Ένα από τα εργαλεία των απανταχού τσαγκάρηδων που, λόγω της μορφής του, λέγεται και υποτιμητικά κι απαξιωτικά για κοντοστούπηδες κεφάλες.

- Γιαδέ μαλάκα μου, τον κατσαμπρόκο που μας το παίζει και Malone! Χάλασ' ο κόσμος, χάλασε!!

(από sstteffannoss, 01/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
poniroskylo

Πολύ ενδιαφέρουσα λέξη και ωραία που διασώζεται.

Την είχα σκούσει - με τη μεταφορική σημασία - πρώτη φορά σε ηλικία 8-9 ετών από μια θεια μου και γελούσα μια βδομάδα.

Σε ό,τι αφορά την ετυμολογία, προτείνω για το πρώτο συνθετικό το ιταλικό cacciare (=πιάνω), από το γ' ενικό caccia (το κατσαβίδι στα ιταλικά είναι cacciavite), και για το δεύτερο συνθετικό την πρόκα (<κατά Μπαμπινιώτη από το βενετσιάνικο/ιταλικό broco/brocca =καρφί). Που είναι λογικό γιατί ο κατσαπρόκος είναι βασικά ένα κοντό αιχμηρό κατσαβίδι που έκανε τις τρύπες για να μπουν τα καρφιά στα βάρδουλα.

#2
perkins

Τζιζα τονε ξέρεις τον Κατσαπρόγκη;

#3
jesus

όχι ρε θείο...αλλά σε πιμί αν είναι, μην κλείσουμε σπίτια...

#4
perkins

χαχα μη μασας, νομιζω όμως οτι πεθανε.