Από το ουγκ ουγκ: ο πρωτόγονος, ο άξεστος, ο αγενής.

- Δες τον γκαούγκαλο πως τρώει με τα χέρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(συνέχεια των παραπάνω) Πέρα απ' τη διάλεκτό τους, το βασικότερο χαρακτηριστικό των barboyle είναι ο τσαμπουκάς τους. Πιο εύκολα ξεκινάς καυγά με μπαρμπόιλ, παρά με οξύθυμο πιτσιρικά που μπλέκει με φασαρίες και κουβαλάει μαχαίρι. Πηγαίνουν στις δημόσιες υπηρεσίες με σκοπό να κάνουν φασαρία με το καλημέρα σας, το παίζουν ξερόλες γενικά κλπ. Αναφέρονται συχνά στο πόσο διαφορετικά και καλύτερα είναι στην Γερμανία, με συνεχή παραδείγματα και υψηλό τόνο φωνής -σαν τους ζουλού ένα πράμα, παρόλα αυτά όταν ήταν εκεί πεθυμούσαν την Ελλάδα. Επόμενο στάδιο μετά τα μπαρμπόιλ είναι τα παππούδια.

Βλέπεις ξένη ταινία και σου πετάνε την super ατάκα «χαμήλωσέ το, αφού έχει γράμματα!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αναφέρεται στο διαρκώς αυξανόμενο φαινόμενο θετικού και ενίοτε υπερθετικού σχολιασμού φωτογραφιών στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης ή όπως λένε στο χωριό μου (σόσιαλ μήντια). Ο σχολιασμός γίνεται κυρίως κάτω από φωτογραφίες μπάζων.

- Αίσχος
- ;;;
- Δεν υπάρχει η φώκια, ο Θανάσης ο υδραυλικός, έβαλε φωτό από παραλία, η φωτοευγένεια από κάτω με ξεπερνά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified