1. Ο έχων πλούσια τα ...ελέη

  2. Ο γενναιόδωρος

ουσ. βαρβατίλα, η

Τί βαρβάτος άντρας είναι αυτός;

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Khan

Ένα από τα μπανεύκολα λολοπαίγνια: Βαρβάτειος σχολή ή Βαρβάτειο = το σχολείο αρρένων, ή γενικά ο χώρος που μαζεύονται πολλοί άντρες, η ψωλαρία.