Η ψωλή του γαϊδάρου.
Τα λες αυτά γιατί δεν έχεις δει τη βουρδίγγλα.
Η ψωλή του γαϊδάρου.
Τα λες αυτά γιατί δεν έχεις δει τη βουρδίγγλα.
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός για ευμέγεθες πέος. (Δες).
Μόλις πέταξε έξω τον βόα η κοπελίτσα τρόμαξε γιατί δεν τον περίμενε τόσο μεγάλο.
Got a better definition? Add it!
Το ευμέγεθες πέος.
Got a better definition? Add it!
Αρχαιόκαυλη λέξη για τον φαλλό, το μεγάλο πέος. (Δες). Κυρίως σημαίνει: α) ουρά ζώου, β) χερούλι, γ) είδος βλαβερού εντόμου, δ) γλώσσα φωτιάς, ε) ράβδο, και μεταφορικώς τον φαλλό. Συνδέονται ετυμολογικώς οι λέξεις κερκίδα και Κερκόπορτα (=ουραία πίσω πόρτα).
κοῦ μοι τὸ δριμὺ σκῦτος, ἠ βοὸς κέρκος, ᾦ τοὺς πεδήτας κἀποτάκτους λωβεῦμαι; (Ηρώδας, Μιμίαμβοι).
Got a better definition? Add it!
Αρχαιόκαυλη λέξη για το πέος, ετυμολογείται από το ρήμα σαίνω που χρησιμοποιείται και για το κούνημα της ουράς των ζώων, οπότε μεταφορικώς το πέος παρουσιάζεται σαν ουρά. (Δες).
Κουνούσε τη σάθη του από τη χαρά του μόλις την είδε.
Got a better definition? Add it!