Ο ψευτόμαγκας που κάνει τον καμπόσο εκεί που τον παίρνει.
Κοίτα να δεις που μόλις τα βρίσκει δύσκολα γίνεται λούης, ο κουραδόμαγκας.
Ο ψευτόμαγκας που κάνει τον καμπόσο εκεί που τον παίρνει.
Κοίτα να δεις που μόλις τα βρίσκει δύσκολα γίνεται λούης, ο κουραδόμαγκας.
βλ. και κουραδόμπεης
Got a better definition? Add it!