Ο άπατος, ο άμπακας, ο αγλέουρας (στα επτανησιακά ιδιώματα).
Σημ:. ο όρος προέρχεται από το στερητικό α- και το ρήμα «βλέπω» (πβ. βλέμμα).
- Πάλι έφαγε τον αβλέμμονα ο Γεράσιμος. - Και μετά παραπονιέται ότι έχει αποκτήσει μπάκα!
Got a better definition? Add it!
Published 2010-03-29 19:44:08+00:00 Last modified 2010-03-30 10:27:57+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.
0 comments