Στα ίσα, ευθέως, έξω απ' τα δόντια, κττ.
Λέξη των παλιών, από το ιταλιάνικο apertura= άνοιγμα.
Καμία σχέση με την ποδοσφαιρική αργεντίνικη απερτούρα, ή την σκακιστική.
Πρόσεχε γιατί τα λες και συ απερτούρα όπως εγώ, θα βρεις τον μπελά σου!
Στα ίσα, ευθέως, έξω απ' τα δόντια, κττ.
Λέξη των παλιών, από το ιταλιάνικο apertura= άνοιγμα.
Καμία σχέση με την ποδοσφαιρική αργεντίνικη απερτούρα, ή την σκακιστική.
Πρόσεχε γιατί τα λες και συ απερτούρα όπως εγώ, θα βρεις τον μπελά σου!
Got a better definition? Add it!
Λέξη που χρησιμοποιείται μόνο σαν επιρρηματικό κατηγορούμενο (έφυγε σούμπιτος) ή σαν κατηγορούμενο του αντικειμένου (τον έστειλα σούμπιτο). Σημαίνει γενικά ότι κάποιος φεύγει πολύ γρήγορα, απότομα, ξαφνικά, κατευθείαν. Από το ιταλικό subito = αμέσως.
Βλ. και σχετικά λήμματα καρφί, dt, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σφαιράδην, τσακ-μπαμ, στο πιτς-φιτίλι
Got a better definition? Add it!