Δηλαδή: Ηλίου φαεινότερο, είναι μπροστά σου, δεν το βλέπεις βρε κεφάλα, θα πέσεις επάνω του και θα σου βγει το μάτι!

Εμφανίζεται και με την έννοια «το κατέστρεψες το αντικείμενο» που πηγάζει από τις κουκλίτσες που τα μικρά παιδιά έχουν και συνήθως τους βγάζουν τα μάτια: «του έβγαλες τα μάτια!».

Χρησιμοποιείται και σαν κατάρα σε όσους ματιάζουν, με την μορφή «τα μάτια που του βγήκαν και του σκάσανε».

Τέλος, οι απατημένες σύζυγοι λένε «θα του βγάλω τα μάτια του μπινέ που με παράτησε»!

Βολιώτης στην Αθήνα ρωτάει να μάθει: - Συγγνώμη κύριε μήπως ξέρετε που είναι η Ακρόπολη;

Ο Αθηναίος (η απάντηση στα αλβανέζικα): - Καλά ρε φίλε δεν τη βλέπεις βγάζει μάτι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καραβανέζικος όρος που τον χρησιμοποιούν οι παλιοσειρές κατά την εκτέλεση καψονιού (ΣΩ.ΒΕ, σωματική βελτίωση το λένε).

Ο παλαίουρας φάνταρος προς το νεούλι:

Πάρε 20, ρε παλιομπακαλιάρε υπηρεσίας και καπάκι... ακόμααα;;;; ρεεεεε θα σε πήξω, θα σου πιω το αίμα με το μπουρί από την σόμπα ρεεεεε, κ.α.π.π (και άλλα πολλά παρεμφερή).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με κόλλησε στον τοίχο σημαίνει με διόρθωσε σε τέτοιο βαθμό που δεν έχω να αντιπαραθέσω τίποτα στα επιχειρήματα του.

Και κυριολεκτικά σε ένα καυγά με χειροδικία.

  1. Είχα μείνει άφωνος... με είχε κολλήσει στον τοίχο με τα επιχειρήματα του.

  2. Τον έπιασε στο μπουνίδι και τον κόλλησε στον τοίχο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλακιοβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως.

Τουβλοβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως.

Στρατιωτική αργκό για τα φανταράκια μας όταν λένε διάφορα περίεργα / χαζά / παλαβά.

Το άνευ οπισθοδρομήσεως αναφέρεται στο Π.Α.Ο, αρχικά του «πυροβόλο άνευ οπισθοδρομήσεως». Όπως λοιπόν όταν αυτό το όπλο βάλλει κατά του στόχου δεν παράγει οπισθοδρόμηση, έτσι και οι μαλακίες εκτοξεύονται χωρίς ο εκτοξευτής να οπισθοδρομεί σε αυτά που λέει.

Δεν παραθέτω περισσότερες πληροφορίες για το ανωτέρω όπλο. μιας και είναι απόρρητο από το Βιετνάμ!!!

Τι λε ρε παλιόψαρο που μας γέμισες με Μ.Α.Ο και Τ.Α.Ο με αυτές τις μαλακίες που λες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη μου κολλάς σημαίνει μη με στριμώχνεις, διότι θα επέλθει σύγκαμα και μετά πόνος.

Μη με ζορίζεις, μη με πιέζεις, μη μου τη σπας, μη μου τα πρήζεις και άλλα συνώνυμα.

Μη μου κολλάς ρε γυναίκα δεν έχω τα φράγκα να σου πάρω γούνα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τέλεια σοβατισμένη επιφάνεια ενός τοίχου.

Τι έκανες ρε μάστορα, έγραψες! Και γαμώ το χαρτί από τα πλάγια... Στην πρόσοψη όμως του γάμησες τη μάνα που το πέταγε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σαν προειδοποίηση όταν οι επιθυμίες κάποιου είναι, αν όχι ανέφικτες, δύσκολο όμως να πραγματοποιηθούν.

Απλώνει να πιάσει μακρύτερα από την απόσταση των χεριών του, με αποτέλεσμα να αφήσει αυτό που έχει σίγουρο και να προσπαθεί να φτάσει μακρύτερα από όπου μπορεί.

Αφήνοντας τα αυγά σου ανυπεράσπιστα, μπορεί κάποιο αρπακτικό να τα πάρει και να τα χάσεις και αυτά.

Επίσης όταν υπάρχει καυγάς και θέλεις να συμμετάσχεις, ο κολλητός σου που σε λυπάται ή και που βαριέται να σε μεταφέρει στων πρώτων βοηθειών, βλέποντας πού πας να μπλέξεις, σου λέει «κάτσε στα αυγά σου ρε!»

Τι την θες την αμαξάρα ρε, δεν σκέφτεσαι τις δόσεις, θα σε γονατίσουν, κάτσε στα αυγά σου καλύτερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή και «οσμίζομαι απάτη από τον απατεώνα». Το λέμε μεταφορικά, μια και η απάτη ή ο απατεώνας δεν εκπέμπουν κάποια μυρωδιά τ. απατεινήλας.

Bέβαια υπάρχει και η σχολή που υποστηρίζει ότι: στους ιδρωτοποιούς αδένες (πέντε μύρια περίπου στο ανθρώπινο σώμα) ζουν τα βακτήρια που τρώνε τις απορρίψεις (τα αποκρίματα του σώματος) που φεύγουν με τον ιδρώτα και κατ’ επέκταση παράγουν (τα βακτήρια) τα δικά τους αποκρίματα, τα οποία μυρίζουν (εφόσον δεν πλενόμαστε τακτικά). Κατά την διεξαγωγή απατεωνιάς παράγεται ιδρώτας (ο λεγόμενος κρύος) οπότες τον μυρίζομαι τον απατεώνα από την απατεινήλα του.

(πέφτουν 50 από εδώ και από εκεί στο τραπέζι)

-Λέγε ρε πόσα βάζεις; -60 ρε -Νταξ ρε, δικά σου τα 100, κέρδισες τα φράγκα δώσε 60 τώρα.
-Χμμμ μυρίζομαι απατεινήλα...
...και πάει λέγοντας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το «puzzle».

Έχω «παζολιαριστεί». Τι να κάνω, είμαι σε δίλημμα; Είμαι προβληματισμένος.

Να μια μικρά συλλογή παζολιαρισμάτων:

  1. Παίρ(ν)ομεν έναν σκοινίν.
    Περάζομ’ ατο ας σο στόμαν και βγάλουμ’ ατο ας ‘σον κώλον.
    Σ’ εμπρός το μέρος δένουμεν έναν σκατόν.
    Σ’ απίς ‘πα το μέρος, δένομεν ένα αγγούρ’!
    Συρτς να εβγάλτς το αγγούρ’ ας σον κώλο ‘ς, έμπέν το σκατόν ‘σο στόμα ‘ς.
    Συρτς να εβγάλτς το σκατόν ας ‘σο στόμα ‘ς εμπέν το αγγούρ’ σον κώλο ‘ς.
    Αρ ‘ατο εν τω παζολιάρισμα!

  2. Η αδελφή μου γέννησε, αλλά δεν ξέρω αν είναι αγόρι ή κορίτσι κι εγώ αν είμαι θείος ή θεία.

  3. Να βγω έξω για να βλέπω αυτό που δεν μπορώ να πηδήξω ή να μείνω μέσα για να πηδήξω αυτό που δεν μπορώ να βλέπω;

  4. Είσαι στο αυτοκίνητο και οδηγείς, ενώ έξω βρέχει καταρρακτωδώς.
    Περνάς από μια στάση λεωφορείου όπου συναντάς τρία άτομα να περιμένουν:

  5. Μια γριούλα που πεθαίνει
  6. Ένα φίλο από τα παλιά που σου έσωσε κάποτε τη ζωή.
  7. Τη γυναίκα / άντρα των ονείρων σου. Τι κάνεις;;;

  8. Επιχειρηματολογία ενός πατέρα στο δικαστήριο, ώστε να αποκτήσει την κηδεμονία του παιδιού του: «Κυρία δικαστά, όταν ρίχνετε ένα νόμισμα στο μηχάνημα για να πάρετε μια pepsi, μόλις βγει η pepsi ανήκει σε σας ή στο μηχάνημα;».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρήση έχει σε όλες τις επί χρήμασι εκδηλώσεις που δεν έχουν κανέναν θεατή -ή έστω ελάχιστους- και είναι καταδικασμένες.

Δεν λένε «δεν έκοψε ούτε ένα εισιτήριο», αλλά «δεν έκοψε ούτε ένα ευρώ», θέλοντας να δώσουν έμφαση στην αποτυχία της εκδηλώσεως.

- Ρε συ, πήγες στην (τάδε) εκδήλωση;
- Πήγα και ήταν ελάχιστοι, έμαθα μετά ότι δεν έκοψε ούτε ένα ευρώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified