Ένας από τους πλέον χαρακτηριστικούς όρους της ιδιολέκτου του Ανδρέου Εμπειρίκου. Η μετοχή δηλώνει έγκαυλον που βγάζει άναρθρες κραυγές ή και έναρθρα μπινελίκια τε και γουτσισμούς κατά τη διάρκεια της καυλώσεώς τε και της γαμεύσεως. Η μετοχή συχνά χρησιμοποιείται για να εισάγει ευθύ λόγο. Πολλές φορές ο Εμπειρίκος εναλλάσσει έτσι περιγραφές σε άπταιστη σλανγιωτατική καθαρεύουσα ως αφηγητής με παρεμβολές χυδαίας δημοτικής ή ευφάνταστων γουτσισμών σε ευθύ λόγο με εισαγωγικά μετά το λαγνοβοών.

Ο όρος χρησιμοποιείται σήμερα από μιμητές ή συνεχιστές/ επίδοξους επιγόνους του Εμπειρίκου, καθώς είναι ένας από τους πλέον χαρακτηριστικούς του μαζί με το καυλοπυρέσσων και το έγκαυλος.

  1. «-Μήπως θέλετε να δῆτε τὸ μουνάκι μου; Δὲν ἔχει οὔτε μιὰ τριχούλα. - Ὤωωωχ!.... Ὤχ Θεέ μου!..., ἀνέκραξε λαγνοβοῶν ὁ κατάπληκτος Γάλλος. Ὤχ ναί..... ναί.... ναί....» (Μέγας Ανατολικός, Τόμος 1, σ. 136).

  2. «Η νεαρά χορεύτρια έβγαλε από την περισκελίδα του την καυλωμένην ψωλήν του, και ενώ εκείνος εστηρίζετο νωχελώς επί μιας ευρισκομένης όπισθέν του τραπέζης, η Τζέην είχε κολλήσει τα χείλη της γύρω από την σφύζουσαν βάλανόν του με έγκαυλον ζέσιν, γλωττίζουσα αυτήν και πιπιλίζουσα τον κόκκινον αυλόν της, ενώ ο Στηβ πανευτυχής και καυλοπυρέσσων, αναστενάζων και λαγνοβοών από την μεγάλην ηδονήν που εδοκίμαζε, ευρίσκετο εις τον Παράδεισον. Αίφνης εσείσθη ολόκληρος σπασμωδικώς και ανέκραξε “θα χύσω!”».
    «Καλομελέτα κι έρχεται», σχολιάζει ο Τιθορούλης και εκείνη την ώρα ο Εμπειρίκος μπαίνει στην τελική ευθεία. Η φόρμα ήταν έτοιμη να σκιστεί. Ο Μελέτης δεν άντεξε άλλο. Έκλεισε λίγο, με ελάχιστη δύναμη, τα πόδια του και έτσι, χωρίς ούτε ένα ελαφρό άγγιγμα, με μια δυνατή κραυγή, ο Μελέτης έχυσε. Έριξε το κεφάλι του στο θρανίο, σαν να είχε μόλις γλιτώσει από κάποιο μεγάλο κακό: εξουθενωμένος, κάθιδρος και πανευτυχής. Το ταξίδιον της ζωής είναι, φευ, σύντομον, και η ψυχή χωρίς στύσιν είναι καταδικασμένη. Η ψυχή του Μελέτη λοιπόν σώθηκε χάρη στον Εμπειρίκο. Γύρω από τη λεκιασμένη φόρμα του όλο το τμήμα χειροκροτούσε με ενθουσιασμό. Ποτέ άλλοτε δεν είχαν λατρευτεί τα καλά Ελληνικά με τόσο δέος, μέσα σε σχολική αίθουσα. Ήταν φιλολογικός θρίαμβος. Χάρη στη συνεργασία του Εμπειρίκου με τον Γρίβα, την Ανθή και τον Μελέτη, το Α2 έζησε για πρώτη φορά μια αληθινή λογοτεχνική εμπειρία, μία στιγμή που ζωή και ποίηση γίνονται ένα. (Hommage στον Ανδρέα Εμπειρίκο στο διήγημα του Κωνσταντίνου Πουλή Θρίαμβος).

  3. Αναρωτιέμαι
    αν ο νοσηλευόμενος λαγνοβοών
    βλέπει όνειρα στο θαλαμό του·
    οι κάτοικοι της πολυκατοικίας;
    Είθε να ‘ναι στοιχειωμένα. (Τελέσιλλα, Κινστέρνα ή Τί απέγινε ο Ζαχόπουλος;).

4. Είσθε (sic) φαιδρόν μορμολύκειον, πανίβλαξ και άχθος αρούρης και δε με πείθετε ούτε εσείς, ούτε οι μεγαλοστομίες σας ούτε και η κοιλιά σας, αλλά ούτε και η έλλειψις κοιλιάς που την επιτυγχάνετε λαγνοβοών στα γυμναστήρια.

Φωνὴ λαγνοβοῶντος ἐν τῆι ἐρήμωι (από Khan, 24/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified