Χρησιμοποιείται όπως και το αργότερα, δίνοντας όμως περισσότερη έμφαση.
-Τσακίσου να μαζέψεις το δωμάτιό σου! Σε κυνηγάω εδώ και μια βδομάδα.
-Ωωωωωχου ρε μάνα... Δε μπορώ τώρα, αργοτερότερα μπορεί.
Χρησιμοποιείται όπως και το αργότερα, δίνοντας όμως περισσότερη έμφαση.
-Τσακίσου να μαζέψεις το δωμάτιό σου! Σε κυνηγάω εδώ και μια βδομάδα.
-Ωωωωωχου ρε μάνα... Δε μπορώ τώρα, αργοτερότερα μπορεί.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο του σύρφερ. Να σημειωθεί εδώ ότι το ρ προφέρεται ελαφρώς ως γ, προκειμένου να αποδοθεί η γαλλική εσάνς που απαιτείται.
- Πού είναι αυτός ο σύρφερ επιτέλους! Κάνει πολύ παρέα με τον αντεφέρ και από δουλεία τίποτα...
- Ναι, τους είδα πριν μαζί να χαζεύουν.
Βλ. και άι φέρ', eyefair, άιφερ μάνατζερ, σύρφερ μάνατζερ, τραβαφέρ, φερερές
Got a better definition? Add it!
Η πραγματική έννοια του ουσιαστικού του ρήματος δουλεύω, δεν είναι το λήμμα δουλειά, μα το λήμμα δουλεία. Περαιτέρω διευκρινίσεις φαντάζουν αχρείαστες καθότι όσοι δουλεύουν καταλαβαίνουν ακριβώς την τονική διαφορά μεταξύ των δύο λημμάτων.
- Το βράδυ θα πάμε σε μεταμεσονύκτια προβολή της ταινίας «Μετρόπολις». Θα έρθεις φυσικά!
- Μακάρι να μπορούσα... Μα θα είμαι στη δουλεία ως τις δέκα.
Got a better definition? Add it!
Δάνεισμα της αγγλικής λέξης pure (αγνό). Χαρακτηρισμός ο οποίος αποδίδεται σε καταστάσεις, σε πρόσωπα, σε τόπους και αντικείμενα που είναι καθολικά αγνά.
-Πςς... Πήτερ Τος! Καλά, το κομμάτι αυτό είναι τρελή πιουρίλα.
-Η παραλία που πηγαίνω κάθε χρόνο έχει απίστευτη ομορφιά. Σκέτη πιουρίλα.
Βλ. και επικίλα.
Got a better definition? Add it!
Αντί του λήμματος Τέλος, εναλλακτικά χρησιμοποιείται και το λήμμα τελείωμα.
- Σου είπα ότι δεν θέλω να σε ξαναδώ! Τελείωμα...
Got a better definition? Add it!