Είναι το υποκοριστικό για την σαπίλα που επικρατεί στα βρωμερά πιτόγυρα και πίτσες που προκαλούν δηλητηρίαση.
- Για πες το τηλέφωνο από εκείνο το πιτογυράδικο.
- Ωωωω. Θα φάμε σαπιλίτσα σήμερα;
- Αμέεεεεεε.
Είναι το υποκοριστικό για την σαπίλα που επικρατεί στα βρωμερά πιτόγυρα και πίτσες που προκαλούν δηλητηρίαση.
- Για πες το τηλέφωνο από εκείνο το πιτογυράδικο.
- Ωωωω. Θα φάμε σαπιλίτσα σήμερα;
- Αμέεεεεεε.
Got a better definition? Add it!
Είναι η σιχαμερή λευκή ουσία, γνωστή επιστημονικά και ως σμήγμα, που πιάνουμε στην πούτσα όταν έχουμε να αλλάξουμε σώβρακο 2 βδομάδες. Χαρακτηριστικό της είναι η λευκή σαν τυρί υφή της και η απαίσια μυρωδιά της.
Το φετέισον προέρχεται από το temptation (μεγάλη επιτυχία του Arash) και την ελληνική φέτα.
Πω ρε μαλάκα, έπιασα φετέισον στην πούτσα μου... Θες λίγο;
- Έχω να κάνω μπάνιο 2 εβδομάδες και όχι μόνο αυτό, την παίζω και χύνω στο σώβρακο.
- Ω ρε φίλε, θα έχεις πιάσει τρελό φετέισον.
Συνώνυμα: τυράκι. Σχετικά: τυρί, ούρδα, αλμυρόπουτσα, μυτζήθρα. Δες και -έισον, -έισιον.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified