Selected tags

Further tags

Κουκουλώνω καταστάσεις, μασάω τα λόγια και τον πούτσο μου, τα κάνω γαργάρα σε υπερθετικό βαθμό. Τι πιο ξεδιάντροπο και αδιάκριτα οφθαλμοφανές άλλωστε από μια ταβανόπροκα;

1.
Γαργάρα με ταβανόπροκες έκαναν όλα τα ΜΜΕ το συγκλονιστικό δημοσίευμα στο περιοδικό UNFOLLOW για τους ντόπιους μεγαλοκαπιταλιστές για το βάρβαρο ταξικό φορολογικό σύστημα που δίνει την δυνατότητα στους πλουτοκράτες να παρουσιάζονται «φτωχαδάκια», «νόμιμα και ηθικά».

2.
Τα κυβερνητικά σαϊνια και μετά την δημοσιότητα που έδωσε στο θέμα ο Λαζόπουλος, από την εκπομπή του, θα εξακολουθούν να το κάνουν γαργάρα με ταβανόπροκες;

3.
Θα κάνουν γαργάρα με ταβανόπροκες οι δημοσιοκάφροι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουμπώνω το παιχνίδι: ποδοσφαιρική σλανγκιά για το «στήσιμο» ενός παιχνιδιού.

Δράττομαι της ευκαιρίας να αναπαράγω αυτολεξεί to γλωσσάρι στη αργκούς των στημένων παιχνιδιώνε (από εδώ):

  • Κύκλωμα: Με τη λέξη αυτή αποκαλούσε ο Μάκης Ψωμιάδης τους διαιτητές που πίστευε ότι ήλεγχε ο Αχιλλέας Μπέος.
  • Σύστημα: Με τη λέξη αυτή αποκαλούσε ο Μπέος τους διαιτητές που πίστευε ότι μπορεί να είχαν σχέση με τον Νίκο Πατέρα.
  • Θάνατος: Ο διαιτητής που παίζει για να καθαρίσει τον αντίπαλο.
  • Μεσαίος: Ο πρώτος διαιτητής. Πρόκειται για νεοεισερχόμενη λέξη, αφού οι βοηθοί του αποκαλούνται πλαϊνοί.
  • Χημικοί: Εκείνοι που βγάζουν τις αποδόσεις των αγώνων
  • Τα σπόρια: Ευνοώ τη μια ομάδα. Προέρχεται από τη φράση «κόβει το καρπούζι στη μέση και δίνει τα σπόρια στη μια ομάδα».
  • Κοίμισμα: Η τακτική να δίνουν υποσχέσεις και να δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι θα γίνει η δουλειά.
  • Ξεθαρρεύω: Αφορά τους παίκτες που αρχίζουν να κάνουν του κεφαλιού τους.
  • Βγάζω καφέ: Δίνω ποσοστά επί των κερδών σε αυτόν που «έτρεξε» τη δουλειά.
  • Παίρνω εργολαβία: Αναμένω αποστολή.
  • Ανακατεμένος: Αυτός που περιμένει κλήση από τη Δικαιοσύνη.
  • Κατηφόρα: Η πτώση της απόδοσης σε έναν αγώνα.
  • Μπούμερανγκ: Η ανατροπή του αποτελέσματος.
  • Κάνω τη ζημιά: Κάνω την έκπληξη ή τη νίκη εκτός έδρας.
  • Γίνεται κέντα: Άσχημη εξέλιξη ενός αγώνα.
  • Ασφάλεια: Ο άνθρωπος που θα εγγυηθεί πως ό, τι συμφωνήθηκε θα γίνει στο γήπεδο.
  • Πρώτη δημοτικού: Σημαίνει ότι κάποιος δεν γνωρίζει τον χώρο των διαιτητών.
  • Μαρμίτα: Το κέρδος από κάθε παιχνίδι.
  • Νηστικός: Αυτός που έχει χάσει αρκετά χρήματα.
  • Υλικό: Τα αναβολικά.
  • Κελαηδούν τα ράδια: Θα γίνει ντόρος.
  • Θα σου φέρνω τσιγάρα: Θα μπεις στη φυλακή.
  • Τρώω παπά: Μου λένε ψέματα.
  • Μπροστινός: Επιθετικός
  • Πισινός: Αμυντικός.

1.
Άγνωστος: - Αδελφέ;
Αχιλλέας Μπέος: - Ποιος είναι;
Άγνωστος: - Ελα, στο κούμπωσα ρε. Το παιχνίδι. Μην παίρνεις κανέναν τηλεφωνο.
Αχιλλέας Μπέος: - Τι;
Άγνωστος: - Εβαλα τον Πατμανίδη.
Αχιλλέας Μπέος: - Μαλάκα!
(Οι διάλογοι: Ετσι «έστηναν» τα ματς)

2.
Κούμπωμα παρατηρητή στο ΑΕΛ-Ολυμπιακός Βόλου! Συνομιλία για το ποιος παρατηρητής θα τοποθετηθεί σε αγώνα Superleague την σεζόν 2010-2011, αποκαλύπτει δικαστικό έγγραφο.

  1. Έγινε κέντα, αλλά το κούμπωσα το παιχνίδι και επειδή είσαι νηστικός και έτρεξες θα σου βγάλω καφέ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified