Η εγκατάλειψη (ή ακύρωση σχεδίων) μιας παρέας, ή οποιουδήποτε, με απροσδόκητο, απρόβλεπτο ή αγενή τρόπο. Επίσης προκύπτουν και οι λέξεις: πιστολιέρο, πιστολάτο, πιστολάρα, πιστολιάζω, πιστόλιασμα.
-Τί πιστόλι ήταν αυτό που μας έριξε χθες βράδυ ο Νίκος! Και 'μεις κάτσαμε και του οργανώσαμε έξοδο με γκομενάκια.