Το στέλεχος ή ο υποστηρικτής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, είτε ξένος είτε εγχώριος. Και γενικότερα όποιος πιστεύει ότι «ένας δονητής μας χρειάζεται» κατά το «ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται» ή «αν δεν υπήρχε δονητής θα έπρεπε να τον εφεύρουμε». Συχνά το βλέπουμε στην πάγια φράση Βρυξελλιώτες και Δουνουτάδες, όπου πρόκειται για δύο αλληλοπεριχωρούμενες/ αλληλεπικαλυπτόμενες πλην διακριτές οντότητες, όπως λέμε κλέφτες κι αρματολοί ή Γραμματείς και Φαρισαίοι ένα πράμα. Ήτοι, ενώ και οι δύο είναι υποστηρικτές των κουτόφραγκων, ο βρυξελλιώτης διατηρεί κάποιο σεβασμό για τον ευρωπαϊκό θεσμικό πολιτισμό, είναι γενικά πιο ευρωκεντρικός, ενώ ο Δουνουτάς είναι πιο αμερικανάκι και οι φίλοι του τον φωνάζουν Τζέφρι.

  1. Εκείνο το σύνθημα έξω οι Αμερικανοί τι έγινε, πήγε να πάρει οδηγίες;
    Κατά τα άλλα ο Παπαδόπουλος ήλθε από τους Αμερικάνους,οι σημερινοί από ποίους ήλθαν; Ερωτημα μήπως ήταν καλλίτερα με Παπαδόπουλο χωρίς ΔουΝουΤαδες;
    Μέχρι τότε η χώρα δεν χρωστούσε τίποτα, ήλθαν οι κλέφτες και μας τα έφαγαν, ΦΕΡΤΕ ΛΟΙΠΟΝ ΤΑ ΚΛΕΜΜΕΝΑ ΠΙΣΩ.
    (εδώ).

  2. Σεβαστέ μου Μίκη, [...] Δεν σας κρύβω ότι ένιωσα χαρά και ανακούφιση που βρέθηκε ένας μεγάλος Έλληνας σαν εσάς και όρθωσε το λόγο του στην λαίλαπα των ΔουΝουΤάδων και των εγχώριων υποτακτικών της. (εδώ)

  3. Σύντροφοι ένα είναι το μνημόνιο και πέρασε από την βουλή, μπορείτε να το διαβάσετε και στη γλώσσα των Δουνουτάδων και στην δική μας...σε άλλη γλώσσα δεν μεταφράσθηκε. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Update του γυαλί μαλλί και παντελόνι Lee, το οποίο περιλαμβάνει μεν αυτούς που έχουν υφάκι κάπως, άποψη και επιτήδευση στην εμφάνισή τους, αλλά δεν ακολουθούν την επίσημη φιρμάτη πεπατημένη της μοδός. Περιλαμβάνει δηλαδή και αλτέρνια, ασχημίνδες και λαϊκογάμητους τύπους οι οποίοι όμως είναι τρέντι με τον τρόπο τους (και οπωσδήποτε με την καλή έννοια). Άλλωστε το χαϊμαλί έχει προ πολλού φύγει από τον ιδεολογικό χώρο των ταγάρων με υπερκουλτουρίαση, και το έχουν προσλάβει και διάφορα τρεντυφατσουλάκια που αισθάνονται την κλήση να επιδοθούν σε λατέρνατιβ σπρετσατούρα. Πριν με προλάβει ο Τζήζας, να πω ότι η έκφραση κάτω απ' το αυλάκι είναι γυαλjί μαλλjί και χαϊμαλjί. Τα δε Ημισκούμπρια το λένε «γυαλί μαλλί και χαϊμαλί κι ένα τατού με όρνια».

  1. Γυαλί, μαλλί & χαϊμαλί:
    Εmo, «τρέντηδες», «κάγκουρες», όλοι μια οικογένεια είμαστε. Κι όλοι πρέπει να φοράμε τα ρούχα που μας φτιάχνουν τη μέρα - και τη νύχτα. (δώθε).

  2. Τη θέση των λαδωμένων τσουλουφιών με τις μυτερές φαβορίτες θα πάρουν τα μαλλιά, τα γυαλιά και τα χαϊμαλιά και η δυτική νεολαία θα στραφεί στην Άπω Ανατολή για ν’ αναζητήσει πρότυπα ενάντια στο βιομηχανικό πολιτισμό της Δύσης. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Στην στρατιωτική ιδιόλεκτο, είναι εξαιρετικό είδος πουλάδας και σημαίνει ότι ο αλεξιπτωτιστής που την φέρει έχει κάνει πολλές νυχτερινές πτώσεις, οπότε είναι και γαμώ τους πουλαδερούς.

- Την μαυροπουλάδα που πέρασε την είδες ρε πατόψαρο; Ψάρωσε τώρα, όπως σου αξίζει!

Μαύρη μαυρίλα πλακωσε μάυρη σαν καλιακούδα (από GATZMAN, 20/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος βουτιάς, όπου ο βουτηχτής πέφτει από μεγάλο ύψος με τα πόδια οκλαδόν, τα χέρια μαζεμένα, και τον κορμό σχετικά κουρνιαστό. Σηκώνει πάρα πολύ νερό, γι' αυτό άλλωστε και ονομάστηκε έτσι, καθώς μετά το πέρας ο χώρος θυμίζει βομβαρδισμένο τοπίο. Για μια πλήρη καταλογογράφηση των βουτιών, δες το χότζειο πατσά.

- Καλά τι μπόμπα ήταν αυτή, λούτσα μας έκανε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και το κοντοσείρι, δηλαδή οι φαντάροι που έχουν καταταγεί με μία σειρά διαφορά, σε διπλανές ΕΣΣΟ. Όπως παρατηρεί και ο ΑΛΛΟΣ, είναι πάντα ο λίγο πιο νέοπας αυτός που θυμίζει στον λίγο πιο παλαίουρα ότι είναι παρασείρια, μήπως και προσλάβει λίγο την αχλύ του χρόνου. Ο παλιός δεν θα πει ποτέ έναν λίγο πιο νέο παρασείρι, από φόβο μήπως κολλήσει μέρες.

Λέγεται και «παρασειρά».

- Πού 'σαι ρε παρασείρι; Τι μου κάνjεις;
- Γνωριζόμαστε κύριε ψάρακα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνεκδοχικά, το στέλεχος θεσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως όποιος κουτόφραγκος έρχεται στην Ελλάδα για να κάνει επιθεωρήσεις και υποδείξεις. Υπάρχουν βέβαια και οι εγχώριοι βρυξελλιώτες, δηλαδή οι πολιτικοί που έχουν ευρωκεντρική ιδεολογία, προσανατολισμό και πρώκταγμα.

Οι βρυξελλιώτες συναντώνται ενίοτε στην πάγια φράση βρυξελλιώτες και δουνουτάδες. Πρόκειται για δύο αλληλοπεριχωρούμενες και αλληλεπικαλυπτόμενες οντότητες, πλην αρκούδως διακριτές, πώς λέμε κλέφτες κι αρματολοί, ή Γραμματείς και Φαρισαίοι, ένα πράμα; Ήτοι ο βρυξελλιώτης μπορεί να είναι σπασαρχίδης και κουτόφραγκος, πλην συνδέεται με μια ευρύτερη ευρωπαϊκή ιδεολογία ή σεβασμό προς τον ευρωπαϊκό θεσμικό πολιτισμό (λέμε τώρα), έχει ένα βύζιον βρε αδερφέ, ενώ ο δουνουτάς είναι αμερικανάκι κι ακόμη περισσότερο ξευτίλας.

  1. Moυ τη δίνει που έμαθα πόσα ξόδεψε ο Βρυξελλιώτης Όλι Ρεν και οι παρατρεχάμενοί του για ένα μόνο γεύμα. Λοιπόν... Όταν μας επισκέφθηκε πήγε με μια συνοδεία 20 ατόμων σε γνωστό εστιατόριο των Αθηνών. Εκεί ξόδεψαν σε φαγητό ούτε 1, ούτε 2, ούτε 3.000 ευρώ. Μαθαίνω ότι έκαναν λογαριασμό 19.000 έουρος!!!! Μου τη δίνει που αυτοί οι κύριοι δήλωσαν προ μηνός ότι μπορούμε να ζήσουμε με 700 ευρώ. (από φοράδα)

  2. Η λύση είναι μία: Υπουργός Οικονομίας Βρυξελλιώτης και όχι κολονακιώτης. (εδώ)

  3. Παπαρολοζί στην παπαρολοζί, πέρασαν τα χρόνια και τώρα με το άλλοθι βρυξελλών κάνουν όλοι «πα-πα-πα» και το τουρλού σιγοβράζει. Ε, ναι λοιπόν είμαι βρυξελλιώτης! Καλά κάνουν.΄Αμα θες δημόσιο αγάπη μου να δουλέψεις όσο και το μουλάρι ο άντρας! Άμα δε σ’ αρέσει να πα να βρεις εργασία στον ιδιωτικό στίβο! (εδώ).

  4. Ο βουλευτής του Κιλκίς, γνωστός εκείνη την περίοδο ως «ο Βρυξελλιώτης», με τις πολλές φιλοδοξίες είχε εγκαίρως τοποθετηθεί στο πλευρό του Γιώργο Σουφλιά και μπαινόβγαινε στο στρατηγείο του στην οδό Βεντήρη. (Από τα Νέα).

  5. Διότι Θράκα όσο βρυξελλιώτης είναι ο παπακωνσταντίνου άλλο τόσο και περισσότερο είναι τα γαλάζια στελέχη. (Αντινέα).

Got a better definition? Add it!

Published

Το μοντέλο monkey Z50 της Honda. Δες το λήμμα μπόμπος του Perkins για πλήρη ορισμό. Λογοπαίγνιο με το Ζ και το υποκοριστικό του γυναικείου ονόματος Ζέτα, αφού η σχέση με το εν λόγω όχημα είναι ιδιαίτερα ερωτική.

  1. Παιδιά το ζετάκι μου αρχίζει και κάνει νερά... Μου καίει συνέχεια μπουζί. Από την μέρα που το έβγαλα από το φτιάξιμο έκαιγε μπουζί κάθε φορά που το έβαζα βενζίνη. (Από φοράδα).

  2. κλαπηκε ζετακι lifan μαυρο απο την περιοχη της βουλιαγμενης με πινακιδα ΑΖΕ-;;;; Το χαρακτιριστικο ειναι πως εχει κομενη σχαρα (εκει ηταν πιασμενο με κουλουρα) και φλασακια μικρα after market. (εδώ)

Αν προσέξατε τον κώλο, είστε τουκανιστής (από Khan, 23/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Κάποιος που ντύνεται πολύ βαριά με επάλληλες στρώσεις ρούχων και δίνει την εντύπωση φουσκωμένου σαλαμιού.

- Καλώς τον μπάρμπα-χειμώνα! Γιατί είσαι σαλάμι με τέτοια λιακάδα;

Got a better definition? Add it!

Published

Τα γυαλιά, η τζαμαρία, επειδή θυμίζουν γυάλινη προθήκη.

Πάσα: Jeanoir.

- Ώπα γιατρέ μου, μην με ασπάζεσαι, γιατί θα τσουγκρίσουμε τις βιτρίνες μας.

Το παιδί με τις βιτρίνες, πέθανε πριν δύο μήνες  (από GATZMAN, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Βάζω χειρόφρενο στο αυτοκίνητο. Μεταφορά από το δέσιμο των πλοίων.

Πάσα: Jeanoir.

Όταν άκουσα τον περίεργο θόρυβο, πήγα το αμάξι στο πλάι, έδεσα, και βγήκα να δω τι συνέβη.

Got a better definition? Add it!

Published