SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Tagged definitions (1)
Showing 1-1 from 1

Selected tags

  • εύνοια
  • ΞΕΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ: εξελληνισμός
  • πολιτικά
  • στρατός / σώματα ασφαλείας

Further tags

  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: σύντμηση
  • δημόσιος τομέας
  • διαφθορά
  • κλασικό
  • κομμέ
  • ΞΕΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ: αγγλικά
  • ΞΕΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ: δάνειο
  • παρέα
  • Many comments none
  • A Z
  • Newer Older
  • Recently commented Earlier

κονέ

Οι διασυνδέσεις, από το αγγλικό connections.

  1. - Κάνε ρε Πέτρο κάνα κονέ μπας και πιούμε τίποτα απόψε.
  2. - Έχεις τίποτα κονέ καλά να μας βάλουν τσαμπέ;

Κονέ στα ασανσέρ. Σήμανση ασφαλείας. Εμπορικό κέντρο The Mall, Μαρούσι, Αττική. Φωτογραφία: Νοέμβριος 2014. (από patsis, 11/12/14)

Got a better definition? Add it!

  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: Μέρη του λόγου - Ουσιαστικό
  • ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ: σύντμηση
  • δημόσιος τομέας
  • διαφθορά
  • εύνοια
  • κλασικό
  • κομμέ
  • ΞΕΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ: αγγλικά
  • ΞΕΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ: δάνειο
  • ΞΕΝΕΣ ΕΠΙΡΡΟΕΣ: εξελληνισμός
  • παρέα
  • πολιτικά
  • στρατός / σώματα ασφαλείας

Published 2006-09-24 00:51:12+00:00
Last modified 2015-06-03 04:04:56+00:00

foobaras

foobaras

  • 65
  • 0
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.