Έχει παρόμοια έννοια με αυτή της ''τσιμπουκοπνίχτρας'', της γυναίκας που κάνει ασύστολο σεξ ή/και έχει πρόστυχη ψυχή.
Με τα κουνήματα και τις πίπες του την έφαγε τη θέση η ψωλογλείφτρα!
Έχει παρόμοια έννοια με αυτή της ''τσιμπουκοπνίχτρας'', της γυναίκας που κάνει ασύστολο σεξ ή/και έχει πρόστυχη ψυχή.
Με τα κουνήματα και τις πίπες του την έφαγε τη θέση η ψωλογλείφτρα!
Got a better definition? Add it!
Αυτός που ουσιαστικά δεν κάνει τίποτα, ο οκνηρός, ο αναποτελεσματικός. Κατά μια άλλη έννοια ο φοβισμένος.
- Θα τελειώσει επιτέλους τη δουλειά;
- Ποιός; Αυτός ο ψωλοκλανιάρης;
- Μπαμπά ο Μήτσος μου είναι ατρόμητος!
- Ποιός; Αυτός ο ψωλοκλανιάρης;
Got a better definition? Add it!
Η σιγανοπαπαδιά, η χαμηλοβλεπούσα που θα πετύχει αθόρυβα το σκοπό της, εκδίδοντας και το σώμα της αν χρειαστεί, και θα σου φέρει και μια μαχαιριά πισώπλατα άμα της δοθεί δυνατότητα.
-Είδες; Με δυο πτυχία και διδακτορικό του'φαγε του Γιώργου τη θέση του διευθυντή η ψωλοπιπίτσα.
- Σου φαίνεται περίεργο; Αφού όλο του πέταγε τις βυζάρες της στη μούρη του αφεντικού!
Got a better definition? Add it!
Αυτή που αρέσκεται στο στοματικό σεξ ακόμα και στα πεταχτά, σε κανένα σοκάκι, καμιά πιλοτή πολυκατοικίας ή στο ασανσέρ. Μεταφορικά η βλαμμένη και τεμπέλα γυναίκα.
Got a better definition? Add it!
Ο μαλάκας, αυτός που λέει κουβέντες στον αέρα και κάνει πράγματα στο γόνατο, ο τεμπέλης, ο ανεύθυνος άνθρωπος.
Άστον μωρέ τον ψωλοτρίφτη, ένα αυγό δεν ξέρει να βράσει!
Got a better definition? Add it!