Ένας τύπος που είναι μυγιάγγιχτος και κλαψομούνης και γενικά φλώρος.

Μη μας φέρεις όμως και τον Δημήτρη στην παρέα, είναι πολύ μουνιόγκος και θα ψάχνουμε να βρούμε μέρος για να κάτσουμε δύο ώρες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φαντάρος που έχει έξοδο στον στρατό και θα την χρησιμοποιήσει όπως πρέπει.

-...οπότε σήμερα είναι σεξοδούχος ο Μιχάλης!
-Όχι, εξοδούχος είναι! Σιγά μη γαμήσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί για «κι ύστερα ήρθαν οι μέλισσες», όταν κάνουμε κάτι στο τέλος, αφού πρώτα έχουμε κάνει άλλα πράματα.

- Και τι κάνατε χτες με την Μαρία;
- Ε πήγαμε στο σινεμά να δούμε τον Οδηγό Διαπλοκής.
- Και μετά;
- Bρήκαμε τον συμφοιτητή της τον Γιώργο και πήγαμε στο Γκάζι. Και μετά είπαμε να φάμε, αλλά δεν βρήκαμε τίποτα και φάγαμε σουβλάκια.
-Κι ύστερα;
-Κι ύστερα ήρθες και μ' έλυσες.

Τραγούδι της Μαρινέλλας, σε στίχους Λίνας Νικολακοπούλου και μουσική Σταμάτη Κραουνάκη από την ομώνυμη σειρά. (από Khan, 26/01/14)Το λολοπαίγνιο του Κωστάκη Ανάν. (από Khan, 26/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί για το «ή ταν ή επί τας», που πολλοί δεν ξέρουν να το πουν.

Οι Σπαρτιάτισσες μάνες, όταν ο γιος τους πήγαινε στον πόλεμο, του έδιναν την ασπίδα λέγοντάς του: Ή σούρτην ή φέρτην! Τα σούρτα φέρτα απαγορεύονται! Λοιπόν, έτσι κι σ' εμάς, τα σούρτα φέρτα απαγορεύονται. Ή θα πάμε μέχρι τέλους ή θα ηττηθούμε!

Και στις Μπραχάμες όμως! (από Khan, 26/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στις χειμωνιάτικες μέρες που έξω βρέχει ή χιονίζει και κάνει κρύο, το ζευγάρι δένεται περισσότερο μέσα στην ζέστη του σπιτιού (όσοι έχουν θέρμανση) και κάνουν διάφορα πράγματα.

- Πάμε κανά σινεμά τσιμπητέ;
- Πού να τρέχουμε μέσα στην καταιγίδα; Θα κάτσουμε μέσα με την Λούλα. Κάνει παγωνιά, καιρός για εξήντα εννιά!

Σχετικοάσχετο (από Khan, 26/01/14)

Καιροί για έρωτες: κάνει κρύο, καιρός για δύο, κάνει κρύο, καιρός για τρίο, κάνει παγωνιά, καιρός για εξήντα εννιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ολοήμερη εκδρομή στο σχολείο που όλοι έχουν διάθεση να λολάρουν και να τρολάρουν.

- Πήγαμε μια λολοήμερη στο Ναύπλιο άλλο πράγμα. Όλη την ώρα λολάραμε! Να μην είχαμε και τα τρολ μες στο πούλμαν τι καλά που θα ήτανε!
- Λολ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πέτρα του σκανδάλου στα ποδανά.

Με τέτοιο ζιβύ πώς να μην είναι σκάλα των πετράλων μετά;

(από Khan, 07/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified