Ο επανομαζομενος στόκος , ο μπετόβλακας , ο υπέρμετρα βλάκας.

Υπεργκόγκος, γκογκολίαση, τζιγκογκογκολέτα,

Μαλακα πηγές να ανάψεις το τζάκι με βενζίνη , είσαι τέρμα γκογκος?

Got a better definition? Add it!

Published

Οι βαθειές υποκλίσεις προβάλλοντας τα οπίσθια, aka δίνω κώλο.

Άρχισες πάλι τις κωλορεβεράντζες μήπως σου σβήσουν το πρόστιμο ρε τελειωμένε?

Got a better definition? Add it!

Published

Μέσος νεόπλουτος κοκακιας που γουστάρει Μαμος και Zuba.

Ρε μαλακά Πάνο τράβα σε κανένα νησί της τάξης σου μου έγινες και μυκονοπληκτος τυρόβλαχε

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός δεν είναι υπάλληλος. Είναι επαγγελματίας παλαμακιστής.

Ο γνωστός σφιγγοκωλάριος του εκασοτε πολιτικάντη -αφεντικού. Αντίθετως ο παλαμακιζόμενος(αυτός που του βαράνε παλαμάκια)

Βλ. Και παλαμιστές (γνωστή κόντρα οπαδών του Παλαμά με Καβαφίκους).


Got a better definition? Add it!

Published

Ο πολλά βαρύς άνδρας δηλαδή ο μέσος δεξιός.

Και οι «πουστοκτόνοι», (ανευλαβής νεολογισμός), κομπάζουν για τον ανδρισμό τους και την κανονικότητά (κυνικότητά) τους, ενώ, κρυφίως, «εν οίκω μη εν Δήμω» ασκούν επιμελώς την σώφρονα πεοχειράντλησιν

Got a better definition? Add it!

Published