Δεν κατάλαβα τι εννοείς.
Σαλίνα κάτι παρόμοιο έλεγε ο Ακάλυπτος στο «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή» (1997). Αν βέβαια το άκουσες πιο πριν , δεν ξέρω.
Πήγαινε κάπως έτσι: «Γιατί να ερωτευόμαστε τυφλά κύριε και μάλιστα νεαρές;» ρωτούσε ο «Κτηνίατρος» (οδοντίατρος). «Η επιστήμη έχει δύο θεωρίες» αναλάμβανε να διαφωτίσει ο Ακάλυπτος και ακολουθούσε η επιστημονική διχοτόμηση και περιγραφή του φαινομένου, λέμε τώρα.
Βλ. και (είμαι) οφ.
Αντιπρβλ. τη βγάζω καθαρή.
Από το διαδίκτυο: «Όταν ψεκάζανε εσύ κρατούσες χωνί».
Βλ. και τάκος, τακ λάιν, tak line.
@joe909: Βλάσης!
Βασικά δεν το ξέρω και το google δεν επιστρέφει κάτι σαφές. Προφανώς εννοείται το χτύπημα του χταποδιού στα βράχια για να μαλακώσει; Έχει σχέση με το σγουρός;
Συλβέστερ Σταλόγια, χχχχχχχχχχχχχαχαχαχαχα!
Επομένως κινείσαι κι εσύ στα πλαίσια του ορισμού, οπότε μάλλον εγώ το είχα πιάσει λάθος. Μία λάθος γράψεεεε!
Vikar γιατί παίζεις με τη φωτιά; Νομίζω πως ήταν σαφής.[img]http://www.timelesstrinkets.com/SuperHero-StarWars/Images/SuperHeroBatmanNoSmoking.jpg[/img]
Εγώ νόμιζα ότι σημαίνει παλιά, μικρή και αδιάφορη πλέον δυσαρέσκεια/απογοήτευση. Κάτι που το θυμάται κάποιος και εμείς, στην ουσία, του λέμε «τι θυμάσαι τώρα μωρέ, ασ' τα να παν στο διάολο».
Βλ. και ούτε για (το) ζήτω.
Υποψιάζομαι ότι αυτό το -μαρία έχει μια σκοτεινή και ενδιαφέρουσα προέλευση άσχετο με το όνομα, βλ. σκαλομαρία, σπανομαρία κλπ.
Ωραία παραδείγματα!
Κάτι ευφάνταστο που έχω ακούσει λάιβ: «Ποιο επεισόδιο, εδώ έχω χάσει τη σκηνή που τον σκότωναν».
Κι απ' το «κουκλάρα». Όλα αυτά τα «λάρα», «κωλάρα», «ψωλάρα», «κουκλάρα» προσφέρονταν στα νιάτα μου για ψαχτικά λογοπαίγνια σε γκόμενες.