Λέξη που απαντάται πάντα σε ερωτηματική μορφή.

Συνήθως προηγείται αυτής η αναφορά σε συγκεκριμένο άτομο που είναι παρών/ -ούσα και ακολουθεί αυτήν, χωρίς να είναι απαραίτητο, -με ολίγη καθυστέρηση και έμφαση στο «ή»- , η φράση «ή έχω καιρό να (σε) γαμήσω;», ιδίως αν το άτομο σκάσει χαμογελάκι.

Όπως είναι προφανές, χρησιμοποιώντας αυτόν τον ορισμό δεν αναφερόμαστε στα κάλλη του ατόμου, αλλά το λέμε ως χλευασμό, κοροϊδία ή, ειρωνικά, για πολλούς και διαφόρους λόγους, συνήθως όταν μας πουλάν μούρη ή μας την δίνουν στα νεύρα.

Ενδέχεται φυσικά, όντως να έχει ομορφύνει η / o τύπισσα / τύπος και όντως να έχουμε καιρό να την / τον γαμήσουμε, ή όντως να βρισκόμαστε σε κατάσταση Ε.Λ.Π.Α. και δείχνουμε έτσι ένα πρωτότυπο ενδιαφέρον…

  1. Τεε έγινε φίλος ; Μανγκιά (sic); Ομόρφυνες… ή έχω καιρό να γαμήσω;

  2. Βρε, βρε το Λίλιαν! Ομόρφυνες βρε!

oμόρφυνες; (από BuBis, 07/05/09)(από Khan, 09/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
GATZMAN

E ναι

#2
BuBis

Αγαπητε modifica, στον αρχικο ορισμο χρησιμοποιησα ενα ν στην μαγκια = μανγκια, και φυσικα δεν εννουσα τα manga! Απλα καταλαβα οτι ετσι ακριβως το προφερω! Κοινο λαθος ισως, αλλα διαφορετικα μου βγαινει το γκ και το νγκ! Α, ειμαι απο ΣαΛονικη...

#3
iron

οκ, ακαδημαϊκοποιήθηκε λίγο έως ότου βρούμε άλλη λύση!

#4
BuBis

καλά! Με ομορφυνατε με την βαθμολογία!

#5
dryhammer

Υπήρχε και το παλαιομπαμπαδικό «Πάχυνες, ομόρφυνες, άρρωστος ήσουνα;»