Χαρακτηρισμός για βρώμικο αντικείμενο που βρίσκεται ή γεγονός που εξελίσσεται στο δρόμο.

Ο μη εξαντλητικός κατάλογος παραδειγμάτων χρήσης περιλαμβάνει λιπαρά σάντουιτς από καντίνες του δρόμου, χιπχοπικές σκληρότητες, αλητείες (παρ. 1) και καρτέρια (παρ. 2), σεχ ή / και phone σεχ κατά τη διάρκεια οδήγησης (δεν υπάρχει αυτό; τι λες, αλήθεια; και κανονικά και τηλεφωνικά λέμε...). Δηλαδή βρώμικα πράγματα επί του δρόμου. Δρόμικα. Καλό, ε;

Βασικές σπαζοκεφαλιές που προκαλεί ένα δρόμικο: πώς θα τη σκαπουλάρω χωρίς να με πάει αίμα / χωρίς να χύσω στην άσφαλτο αίμα / χωρίς να γαμήσω την εγγύηση του iphone όταν χύσω.

Πάσα: patsis (είχες δίκιο είναι υπαρκτό!)

Παρ. 1 - Hip hop: Μπαίνω και πάλι ξαφνικά, μπαίνω και πάλι λυρικά,
μπαίνω και πάλι φιλάρα για να φέρω σαματά,
ΜΕ σκόπιμο, μπόλικο, βρώμικο, δρόμικο, μόνιμο, νόμιμο, υλικό, λυρικό, κυνικό, ηθικό, αληθινό, αλήτικο, αλύπητο
για ν’ ανεβάσω το επίπεδο, να δείξω το αντίθετο...

Παρ. 2 - Hip hop: Ένα δρόμικο break… Κι απ’το στημένο το καρτέρι μας το δρόμικό
μου καλλωπίζεσαι για χρόνια σε καθρέφτη βρώμικο
με της σκιάς τα λόγια και των γονιών τις συμβουλές
ξυραφιάζεσαι κι αμέσως κρύβεις τις ουλές...

Παρ. 3 - Hop hop: Οδηγεί, ταυτόχρονα μιλάει στο κινητό:
- ... μπλα μπλα μπλα (την κλείνει φορτηγατζής - βρε άσταδγιάλα μαλάκα θα σκοτωθούμε)
- ...αν είναι να μιλάς πρόστυχα στο φορτηγατζή, δεν μιλάς καλύτερα πρόστυχα σε μένα...
- Πλάκα μου κάνεις τώρα! Θες να κάνουμε phone sex όσο παλεύω με το στροφιλίκι; - Μα έλα να κάνουμε ένα δρόμικο ντε! (ναι, είσαι χαζή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους μαραγκούς και τους μηχανικούς, η σφήνα έχει μια καθωσπρέπει έννοια, την οποία όλοι γνωρίζουμε και γω βαριέμαι να αναπτύξω εδώ. Θα ασχοληθώ με τις σλανγκ σφήνες, τουτέστιν:

  1. Το να φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν, το να χώνεσαι ανάμεσα στο νταραβέρι δύο ανθρώπων μπλοκάροντάς τους, ακριβώς όπως μια σφήνα χώνεται πχ κάτω από ένα παραθυρόφυλλο και το ακινητοποιεί, παρόλο τον αέρα.

  2. Στο οδήγημα, το να κάνεις σφήνες είναι το να χώνεσαι με ευελιξία και ταχύτητα ανάμεσα στα άλλα εν κινήσει αυτοκίνητα. Ακόμα καλύτερα είναι να το καταφέρνεις ήσυχα (όσο και γοργά), χωρίς να αναβοσβήνεις τα φλας ή τα προβόλια. Κάνοντας σφήνες ελίσσεσαι πολύ γρηγορότερα απ' όλους που πήζουν στην κίνηση. Βρίσκεσαι σε κατάσταση μόνιμου στοιχήματος με τον εαυτό σου και με τους άλλους: βάζεις σημάδι κάποιο ευδιάκριτο όχημα και κοιτάς αν πράγματι προχωράς μες τον χάος ή αν ο μύθος με τον λαγό και τη χελώνα έχει βάση (και έχει, πολλές φορές).

Το οδήγημα αυτό χαρακτηρίζει τους καυλοτίμονους εν γένει, αλλά δεν είναι πάντα γοητευτικό. Είναι καταστροφικό αν είσαι άπειρος οδηγός ή ηλίθιο καυλόγκαζο. Είναι επίσης εκνευριστικότατο όταν γίνεται από ταξιτζή. Ο καλός οδηγός δεν είναι ντε και καλά ο καυλιάρης, είναι αυτός που με το γάντι υπερέχει όλων, χωρίς να έχει προκαλέσει ατύχημα σε ανθρώπους ή ζώα και χωρίς να το κάνει σκόπιμα ώστε να εκνευρίσει τους άλλους. Ανάλογα με το ποιον της σφήνας κρίνεται και ο οδηγός.

  1. Εξάρτημα που χρησιμοποιούν οι κιθαρίστες (pin)

  2. Αξεσουάρ σεξουαλικής διέγερσης για πρωκτικό σεξ.

  1. - Και μετά;
    - Ε τι και μετά, μετά μπήκε σφήνα στη συζήτηση η μάνα της και τα γάμησε όλα. Πάνω που είχαμε ηρεμήσει, ξαναπήρε ο καυγάς.

  2. - Ρε μαλάκα, κοφ' τις μαλακίες, σου έχω πει ότι όταν οδηγείς το αμάξι μου δε γουστάρω σφήνες και καγκουριλίκια...
    - Ε όχι και γκάγκουρας εγώ, δεν το σπάω το αμάξι, το πάω μαλακά, βελούδο... όχι και γκάγκουρας...

  3. Πέρασε την καινούρια χορδή μέσα στον καβαλάρη και τράβηξέ την μέχρι το μεταλλικό τερματικό να «πιάσει» πάνω στο ξύλο. (και ενοείται ότι εφόσον «πιάσει» το μεταλικό τερματικό στο ξύλο, τότε βάζουμε την «σφήνα». Εάν μπεί η σφήνα (ή pin ή πέστε το όπως επιθυμείτε) , ενώ το μεταλλικό τερματικό δεν έχει «πιάσει» στην κάτω οπή του καβαλάρη, τότε κατά το κούρδισμα «τραβιέται» πρός τα πάνω, με αποτέλεσμα πα σπάει ή χορδή...).

  4. - Ρε συ το έμαθες ότι η Σταματία και ο Λάκης χώρισαν;
    - Ναι ρε, πώς έγινε αυτό τόσο ξαφνικά;
    - Καλά, πέθανα στα γέλια όταν τό 'μαθα... Χώρισαν γιατί αυτός της χάρισε για τα πέντε τους χρόνια μια σφήνα που αγόρασε από ένα σεξομάγαζο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified