Χρησιμοποιείται από τις αρχές του 1900, αντί του μπεκροκανάτα, δηλ. του μόνιμα μεθυσμένου.
Ο ρεμπέτης Κώστας Ρούκουνας.
Χρησιμοποιείται από τις αρχές του 1900, αντί του μπεκροκανάτα, δηλ. του μόνιμα μεθυσμένου.
Ο ρεμπέτης Κώστας Ρούκουνας.
Βλ. και τσικουδόχοιρος
Got a better definition? Add it!
1 comment
Επισκέπτης
ρούκουνας είναι αυτός που ρουκώνεται δηλαδή χώνεται μέσα σε όλα ακόμη και αν δεν τον θέλουν