Aυτός που πανικοβάλλεται πολύ εύκολα.

- Ρε Γιώργη πανικοτρίκωλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η περιοχή εκατέρωθεν του αιδοίου ή αλλιώς του μουνιού.

- Για κοίτα τη μουνοπλακέτα της γκομενίτσας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ομοφυλόφιλη γυναίκα, η λεσβία.

- Για κοίτα της πλακομούνες, χαμουρεύονται πάλι!

Από το πλακομούνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος, κοινώς δια εμάς ο πούστης.

- Τον βλέπεις, όλο κουνιέται ο κωλοβρέχτης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified