Μισοσοβαρή-μισοαστεία κατάρα από Αιτωλοακαρνανία μεριά.
Το παλιούρι είναι ένας γεμάτος αγκάθια θάμνος, εναντίον του οποίου δεν συνιστάται η κατά μέτωπον επίθεση, κοινώς γιούργια. Προφάνουσλυ, ένας αγκαθωτός διάολος που κόβει βόλτες στα σωθικά του αποδέκτη της κατάρας δεν είναι και ό,τι καλύτερο...

Πηγή : Ο φάδερ.

Μωρέ φαταούλα, μισό μπακλαβά είχα φυλάξει να γλυκάνω το δόντι μου, και μόλις γύρισα την πλάτη μου τον σαβούρωσες; Μπα που να 'μπει ο διάολος μέσα σου και να 'ναι φορτωμένος παλιούρια, κερατά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified