Ο ψευτόμαγκας που κάνει τον καμπόσο εκεί που τον παίρνει.

Κοίτα να δεις που μόλις τα βρίσκει δύσκολα γίνεται λούης, ο κουραδόμαγκας.

Γιά μάντεψε σκατόμαγκα, ο κώλος μου τί μυρίζει», Θανάσης Παπακωνσταντίνου, «Καντηλανάφτης» (1993) (από vikar, 17/08/11)

βλ. και κουραδόμπεης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
HODJAS

Πρέπει να σημειωθεί η διάφορη έννοια του σκατόμαγκα.
Ο σκατόμαγκας, είναι ένα κωλοπαίδι που φέρεται σκάρτα, παραμένοντας ταυτόχρονα μάγκας, ως τρόπος ζωής.
Τέτοια αντίφαση έχει κι η έννοια της πουστόμαγκας (πούστης μεν-μάγκας δε, συμφωνεί κανείς ή όχι και αναγνωρίζοντας γυμνή την ιδιότητα άνευ προσήμου).

Αυτή η διαφοροποίηση σκατού-κουράδας, έχει σημασία για την κατανόηση όχι μόνο της έντασης-έκτασης των ειδικοτέρων εννοιών που περιλαμβάνει το σημαινόμενο κόπρανο-φάρκα, αλλά και προκειμένου να προσλάβει κανείς όλες τις ειδικότερες εκφάνσεις της μαγκιάς, η οποία δεν έχει πάντα θετικό περιεχόμενο, ιδίως πρόσφατα που η έννοια έχει υποστεί σοβαρή σημασιολογική-κοινωνιολογική φθορά (μεταχουντικώς και ένθεν).
Μάλλον θέλει αυτόνομη ανάρτηση (αλλά πού τώρα)...

#2
iron

μου αρέσει η βαθιά σου ανάλυση

#3
HODJAS

Όπου σκατό και μύγα...
;-)

#4
Khan

Και μετά η Ιρονίκ θα μας αναλύσει την διαφορά μεταξύ σκατίλας και κουραδίλας...

#5
iron

θα το (απο)(σο)δομίσω το θέμα, ναι... θα. αυτή τη στιγμή δεν είμαι σε κουραδομουντ, ζητώ συγνώμη από τον λαό.

#6
Doctor

Αυτό το «μουντ (mood)» μήπως να έμπαινε ως λήμμα (από ότι ήδη δεν υπάρχει και στο γούγλη γύριζει - κάτι λίγα ομολογουμένως - αποτελέσματα).

Βέβαια αγγλιά είναι αλλά η γιαγιούμπαπου θα το ακούσει και θα ψάξει να δει τι σημαίνει να μείνει στην άγνοια;

#7
Doctor

Το «ήδη» θα έπρεπε να είναι «είδα» στο προηγούμενο σχόλιό μου
(ακόμα δεν έχω ξυπνήσει).