Colpo Grosso = μεγάλο κόλπο, κομπίνα, ρεμούλα κλπ
Για το τζουκ μποξ ή υπάρχει μηχανισμός απεμπλοκής με κάποιο κουμπί ή το βγάζεις για λίγο από το ρεύμα. Μόλις το ξαναβάλεις στο ρεύμα, αυτόματα βάζει τον δίσκο στη θέση του και είναι έτοιμο για επόμενη χρήση.
Μάλλον ο Μπάμπης είναι ο μπακάλης της γειτονιάς που γράφει τα βερεσέδια. Όταν δεν έχουμε λεφτά και δεν ξέρουμε πότε θα μπορέσουμε να τα πληρώσουμε λέμε «γράφτα» ή «γράφτα και κλάφτα» (δηλαδή σημειωσέ την πίστωση την οποία όμως θα λάβεις του Αγίου Πούτσου ανήμερα γιατί είμαστε ρέστοι). Όταν όλα πάνε στραβά και δεν έχουμε να πληρώσουμε, του λέμε κλάφτα Χαράλαμπε για να καταλάβει ότι τον πούλο. Από 'κει μάλλον έμεινε και η έκφραση που όταν πάνε όλα πολύ στραβά λέμε κλάφτα Χαράλαμπε.
Επίσης και ψόφα! Εννοείται βέβαια ότι έχουμε οικειότητα με αυτόν που του το λέμε, αλλιώς θα τσατιστεί.
Πιθανή προέλευση: από τον κοριό που βάζουν για παρακολούθηση. Ψόφιος κοριός σημαίνει χαλασμένος, που δεν μεταδίδει τίποτα. Συνεκδοχικά είναι αυτός που τον ρωτάνε και κάνει την πάπια, παριστάνει ότι δεν ξέρει τίποτα.
Από το τραγούδι Ο Μπάμπης ο φλου:
Όταν τον μπουζουριάζανε, ψόφιος κοριός ο Μπάμπης ο φλου!
Κι αν τον πολυρωτάγανε, έλεγε «φλου, όλα φίλε μου είναι φλου»!
Απόσπασμα από την Ηλιθιάδα:
Στην πόλη εχυθήκανε σαν Πρίαποι βαρβάτοι
κι όποια γυναίκα βρίσκανε τη΄ν ρίχναν στο κρεβάτι
Επίσοες το έχω ακούσει και ως «πριπρίκι» ή πρι-πρι από τον θόρυβο που κάνει ακόμα και στο ρελαντί. Λέγεται και γαι τρίκυκλα φορτηγάκια που κάνουν τον ίδιο σαματά.
Παλιό ποντιακό ανέκδοτο:
Ήταν ο Κωστίκας σε κάποια πλατεία σε προεκλογική περίοδο και έψαχνε μέρος να καρουρήσει. Βλέπει το προεκλογικό περίπτερο του ΠΑΣΟΚ, ρωτάει, αλλά τον διώχνουν κακήν-κακώς εξηγώντας του ότι είναι προεκλογικό περίπτερο χωρίς τουαλέτα. Πάει μετά ρωτάει στο περίπτερο της Ν.Δ. Κι εκεί τα ίδια. Μετά βλέπει το περίπτερο του Κ.Κ.Ε. και όλος χαρά πάει στην γωνία, τα κατεβάζει και αρχίζει να κατουράει. «Εεεε!», ακούγεται κάποιος από μέσα, «τι κάνεις εδώ!» Κι αυτός ατάραχος απαντά «την ανάγκη μου», «μα εδώ δεν επιτρέπεται» και πετάγεται ο δικός σου και λέει «αφού η πινακίδα γράφει Κωστίκα Κατούρα Ελεύθερα»!
Και όχι, δεν είναι απλή ύβρις. Είναι τα έχω πάρει στην κράνα και θέλω να του γαμήσω ό,τι έχει και δεν έχει! Εκεί λέγεται περισσότερο η έκφραση, IMHO
Πάντως το έχω ακούσει και χαϊδευτικά όταν κάνει κάποιος μικρός ζαβολιά «α ρε πουστρίγκο» αντί για «α ρε μπαγάσα». Εννοείται ότι υπάρχει αρκετή οικειότητα με τον μικρό (π.χ. συγγενής) και ότι είναι τουλάχιστον στην εφηβεία. Δεν το λες και σε παιδάκι του Δημοτικού, αλλιώς θα το λέει συνέχεια για χαβαλέ και θα βρεις τον μπελά σου αν πάρουν χαμπάρι ότι του το είπες εσύ (ή σε καρφώσει από αφέλεια).
Δυστυχώς υπάρχουν πολλές σαπουνόπερες που κάνουν τ' αρχίδια μας να δακρύζουν... Ας είναι καλά οι επαναλήψεις και το internet, να βλέπουμε και καμιά σειρά της προκοπής γιατί δεν αξίζουν όλες οι καινούριες σειρές...κατάντια!
Στο λυνξ που δίνει η Salina περιέχεται ένα μικρό απόσπασμα από το πλήρες κείμενο της «Οδύσσειας». Μιλάμε για αρκετές «ραψωδίες» που περιγράφουν λεπτομερώς τι έκανε ο Οδυσσέας σε κάθε νησί, και βέβαια τον Τρωικό Πόλεμο. Όποιος ενδιαφέρεται, μπορώ να του το στείλω.
Χιτλεριάζω όπως χρησιμοποιείται στο τραγούδι των ΗΜΙΖ σημαίνει ότι βρίζω σαν τον Χίτλερ. Ότι δηλαδή τά \χω πάρει και κατεβάζω όλα τα καντήλια που ξέρω.
Βασικά εγώ ξέρω ότι σπασίκλας είναι το φυτό που δεν κάνει τίποτα άλλο από το να διαβάζει όλη μέρα και αν πάρει κάτω από 19 πέφτει σε κατάθλιψη! Εννοείται ότι μετά από μια βδομάδα δεν θυμάται Χριστό.
Αν θυμάμαι καλά η φράση ήταν «ώστε τώρα κουβαλάτε και σπαθιά κωλόπαιδα», αλλα δεν επιμένω.
Εμένα το μυαλό μου πήγε θα σου σφυρίξω κανένα πούτσο, που εδώ που τα λέμε είναι πιο slang από τον παραπάνω ορισμό...και το έχω ακούσει κι όλας.
Γιατί δεν μπορούσα να βάλω παραπομπές σε άλλα λήμματα στο Πρόχειρο; Χρησιμοποίησα Mozilla Firefox 17.
(Χλαπάτσας) - Τι κάνεται εδώ;
- Άντε χάσου ρε!
- Δεν μου λέτε κι εμένα ε; Θα σας δείξω εγώ, θα δείτε τι θα πάθετε!
Sorry που ανέβασα δυο φορές την εικόνα, αλλά ήμουν στον Internet Explorer που ως γνωστόν έχει κάποια προβλήματα με το slang.gr και πατώντας upload δεν έδειχνε να έχει γίνει.
Λαμβάνοντας υπ' όψην και τους δύο ορισμούς, λέγεται για δουλειά ή εργασία (συνήθως στο Word) που έχει γίνει άρπα-κόλλα, δηλαδή πρόχειρη, για τον πούτσο, είτε γιατί έληγε η προθεσμία είτε γιατί αυτός που την έκανε βαριόταν να ασχοληθεί.
Εγώ νομίζω είναι και συνώνυμου του ξεκάρφωτου, αυτού που φυτρώνει εκεί που δεν τον σπέρνουν. Επίσης στο ξέμπαρκο ή στα ξέμπαρκα = στο ξεκούδουνο, στο άσχετο.
Το κακό με τις ξανθιές είναι ότι και να έχουμε πρόθεση να δεχτούμε ότι δεν είναι χαζές, στο επόμενο λεπτό έχουν κάνει ή πει κάποια μαλακία και αναθεωρούμε αμέσως. Δυστυχώς δεν γίνονται τυχαία όλα τα στερεότυπα...
Εγώ νόμιζα ότι averta στα ιταλικά ήταν το ρήμα ανοίγω στην προστακτική του (άνοιξε). Αλλά ένα γρήγορο γκουγκλάρισμα δεν έδωσε σχετικά αποτελέσματα. Άρα όντως πρέπει να έρχεται από την Κέρκυρα όπως λέει και το λήμμα αβέρτα.
λόλα = τρέλα, άρα την έχω κάνει λόλα = όλα πάνε καλά.
To link που έβαλες δίνει Apertura & Clausura στην Wikipedia. «Απερτούρα και κλασούρα»; Δηλαδή άνοιξα διάπλατα (τον κώλο) και σας έκλασα όλους; Καλόοο!
Πάντως apertura στα ιταλικά και aperture στα αγγλικά είναι το διάφραγμα του φωτογραφικού ή κινηματογραφικού φακούμ αν ψάχνετε για την κυριολεκτική σημασία του λήμματος. Οπότε συνειρμικά μπορεί να σημαίνει ότι στα λέω με ανοιχτό το στόμα, έξω από τα δόντια, και όχι πίσω από την πλάτη σου.
Μια φορά με φώναξε πρωί-πρωί μια αρχιλοχίας γραμματέας γιατί δεν δούλευε ο Η/Υ. Γαμώ το κέρατό μου, ούτε καφέ δεν είχα προλάβει να πιω. Και βέβαια ήταν το κλασσικό, ξέχασε δισκέττα στο drive (και ως γνωστόν ο Η/Υ δεν έβρισκε λειτουργικό και κόλλαγε).
Ειδικά όταν γράφουν και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα, ο όρος ντουβάρι αποκτά μεγαλύτερη αξία.
Εγώ το φαντάζομαι να έχει προκύψει από κάποιο βασανιστήριο/τιμωρία στον Μεσαίωνα. Έχουμε δει σε ταινίες να βάζουν το κεφάλι και τα χέρια κάποιου σε ένα ξύλινο πλαίσιο και να τον ακινητοποιούν. Φανταστείτε τώρα κάποια αντίστοιχη κατασκευή που να βάζουν τον κώλο κάποιου και μετά να πέφτει κάτι σαν γκιλοτίνα και να του κόβει τον κώλο για τιμωρία. Άρα κάποτε αυτή η απειλή είχε βάση, αλλά τώρα λέμε μόνο την φράση. Έχει μείνει από τότε.