Selected tags

Further tags

Όταν είσαι τύφλα μετά από κατανάλωση αλκοόλ και χρειάζεσαι σκύλο - οδηγό (ενδεικτικά λαμπραντόρ) για να γυρίσεις σπίτι.

- Φίλε πως περάσατε χθες; έφυγα σχετικά νωρίς.

- Άστα. Τι τις ήθελα τις τεκίλες; Έφυγα με λαμπραντόρ.

Got a better definition? Add it!

Published

Υποδηλώνει την κατάσταση κατά την οποία ένας άνθρωπος γίνεται στουπί, λιάρδα, σκνίπα, ζάντα κλπ, δηλαδή πίνει τα πόδια του, εν ολίγης μεθάει από την υπερβολική κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών. Αλλά μεθάει πολύ.

Ρε 'συ! γιατί ο Γιώργος κάνει οκτάρια; τις κάλτσες του ήπιε πάλι; [face palm] δεν είναι να δει οινόπνευμα αυτό το παιδί, αφηνιάζει! πίνει δίχως αύριο!

Got a better definition? Add it!

Published

Οξεία μέθη η οποία χαρακτηρίζεται από διαταραχές μνήμης, κρίσης, προσανατολισμού, συνέργειας κινήσεων (ιδίως λεπτών και επιτήδειων κινήσεων),μορφασμοί προσώπου, ενώ επηρεάζεται η ομιλία και επιβραδύνονται οι αντιδράσεις.

Χθες ήπια τ'άντερα μου και έπαθα Κάρλο Τζι

Got a better definition? Add it!

Published

Ένα κράμα δυσάρεστου, άσχημου, αμήχανου, ανεπιθύμητου και περίεργου συναισθήματος, προσώπου ή κατάστασης. Παρόμοιο με το κρίντζ.(cringe)

Εμπνευσμένο από τη κ. Κατέλη στο 0:25

Έφτιαξα ένα κέικ για πρώτη φορά. Βγήκε πολύ πνίκει.

Ήπιε πολύ χθές βράδυ και ηταν εντελώς πνίκει.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο έχω πιει τον κώλο μου και το βόσπορο μαζί. Αρχικά συμπτώματα του ολόπιωτου είναι ζαλάδα, ευφορία, τρέκλισμα και στα τελικά στάδια η υπερβολική κατανάλωση σουβλακίων.

- Γύρισα εχτές στο σπίτι κι όπως έβαλα το χέρι στην τσέπη μου έπεσαν κάτι ψιλά και ξύπνησε η γυναίκα μου και λέει: "πως μου ήρθες έτσι ολόπιωτος στο σπίτι?"

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Γερό (εξαθλιωτικό λέμε) μεθύσι, συνοδευόμενο από ξεσάλωμα μέχρι τελικής πτώσεως. Ή και το ανάποδο, δεν θυμάμαι, έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε.

  2. Εξευτελισμός μισητού προσώπου. Μιλάμε για τον ορισμό της απαξίωσης, όχι μαλακίες.

ΣΕ ΠΟΛΥ ΛΙΓΟ ΟΛΟΙ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ. Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΓΕΡΟ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑΣΜΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ. !!! ΗΡΘΑ - ΗΠΙΑ - ΧΟΡΕΨΑ - ΠΕΘΑΝΑ !!!

Αποψε καθομαι στο σπιτι για να ξεκουραστω απο το σκουπιδιασμα της συναυλιας και αναρωτιεμαι... Ποτε θα βρεθουμε οι δυο μας μονοι (μπατσοι, γουρουνια, δολοφονοι).

- Καλα βρε σεις, διαβαζα το thread, δεν υπαρχει κανεις που να πινει για την γευση; Ολο συμβουλες για το πως θα την ακουσετε με την μεγαλυτερη αποδοση (χρηματα * ml alc) / σκουπιδιασμα. Να το ξερω στα γενεθλια σας να σας φερω μια κασα ουισκι απ το Lidl.

εντεινεται το σκουπιδιασμα στην αβυζη ψωλογρια

πλεον αρχιζω και συνηθιζω το vibe αυτης της πολης και καταληγω καθε μερα να ειμαι πιτα σε σπιτια , ειτε το δικο μου ειτε των φιλων μου καθως εξοδοι δεν παιζουν και αρχιζει να μου αρεσει πολυ. Απ την αλλη νιωθω λιγακι ασχημα γιατι πολυ απλα εχω κλειστει μεσα και το μονο που κανω ειναι να σκουπιδιαζω να μην γνωριζω καινουριο κοσμο να μην παρταρω και γενικα να μην ειμαι ενεργητικος στην ζωη μου και το θεωρω πολυ λαθος μεσα μου γιατι ειμαι μολις 18 και σιγα σιγα θα πατησω και τα 19 μου.

θελει ευρω χαμηλο ωστε να μην πεσουν οι εξαγωγες της αλλα οχι πολυ χαμηλο για να μην σκουπιδιασουν τα ομολογα που εχει

και βεβαια είναι ευκαιρια,οταν σκουπιδιαζει και την μεταγενεστερη gt3 rs,και την ακριβοτερη κατά πολύ gt 2 rs με τα πλαστικα τζαμια. [...]Σιγα τα ωα και σιγα το σκουπιδιασμα, τα 4Sec γρηγοροτερα στο Ring των 21Km...

Απο την στιγμη που εχεις κλεισει τα 18 και εχεις ολη τη ζωη μπροστα σου,δεν θα επιτρεψεις σε κανεναν να σε "σκουπιδιασει"οπως συνηθιζω να λεω.

Από τη χωματερή του διαδικτύου.

Got a better definition? Add it!

Published

Άγριο μεθύσι πολυπληθούς παρέας, μεγάλης διάρκειας (άνω των 8 ωρών). Συνήθως ξεκινά μεσημεριανές ώρες με την ατάκα «Λες να πιούμε μια μπύρα;» και καταλήγει σε διαλυμένα μαγαζιά, σπασμένα σκαμπό-καρέκλες, πεταμένα χαρτονομίσματα στη μούρη του μπάρμαν, μπουνιές, κλωτσιές, αυτόφωρα κ.ο.κ.

Οι συμμετέχοντες αποκαλούνται μακελάρηδες, ενώ αυτός που θα γίνει περισσότερο χάλια απ' όλους παίρνει τον τίτλο του αρχιμακελάρη. Στη σπάνια περίπτωση που στο μακελαρισμό συμμετέχει γυναίκα, αποκαλείται επίσης «μακελάρης», εκτός αν πρόκειται για νεαρής ηλικίας κοπέλα, οπότε χρησιμοποιείται ο όρος «μακελαρίτσα».

Απαγορεύεται αυστηρά να κανονιστεί μακελαρισμός εκ των προτέρων.

Δε θυμάμαι ούτε ποιος με πήγε σπίτι χθες. Μιλάμε για τεράστιο μακελαρισμό.

Θυμάσαι τότε που είχαμε μπλέξει από το πουθενά σε αυτό το μπαρ; Μαλάκα, τι μακελαρισμός ήταν αυτός;

Τι μακελάρης είναι αυτός ρε; Τον άφησα στις 14:30 να πίνει μπίρες και τον ξαναείδα στις 4:00 τη νύχτα σε άθλια κατάσταση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

είμαι πολύ μεθυσμένος σε σημείο που βλέπω γύρω μου περισπωμένες, το τονικό σύμβολο της αρχαίας ελληνικής το οποίο μοιάζει με κύμα ̴

Έχει πιει τόσο πολύ που βλέπει γύρω του περισπωμένες.

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που περιγράφει την αλλοπρόσαλλη και εκτός εαυτού κατάσταση που έχει παρέλθει κάποιος, κυρίως λόγω αλκοόλ και λοιπών ουσιών. Η μαγεία της κρύβεται στην μεταφορική και κυριολεκτική ερμηνεία της.

Μεταφορικά μιλώντας, η έκφραση παρομοιάζει το υποκείμενο με ένα μαινόμενο άλογο που χλιμιντρίζει πλέον, αντί να μιλάει, καλπάζει ελεύθερο δεξιά και αριστερά, δίχως ίχνος κούρασης η αντίληψης του χώρου και του χρόνου,προσπαθώντας να τερματίσει μια απροσδιόριστη διαδρομή που ούτε το ίδιο δεν γνωρίζει. Ένα ατίθασο άτι, απελευθερωμένο από τον ζυγό της βάρβαρης σοβαρότητας.

Σε κυριολεκτικό επίπεδο το νόημα βρίσκεται πίσω από την έλλειψη λογικής που διέπει κάθε πράξη του υποκειμένου, καθώς επίσης και στην ανικανότητα του να αρθρώσει μια απλή πρόταση ή/ και λέξη.

Άλογο έγινε πάλι χθες ο Βασιλάκης...Ξεκίνησε την τσέτσα από το απόγευμα και κατά τις 12 άρχισε να χλιμιντρίζει. Στο τέλος φάσωνε κάτι αγάλματα που παίζαν παραπέρα.

Got a better definition? Add it!

Published

Το κείμενο που γράφεις υπό την επήρεια αλκοόλ ή ελαφρών ναρκωτικών ουσιών, συνήθως μοιράζεσαι στα κοινωνικά δίκτυα και, το πιθανότερο, μετανιώνεις μόλις ξεσουρώσεις.

- Μού 'ρθε μια ειδοποίηση για ένα κομμάτι από Eddie Vedder που ανέβασε ο Παυλάρας αλλά δε μου βγάζει τίποτα, τι φάση;
- Α ναι, ήμουν μέσα όταν το ανέβασε... Τέσσερις η ώρα τα ξημερώματα... Λιαρδογράφημα για την πρώην του ήταν, με σάουντρακ... Μάλλον τό 'σβησε όταν ξύπνησε και τσέκαρε τις ειδοποιήσεις...

Βλ. λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified