«Έχεις δίκιο βουνό», λέει ο πολύπαθος λαουτζίκος μας για να εξάρει την προσωπικότητα του συνομιλητή και να τον υποστηρίξει στα βάσανα που έχει περιπέσει. Σημαίνει ότι κάποιος έχει «πολύ δίκιο», «υψηλό δίκιο», «μεγάλο δίκιο», τα οποία όλα δεν είναι και πολύ σωστά Ελληνικά αφού το ΔΙΚΑΙΟΝ δεν μετράται σε ποσότητες, αλλά είναι μία απόλυτη έννοια - οντότητα, στην φιλοσοφία. Αι μήν, δεν είναι «countable» («ελληνιστί»).

Ως «αδόκιμη» φράση «παίρνει ελαφρυντικά» καθώς χρησιμοποιείται κατά κόρον ως σχήμα υπερβατό.

Σημασιολογικά, το «δίκαιον» αποκτά ποσοτικές ιδιότητες όταν υπάρχει αναφορά στην καθημερινή πρακτική ενός συστήματος Νόμων - Δικαίου μίας πολιτείας ή συλλογικότητας, τουτέστιν, στη νομή δικαιοσύνης ενός αρμόδιου οργάνου. Τότε «κολλάει» ο συμβολισμός της τυφλής κυράς (που δεν διακρίνει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά προκειμένου να αποδώσει με μεγαλύτερη βαρύτητα προς τη μία πλευρά έναντι της άλλης) με τη σπάθα (που αναδεικνύει το «από καταβολών» απόλυτο στην εφαρμογή της οντολογικής έννοιας του ΔΙΚΑΙΟΥ), αλλά και τη ζυγαριά (όπου μπαίνει η έννοια της «ποσόστωσης» του δικαίου για την εύρυθμη λειτουργία του συνόλου – ήτοι το πολύ ή λίγο δίκιο).

- Με άφησαν απλήρωτο μήνες, μου ‘φάγαν το 30% του μισθού, με ‘στείλαν στο ΙΚΑ να μου πιει το αίμα, κ.α.
- Έχεις δίκιο βουνό ρε Σάββα, αλλά πού να το' βρεις. Δυστυχώς έτσι δουλεύει το σύστημα....

(από perkins, 10/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified