(Πάτρα-Ιόνιο): υποτιμητικό «κοσμητικό» επίθετο για μικρομέγαλο παιδί ή ανυπόμονο δοκησίσοφο νεανία, με την έννοια των: χαζοβιόλη, παπάρι, σκατό, αρχίδι, παπαρίγκος, μηναριτζίκος, μαλακιστήρι = μικρός μαλάκας.

Αγνώστου ετύμου. Λόγω του ένθετου «γ», όπως προφέρεται σε συνδυασμό με την υποβολιμαία έννοια «παπάρι», θυμίζει αυτόν που «δεν βγήκε ακόμη απ' τ' αβγό» και κάνει κουτουράδες, αλλά ο Λευκαδίτης (από το 1947 εγκατεστημένος στην Πάτρα) αστικός λαογράφος Νικόλαος Πολίτης, στο βιβλίο του «Άντζουλος και Μαριετίνα» (θεατρικό με φόντο την παλιά Ζάκυνθο), στο γλωσσάρι του, το γράφει ως «παπάβουλο», με την ίδια σημασία -όθεν η εκτίμηση ότι ίσως να έχει σχέση με την παπική βούλα (;)

Πάντως, το ανωτέρω βιβλίο (Αχαϊκές εκδόσεις) έχει πολλά τυπογραφικά λάθη, πράγμα που δυσχεραίνει την περαιτέρω διερεύνηση...

ΕΚΔΟΧΗ Α:
Πιθανόν όντως να προέρχεται από σκώμμα κατά των Καθολικών που κατοικούν ακόμη την Πάτρα και τα Ιόνια νησιά, όπως και η έκφραση «τον κακό σου το φλάρο (και το μαύρο σου)» -εκ του φράρος / φρέρης = αδελφός (Καθολικός παπάς), αλλά και καπάκι καπνοδόχου σπιτιού ή πλοίου και πήλινης φορητής εστίας (Σίφνος). Η μαυρίλα ως εκ τούτου προέρχεται είτε από το ράσο είτε από την κάπνια, εκτός και αν, από το σχήμα του καπέλου των Καθολικών παπάδων, έλαβε την ονομασία του το εν λόγω καπάκι.

Άλλωστε οι ξεχωριστοί συνοικισμοί (βλ. Πάτρα, Σύρος, Ζάκυνθος, Κεφαλλονιά, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη κτλ) Ορθοδόξων και Καθολικών Ελλήνων και μη, ουδέποτε τελούσαν εν αγαστή συμπνοία. Όπου είχε ιταλόφερτους ή ιταλοπρεπείς αρχόντους, πίνανε το αίμα του κοσμάκη και μόνον το πόπολο ήθελε ένωση με την Ελλάδα (που δεν αναγνώριζε τίτλους ευγενείας και μαλακίες από μιας ξαρχής στα Συντάγματά της).

Στην Πελοπόννησο, μετά την αποχώρηση του Μπραΐμη, στους Γάλλους στρατιώτες του Μαιζόν που κοιτάγανε να γαμήσουνε, οι Ελληνίδες έγρουζαν: «Χάσου σκύλε Φράγκε!». Παρ’ όλα αυτά, τα μπουρδέλα φύτρωσαν ατάκα σα μανιτάρια, με πρώτη και καλύτερη τη θρυλική Πατρινέλλα (βλ. Ν. Πολίτη «Το Καρναβάλι της Πάτρας»).

Στη Σύρο προεξέχουν δυο χωριστοί μακρινοί λόφοι με την Καθολική και την Ορθόδοξη εκκλησία αντίστοιχα, για να μην ανακατεύεται η ήρα με το στάρι (όπως εκατέρωθεν νομίζεται).

Η Ζάκυνθος επί Βενετσιάνων, στέναζε από τις ίντριγκες και την τρομοκρατία των μπράβων του κάθε κόντε, που δολοφονούσαν εν ψυχρώ ανάμεσα στις σκοτεινές αψίδες (portici της Μπολώνια), τους πολιτικούς ή εμπορικούς αντιπάλους του (βλ. Η. Πετρόπουλος «Υπόκοσμος και Καραγκιόζης», Κ. Θεοτόκης «η Τιμή και το Χρήμα», Σ. Σκιαδαρέσης «Κεφαλλονίτικες ιστορίες», Α. Λασκαράτος «Ιδού ο Άνθρωπος-Στοχασμοί», «Επαναστάτης Ποπολάρος» - κατά τα λοιπά χαζο-ταινία με τον Πρέκα).

Στη Σμύρνη του '22 οι Καθολικοί κάτοικοι χαίρονταν κι ευφραίνονταν με το ξεπάστρεμα των Ορθοδόξων, που τους έβλεπαν ανταγωνιστικά, οι δε Ιταλοί τροφοδοτούσαν ολοφάνερα από την αρχή τον Κεμάλ, πριν από την υπογραφή του συμφώνου Franklin-Bouillon, αφού είχαν τσινίσει από την αρχή κατά της ελληνικής κατοχής της Σμύρνης το 1919, όπως και στο Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (1913), κατά της προσάρτησης της Νοτίου Αλβανίας – Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα (βλ. Δ. Σωτηρίου «Ματωμένα Χώματα», Η. Βενέζη «Το Νούμερο 31328», Τζ. Χόρτον «Η Μάστιγα της Ασίας», Φ. Κλεάνθη «Έτσι χάσαμε τη Μικρασία» κ.α.).

Στο τέλος του 1ου Παγκοσμίου, στο Βαλκανικό μέτωπο, όπου πολεμούσαν Ιταλοί κι Έλληνες πλάι-πλάι ως δήθεν σύμμαχοι, κάθε βράδυ έπεφτε κι ένας νεκρός και από τις δυο πλευρές, από μεταμεσονύκτιες εκατέρωθεν μαχαιριές στα μουγκά (Σ. Μυριβήλης «Η Ζωή εν Τάφω»).

Οι ιταλικές προβοκάτσιες της Αλβανίας και της Κέρκυρας (1923) και εν τέλει ο τορπιλισμός της «Έλλης» ανήμερα της Παναγίας το '40, συγκλόνισαν το πανελλήνιο.

Λίγο πριν ή λίγο μετά το '40, από την Πάτρα απελάθηκαν περί τους 10.000 (ή και παραπάνω) Ιταλοί στην πλειοψηφία τους Πουλιέζοι, (συνοικία «ιταλιάνικα» στον Άγιο Διονύσιο), που αποτελούσαν τότε περί το 1/4 του πληθυσμού της πόλης (βλ. Λ. Σωτηρόπουλος «Μαρτυρίες για το λιμάνι των Πατρών πριν το '60»).

Οι Δυτικοί Καθολικοί ή Προτεστάντες (ευγενικός τρόπος δήλωσης ότι δεν πιστεύεις σε τίποτα), ακόμη θεωρούν τους Ορθοδόξους κάτι σαν αιρετικούς, ενώ στα ελληνικά σχολεία και στις εκκλησίες, μαθαίνουν ακόμα στα παιδιά μας ότι, δήθεν «κάλλιο σαρίκι τούρκικο, παρά τιάρα παπική», μένεα πνέοντες κατά της Δύσεως για τη διπλή Άλωση (1204 & 1453), διότι έτσι βολεύει τον κλήρο, αφού οι ικανότατοι άρπαγες δυτικοί αποτελού(σα)ν πραγματική απειλή, ενώ οι μπουνταλάδες οι Τούρκοι τους χάιδευαν (ανάλογες μισαλλόδοξες μαλακίες μας ταΐζανε και για τους Εβραίους, ενώ ο Χριστιανισμός είναι μια εβραϊκή θρησκεία!).

Άσε που, προϊούσης της Αναγεννήσεως, οι Δυτικοί την έψαχναν τη δουλειά, ενώ το βυζαντινοσμανλίδικο παπαδαριό προτιμούσε το «πίστευε και μη ερεύνα», ταυτόχρονα καλλιεργώντας και κόμπλεξ «ανωτερότητας» (sic) των νεοελλήνων έναντι των «κουτοφράγκων» (δηλ. μορφωμένων Ευρωπαίων), πράγμα που συνεχίζεται και σήμερα με μύθους περί «Γκρήκ λόβερ» (μόνον εγχωρίως κυκλοφορεί τέτοιος όρος), μαγκιά-κλανιά με παπατζήδικα ψευτοκόλπα της πεντάρας στα «χαζά» Αμερικανάκια, αρβελέρειες γλυκόπικρες αναμνήσεις τρισχιλιετούς πολιτισμού και βάλε...

Παρά ταύτα η νεοελληνική παράνοια είναι ότι ενώ ο τουρκομερίτης Καραμανλής δήλωνε ευθαρσώς ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν», στη συνέχεια ο αμερικανοθρεμμένος Παπαντρέας απειλούσε «Έξω από Ε.Ο.Κ. & Ν.Α.Τ.Ο.» και χαριεντιζόταν με τον Καντάφη, που πρώτα του στέλναμε όπλα και τώρα αρκείται να μαζεύει τα στρώματα θαλάσσης και τα μπρατσάκια, που παίρνει ο αέρας απ' τους λουόμενους στη Νότια Κρήτη...

ΕΚΔΟΧΗ ΒΟΥ:
Το 1986 Ο Φίλιππος Βλάχος εκδίδει τα «Χωριάτικα Βρωμόλογα» στο δικό του «τυπογραφείο κείμενα». Γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα : «Το μικρό αυτό Γλωσσάρι είναι εφτανησιώτικο και έχει δύο πηγές : το «Λεξικόν ιστορικόν και λαογραφικόν της Ζακύνθου του Λεωνίδα Χ. Ζώη, και τα ορεινά χωριά της Βόρειας Κέρκυρας, όπου έζησα μέχρι το 1958. Σχεδόν όλες οι λέξεις που καταγράφτηκαν δεν ακούγονται πλέον, ενώ έχουν σβήσει τελείως μαζί με τα νανουρίσματα, και τα «άσεμνα» ταχταρίσματα. Οι μαμάδες δεν λένε στα παιδιά τους κώλος, μουνί, σκατά, αλλά ποπός, πουλί, κακά, και τις πιάνει υστερία όταν τολμήσει καμιά γιαγιά να ταχταρίσει το μικρό τραγουδώντας :

Όποιος έκλασε να πιει να την πορδοκαταπιεί να τη βάλει στο βαρέλι να την πιει το καλοκαίρι κι άλλη μία στη μπουρέλα να την πιει την άλλη μέρα.»

Στη συνέχεια, καταγράφει:

αρχίδι• παπάβγουλο, λιμπό (Σ.Σ. βλ. Καββαδίας: ρουφόλιμπα = ρουφοκαυλέτα στα κεφαλλονίτικα), αμελέτητο, καλό, λιόκι (Σ.Σ. βλ. μακεδονίτικα Ημαθίας: Δυο λιόκια στο τζαντέ = δυο αρχίδια λιάζονται, σημ. χέστηκε η φοράδα στο γενή-τζαμί / αλώνι) χέστηκε η φοράδα (μας) στ' αλώνι), βόλι, βαρίδι. Γούμενος καθούμενος τ’ αρχίδια του έλυε κ’ έδενε (Σ.Σ. Θυμίζει το: Δουλειά δεν είχε ο διάολος, τ’ αρχίδια του έσπαε κι έραβε / γαμούσε τα παιδιά του) (Σ.Σ. Χάριν καταγραφής, να προσθέσουμε και το ρουμελιώτικο «αγγειά» (π.χ. θα πάρεις τ’ αγγειά μου).

βυζιά• Εκείνα τα συκόφυλλα πολλή βαστάν δροσία και τα παχιά σου τα βυζιά πληγώνουν την καρδία.

γαμήσι• Ξύλο και γαμήσι δεν αλησμονιούνται. Ο χορός και το γαμήσι είν’ τση γυναικός η φύση Στο φαΐ και στο γαμήσι ο Θεός δεν κάνει κρίση.

γαμώ• όποιος θέλει να γαμήσει, πρέπει να χασομερήσει, νάχει άσπρα να χαλάσει και να μην τα λογαριάσει. Καθώς έτριψες θα γαμήσεις.

διάολος• καλόγερος θα να γενώ να σώσω την ψυχή μου μα δε μ’ αφήνει ο διάολος πού’ χω μες το βρακί μου
(Σ.Σ. Τούτο το Ζακυνθινό μαντιναδάκι, το λένε ακόμα στις αρέκιες της πόλης).
(Πηγή): http://kuk.blogspot.com/2005_01_01_archive.html

Δηλαδή, κατά τον Ζακυνθινό Φ. Βλάχο, παπάβγουλο σημαίνει νέτα-σκέτα «αρχίδι» (χωρίς ωστόσο να μας εξηγεί πού κολλάει ο παπάς / πάπας), όπερ δεν αποκλείεται, αφού ακόμα παρομοιάζουμε τα τρομπολίνια με αβγά -π.χ. λέμε όταν χτυπήσουμε στην «οικογένειά» μας, ότι «μου γίνανε ομελέτα», στην δε ισπανική και γερμανική αργκό οι όρχεις λέγονται αντίστοιχα και huevos / Eier = αβγά, ενώ μια και ο λόγος περί φαγωσίμου, οι Εγγλέζοι τα λένε spuds = πατάτες κι οι Ιταλοί το μουνί το λένε figa = σύκο…

Καλή όρεξη!

- Εμένα πάντως μάνα, δε μου το βγάζεις από το μυαλό, ότι η φωτιές του καλοκαιριού, είναι δουλειά της αντιπολίτευσης για να πέσει η κυβέρνηση!
- Άκου μυαλό που κουβαλάει είκοσι χρονώ παιδί... Παιδί μου, χάζεψες; Πού τ’ άκουσες αυτά τα πράματα;
- Στην τηλεόραση τα λένε...
- Άντ’ απο κεί βρέ παπάβγουλο, που ακούς τσι μούρλιες του ενού και τ’ αλλουνού!

Ο Σιορ-Διονύσιος (από HODJAS, 30/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
iron

150 ευρώ για το μοντάρισμα του λήμματος

-150 ευρώ το ιδιαίτερο λαογραφικής ιστορίας

= πάτσι

(χμμ, μου κάνει αυτό το ντήλι;...)

#2
iron

και δε μου λέτε, επιστρέψατε καβλωμένοι από τις διακοπές για σλανγκοσύνη; τώρα που το ξαναβλέπω, ζαλίζομαι. Χότζα, έβαλα τα άστρα μου για τον κόπο σου, από κει και πέρα θέλω τρεις μέρες να σκεφτώ πόσα θα έβαζα αντικειμενικά!

#3
HODJAS

Εγώ πάντως συμφωνώ με το ντίλι, που έφεγγε και μόνταρε η κόρη το σεντόνι :)

#4
Mr. Cadmus

Πολύ καλό συνολικά, αλλά μία μικρή ένσταση για τις αρβελέρειες αναμνήσεις. Αν μη τι άλλο, η γυναίκα είναι και η μοναδική που λέει την βυζαντινή ιστορία ως είναι, χωρίς εθνικιστικά καραγκιοζιλίκια και μπολικούρες...

#5
iron

γκμχμ, δε μου λες, πού πήγες διακοπές, τι αέρα πήραν τα μυαλά σου;

#6
allivegp

Μου άρεσε! Θέλω κι΄άλλο!

#7
HODJAS

@iron: Εγώ πήγα στην Αιδηψός για το ποδάρι μου...

#8
HODJAS

@αλλίβε, έτσι και ξαναχώσω κι άλλο τέτοιο σεντόνι, με βλέπω banned απ' το σάιτ...

#9
iron

δεν ξέρω για το ποδάρι, αλλά η κούρα σου έδωσε φόρα.

#10
allivegp

Moθ άρεσε ιδιαίτερα το σημείο που αναφέρεται στο «βυζαντινοσμανλίδικο παπαδαριό». Ας μη ξεχνάμε τί διώξεις υπέστησαν από αυτό μορφές των γραμμάτων και της επιστήμης, όπως ο Εμμ. Ροΐδης, ο Θεόφιλος Καΐρης κ.α.

#11
Galadriel

Εξέφυγε το θέμα με τις σεντονάρες. Αλλά όπως είπε και ένας γνωστός για ετούτον εδώ τον ορισμό «μη σου πω συγκρίνεται και με το κελεπούρι σε μέγεθος», σο, τί να πω για τις παλιές μου αμαρτίες. Η μόνη λύση είναι να κάνουμε τον χότζα μόντουλα να μάθει να σέβεται :-P

#12
HODJAS

Καλώς τηνε! Ρε συ, αν το θέμα στο μοντάρισμα είναι τα λίνκια, τα' βαλα όλα, βέβαια μπορεί και να μου ξέφυγαν μερικά, που δεν φαντάστηκα οτι θα υπήρχαν π.χ. τομπολίνια (και όχι τρομπολίνια) όπως το έγραψα, αλλά δεν υπήρχε...
Τώρα, να μην πήρε το μάτι μου π.χ. τη μαγκιά-κλανιά κι άλλα 2-3, καλή τη πίστει δε νομίζω οτι επιδεικνύεται έτσι έλλειψη σεβασμού.

#13
iron

εγώ σε συχωρώ χότζαμ, η μες δεν ξέρω..

#14
HODJAS

Να συμπληρώσω, οτι όσα λίκνια δεν έβαλα σκόπιμα π.χ. στο παπάρι, αρχίδι, είναι διότι δεν ταίριαζαν οι δοτοί ορισμοί με την έννοια της υποτίμησης του νεανία π.χ. Άντ' απο δώ βρε αρχίδι = μικρέ μαλάκα και όχι μοχθηρός τύπος

#15
Galadriel

Εννοείται δεν τίθεται θέμα σχώρεσης, ο καθένας ό,τι θέλει ανεβάζει, κι αφού σε σχωράει η μόντουλα που σε μοντάρισε τί λόγος μου πέφτει. Επίσης καμαρώνω να μαθαίνω ότι έβαλες και λίνκια χότζα μου, ειλικρινά σε καμαρώνω.

Πάντως, το σεντόνι γενικώς (όχι ετούτο, όχι τα δικά σου μόνο) δεν διαβάζεται εύκολα. Αρκετοί δεν μπαίνουν καν στον κόπο. Το χω πάθει και εγώ το χουν πάθει και άλλοι με τα δικά μου. Δεν είναι τυχαίο που οι μικρότεροι ορισμοί, εκεί στην μια (άντε δυο) παράγραφο, έχουν περισσότερους ψήφους.

Μου πήρε αρκετό χρόνο και αρκετά σχόλια γκρινιάριδων παλιών για να κατανοήσω την διαφορά του slang από την wikipedia. Δεν το χω ακόμα η αλήθεια είναι, αλλά την παλεύω - κι απλά παίρνω τα ρίσκα μου κάθε που ποστάρω τέρατα.