Κάνω ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών. Κυρίως ηρωίνης.
Πάμε να βαρέσουμε;
Κάνω ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών. Κυρίως ηρωίνης.
Πάμε να βαρέσουμε;
Δες και βαράω ακόντιο.
Got a better definition? Add it!
Παίρνω (πολλά) χάπια. Μπορεί να αναφέρεται είτε σε ιατρικά χάπια, είτε σε ναρκωτικά.
- Άσε, ο ξάδερφός μου είναι χάλια. Όχι μόνο του είπε ο γιατρός να κάτσει αυτές τις μέρες συνέχεια σπίτι, αλλά και να χαπακώνεται κιόλας κάθε μέρα.
- Ρε συ ο Σωτήρης δεν έχει γίνει τελευταία πολύ παράξενος; Σαν να είναι τελείως στον κόσμο του ώρες ώρες...
- Άσε Γιώργο, υποψιάζομαι ότι έχει μπλέξει με ναρκωτικά. Προχθές στο σπίτι του τον είδα να χαπακώνεται και φοβάμαι πως δεν ήταν κάποιο φάρμακο. Ντράπηκα όμως να τον ρωτήσω.
Got a better definition? Add it!