Ομάδα φουσκωτών. Συνήθως οι σεκιουριτάδες σε συναυλία, μπράβοι νυχτομάγαζου, επαγγελματίες τραμπούκοι κλπ. Λέγεται όμως και για τους ζόρικους ματατζήδες.. Ειρωνικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για παρέα νεαρών που περιφέρονται με το ζωνάρι λυμενο για καυγά και καταλήγουν να τις μαζεύουν αυτοί.

Πλάγια αναφορά στο Dream Team.

- Μάγκες, στο συγκεκριμένο κλαμπάκι, κόσμια. Έχει ένα δείρε τημ γάμησέ τα, ο πιο μπασμένος είναι σαν τρίφυλλη ντουλάπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(θηλ. χαΐστρια)

Ο κεφλής άνθρωπος, που δεν λέει όχι στην παρέα, ακολουθεί ή και κανονίζει διασκεδάσεις κι εξόδους.

– Μα καλά, η φίλη που μας έφερες φεύγει από τώρα;
– Μένει μακρυά, γι' αυτό.
– Άσ' τα αυτά, την έκοψα εγώ: μεγάλη χαΐστρια. (ειρων.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified