι ο τραχανάς είναι και κάτι σχετικά ευτελές (παρότι θρεπτικότατος και νόστιμος), και λέξη που ακούγεται κωμική αν την χρησιμοποιήσεις ως χαρακτηρισμό. Το ίδιο πιστεύω και για το κουρκούτι (βλ. 2 πάλι), το μπαγλαμάς, το μπουζούκι, το μυαλό κουκούτσι, όλα τεσπα αυτά που είναι ευτελή (τηρουμένων των αναλογιών πάντα) και αστεία στον ήχο.
ναι ρε, εντάξει, τις πέρασε τις εξετάσεις, πάω να πατήσω το κομβίον.
μπορεί να πήρε βαθμούς, αλλά ρε παιδιά, τελικά αυτό λέγεται ή μόνο εγώ το λέω;
παράδειγμα από το νέτι:
50 λόγοι για τους οποίους θα ήθελα να είμαι άντρας:
(1, 2, 3,) ...
Να είμαι γοητευτικός, ώριμος και σέξι με τις ρυτίδες μου και τα γκρι μαλλιά μου. Όχι μουστόγρια.
... (48, 49, 50).
επίσης το μπετό / τα μπετά, το στυλό / τα στυλά και το πιο καθιερωμένο και καθόλου ξενίζον πια: το παλτό / τα παλτά.
χμ, το «έπαθα / με έπιασε λάστιχο» δεν τόχουμε, αξίζει άραγε να αναρτηθεί;
χαμπέμους... βλ. γίνομαι μπίλιες.
αχ αχ μην το πεις στον νικ, αχ μην το πεις στον νικ!!!
μουχουσού, για μένα οι ζέστες πιάνουν από Απρίλη μου καλέ και τελειώνουν Ωχχτώβρη, ανάντεχο πράμα. και, όπως λέει και ο Δοστογιέφσκης για τη ζέστη που τον καταθλίβει, «το μισό της θλίψης θα φύγει αν βρεις κάποιον ένοχο και, όσο δεν βρίσκεις τελικά κανέναν, τόσο πιο αβάσταχτη γίνεται».
ε, εγώ ξεσπάω ως συνήθως στον βικ.