Ψευδο-επώνυμο που σημαίνει τον άσχετο, τον ηλίθιο, τον άκυρο.
Ε μα, ο καθε ασχετιδης λεει την παπαντζα του γιατι του το ειπε ο γνωστος που εχει γνωστο ενα γυμναστη που το διαβασε στο σουπερ-κατερινα... συγνωμη για την πολυλογια, καλημερα. (Εδώ).
Ψευδο-επώνυμο που σημαίνει τον άσχετο, τον ηλίθιο, τον άκυρο.
Ε μα, ο καθε ασχετιδης λεει την παπαντζα του γιατι του το ειπε ο γνωστος που εχει γνωστο ενα γυμναστη που το διαβασε στο σουπερ-κατερινα... συγνωμη για την πολυλογια, καλημερα. (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Ο επανομαζομενος στόκος , ο μπετόβλακας , ο υπέρμετρα βλάκας.
Υπεργκόγκος, γκογκολίαση, τζιγκογκογκολέτα,
Μαλακα πηγές να ανάψεις το τζάκι με βενζίνη , είσαι τέρμα γκογκος?
Got a better definition? Add it!