Φιστίκι. Συνομοταξία: αγγειόσπερμα (Magnoliophyta), ομοταξία: δικοτυλήδονα (Magnoliopsida), υφομοταξία: ροδίδες (Rosidae), τάξη: σαπινδώδη (Sapindales), οικογένεια: ανακαρδιοειδή (Anacardiaceae), γένος: πιστακία (Pistacia).

Αυτά με τα επιστημονικά. Μέχρι πρότινος γνωρίζαμε το αράπικο, το κελυφωτό, το αλμυρό, το Αιγίνης ή σαν φιστίκ και τελευταία μάθαμε και το κάσιους. Τόσο ίδια αλλά και τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία, λόγω του λαϊκής τους κατανάλωσης, έδωσαν και μερικά μαργαριτάρια στη slang ανάλογα με την ποικιλία.

Τον καθάρισε σαν φιστίκι. Αναφέρεται σε όλες τις ποικιλίες φιστικιού που καθαρίζονται από το τσόφλι ή από τις φλούδες με μία μόνο κίνηση. Το λήμμα χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος καθάρισε κάποιον, είτε κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά, με εξαιρετική ευκολία και χωρίς δεύτερη σκέψη.

Το ρούφηξε σαν φιστίκι. Χρησιμοποιείται στο ποδόσφαιρο ή στο σεξ για να δώσει έμφαση στο μέγεθος της οπής σε σχέση με την διεισδούμενη σε αυτήν οντότητα. Πηγή έμπνευσης, το φιστίκι με κέλυφος ή το Αιγίνης, από το οποίο αρπάζουμε το φιστίκι με το χαρακτηριστικό ρούφηγμα.

Τα τρώει σαν φιστίκια. Είναι γνωστό εξάλλου ότι «μετά το ποπ δεν έχει στοπ» και «κανείς δε μπορεί να φάει μόνο ένα». Αναφέρεται σε όλα τα φιστίκια τα οποία ως αλμυρά και λιπαρά που είναι, είναι άκρως εθιστικά και, φυσικά, άκρως παχυντικά. Αυτός επομένως που «τα τρώει σαν τα φιστίκια», τα τρώει με χαρακτηριστική ευκολία, με μεγάλη ταχύτητα και αδιάλειπτα.

Τα φιστίκια και γενικότερα οι ξηροί καρποί, μας έχουν δώσει δεκάδες λήμματα, όπως: αλμυρό φιστίκι, φιστίκι, φιστίκι αράπικο, κατάπιε το στραγάλι, φουντούκι κ.α., τοποθετώντας τους ξηρούς καρπούς πολύ ψηλά στην κατάταξη των πηγών έμπνευσης της αργκό.

  1. - Τι έκανε ο ΠΑΟΚ στα πλέι οφ;
    - Τι να έκανε; Τους καθάρισε όλους σαν φιστίκια.

  2. Αυτό το παιδί τρώει τους κεφτέδες σαν φιστίκια. Πού τα βάζει ρε παιδί μου!!!

  3. Μαλάκα έπαθα ζημιά, νόμιζα ότι είχα κάποια σχετικά προσόντα, αλλά αυτή τον ρούφηξε σαν φιστίκι. Σου μιλάω τον εξαφάνισε. Στην αρχή τρόμαξα αλλά μετά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Jonas

Στος. Μου θύμισε και το εξής χαζό ανεκδοτάκι:

[I]- Μαμά, μαμά... το πουλάκι του Γιαννάκη είναι σα φιστίκι...
- Τόσο μικρό;
- Τόσο αλμυρό...[/I]

#2
perkins

Αληθεύει οτι κάπου εκει στην υπερβορέα (Δράμα Σέρρες κουτουλού το φιστίκι αιγίνης το λένε Σαν Φιστίκ;

#3
Stravon

Αληθεύει

#4
perkins

Εμ σαν τι να το λέγανε δηλαδη;

#5
Stravon

Το πρωτοάκουσα στη Θεσσαλονίκη, το λένε σάνφιστικ με άτονο το φιστικ και μακρό το «α». Το γιατί δεν το ξέρω. Ίσως να έχει ΠΟΠ (προστατευμένη ονομασία προέλευσης)

#6
perkins

Πάντως ειναι γαμάτο αστείο ενα φιστίκι να το λένε σαν φιστίκ.
Σαν τζιτζίκ το τζιτζίκι σαν τζατζίκ το τζατζίκι
σαν να είναι όλα απομιμίσεις του γνησιου.
Τα Sun oil δηλαδη που είναι κάτι βενζινάδικα βάζούν αντι για όιλ κάτι σαν όιλ.

#7
Stravon

Υπάρχει και το σαν γαριδάκι

#8
iron

το φιστίκι Αιγίνης (ποικιλία Αίγινα) είναι ΠΟΠ, όντως.

#9
Fotis Nitsiopoulos

τσικι τσικι ξεφλουδίζεις το φιστικι

#10
MXΣ

şam-fıstığı = σαν-φιστίκ = φυστίκι Αιγίνης στα Τούρκικα

#11
chrispis

Το σαν-φιστίκ είναι παραφθορά του τουρκικού «şam f̛istik» = φιστίκι Δαμασκού.

Η Δαμασκός (Şam) είχε ονομαστά κελυφωτά φιστίκια που χρησιμοποιούνται σε όλα τα μεσανατολίτικα σιροπιαστά.