Μου τελειώνει ο παράς, εξαντλούμαι οικονομικά. Πολύ κοντά στα: «Μένω ρέστος», «μένω χωρίς μία», «μένω στον άσσο», «μένω δίχως σάλιο», «ξετινάχτηκα» κλπ. Όμως δεν φτάνω στο σημείο να χρωστάω.

Το «με ξεπαράδιασαν» υπονοεί μερικές φορές το «μ' έπιασαν κορόιδο», ενώ άλλες πως προέκυψαν πρόσθετα έξοδα που δεν είχα υπολογίσει και δεν μπόρεσα ν' αποφύγω.

- Αυτό το τσαρδί με ξεπαράδιασε.
- Δεν έχεις ανάγκη εσύ, σου χρωστάει ο Θεός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
sstteffannoss

Θεωρώ πως το παραπάνω λήμμα δεν έχει θέση στο σάιτ. Έκανα λάθος. Παρακαλώ, αγνοείστε το.

#2
iron

αναποφάσιστη, μάλλον προς συμφωνώ.

#3
Vrastaman

Είναι αρκούδως σλανγκ για να μείνει.