Eκ του δόκιμου χριστιανικού ονόματος Χρυσόστομος.
Ιδίως σε συγκείμενα αναφοράς σε άτομο (ονόματι Χρυσόστομος) ιδίως αντιπαθές στον ομιλούντα - ο οποίος του βγάζει το «χρυσό» και του κολλάει μια «ψωλή» δίπλα στο «στόμα».
Αμφίσημο: δηλώνει τόσο το άτομο που τα στοματικά του παράγωγα (π.χ., ο λόγος, ανάσα) προσιδιάζουν σε ψωλή (α. λόγω τακτικού στοματικού έρωτα, πρβλ. το στόμα του βρωμάει πουτσίλα β. λόγω συχνής χρήσης υβρεολογίου πρβλ. 'κακό στόμα'), όσο και το άτομο του οποίου η στοματική κοιλότητα ανέκαθεν φέρει μία.
Άντε, πάλι έρχεται ο Ψωλόστομος, γαμώ πιά!
7 comments
allivegp
Κι όμως: μπορεί και να κυριολεκτείς, όταν χαρακτηρίζεις κάποιον αθυρόστομο ως Χρυσόστομο.
Γιώ Αργ
σωστόόός...
panos1962
Κατά το «πες τα Χρυσόστομε» και το «πιες τα ψωλόστομε»
Επισκέπτης
ααααχαχαχα...!
GATZMAN
Πάνο Χρυσόστομε γραφεις, ή χυσόστομε; Η πρεσβυωπία βλέπεις...
Khan
Chrysostome = Chysostome en français
GATZMAN
!