Το άνω μέρος του δίκοχου της στολής εξόδου των στρατιωτών λόγω της ομοιότητάς του με το ομώνυμο μέρος της γυναικείας ανατομίας, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα όταν το δίκοχο φοριέται και για αυτό συχνά ράβεται για να κλείσει.

- Ράψε ρε τα μουνόχειλα στο δίκοχο! Με τέτοια κεφάλα πουτάνα το' κανες!

(από Nakas, 21/08/11)Αντιστασιακά μουνόχειλα. (από Vrastaman, 22/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Πολύ καλό! Βλ. και μουνί

#2
Μιτζνούρ

Λήμμα που ανεκαλύφθη το πέμπτο έτος λειτουργίας του site.
Αύριο θ' ανεβάσω το κοκορέτσι. Όταν το λάστιχο του ποτίσματος (κι έπεσε πολύ πότισμα λόγω καλοκαιριού) στρίβει περί τον επιμήκη άξονά του, γίνεται κοκορέτσι.
Και θυμώσουν οι χαρτογιακάδες!