Αυτός που λέει ψέμματα με σκοπό να εντυπωσιάσει τον συνομιλητή του.

-Βγήκαμε χτες με τον Γιάννη για ποτό. -Καλά περάσατε; -Ωραία ήταν, αλλα πολύ παραμυθάς αυτός ο Γιάννης βρε παιδί μου. Προσπαθούσε να με κάνει να πιστέψω οτι κάθε βδομάδα έχει και διαφορετική κοπέλα επειδή αγόρασε καινούργιο αμάξι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άκακος άνθρωπος, αυτός που δε μπορεί να προξενήσει κακό σε κάποιον άλλο.

-Πώς ανέχεται και του μιλάει έτσι η γυναίκα του; Εγώ θα την είχα πλακώσει στα χαστούκια και μετά θα την χώριζα! -Δεν τον ξέρεις τώρα τον Γιάννη; Αρνάκι ήταν ανέκαθεν, πού να τολμήσει να μιλήσει άσχημα η να σηκώσει το χέρι του;

Got a better definition? Add it!

Published

Δείχνει το άτομο που είναι μόνο του, που το έχουν εγκαταλείψει και δεν έχει κανέναν κοντά του.

Την βλέπω την γιαγιά που μένει μόνη της απέναντι και τη λυπάμαι. Τα παιδιά της έφυγαν πριν απο 20 χρόνια για την Αμερική και έμεινε σαν την καλαμιά στον κάμπο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δείχνει τον άνθρωπο που τον έχουν παρατήσει αβοήθητο, χωρίς καμία βοήθεια ή στήριξη.

Τον χώρισε η γυναίκα του και του πήρε το σπίτι, τα παιδιά, το αμάξι και τώρα είναι μόνος του σαν το σκυλί στ' αμπέλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρίχνω βίαια κάποιον στο έδαφος. Συναντάται σαν όρος κυρίως όταν αφορά σε παιχνίδια ποδοσφαίρου.

Είδες χάλια η διαιτησία; Τον γκρέμισε τον επιθετικό ο τερματοφύλακας και δεν έδωσε πέναλτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντικείμενο πολυχρησιμοποιημένο, με φθορές, που βγάζει πολλά προβλήματα και δεν συμφέρει να το έχουμε στην κατοχή μας και να το συντηρούμε. Συνήθως πρόκειται για αυτοκίνητα, μηχανάκια κλπ.

Κοίτα καπνούς που βγάζει το μπροστινό αμάξι! Καλά τώρα είναι δυνατόν να πέρασε ΚΤΕΟ αυτό το ρημάδι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοούμε το μαλθακό παιδί, το καλομαθημένο, που δεν αντέχει τις κακουχίες και γενικά δεν μπορεί να κουράζεται.

- Πώπω τι βουτυρόπαιδο είναι αυτός ο Κώστας! Παίζαμε χτες μπάλα με τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς και μόλις έπεσε και χτύπησε το γόνατο του, έφυγε τρέχοντας για τη μαμά του να του το δέσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τη μαύρη διάλεκτο στις Η.Π.Α.:
1. Αυτός που παραπονιέται συνέχεια.
2. Ο αδύναμος και φοβιτσιάρης άντρας.
3. Η γυναίκα ή ο άντρας που δεν χαίρει καμιάς εκτίμησης ή συμπάθειας.

  1. - You bitch at people? Is that all you do?
  2. - Dayum, youz a weak bitch if you lost that fight.
  3. - Dayum I hate that bitch! She's a bitch dude, off top!

The goal of a bitch. (από Galadriel, 02/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο προαγωγός/ νταβατζής στην μαύρη διάλεκτο των Η.Π.Α. Επίσης: P - Person
I - Into
M - Marketing
P - Prostitutes

- Yo son, I am a motherfuckin' P.I.M.P.

Βλ. και τσάρλης, ο, πορνοβοσκός, ο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόρνη, η εύκολη γυναίκα που πηγαίνει με τον καθένα, σύμφωνα με τη μαύρη διάλεκτο των Η.Π.Α.

- Don't marry that hoe, she sucked too many dicks and you know the old saying, you can't turn a whore into a housewife.

ο πληθυντικός (από Jonas, 17/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified