Further tags

Εκτός απ' το να *παθαίνεις το όνομα*, όπως λέει ο πρώτος ορισμός, μπορείς να πάθεις και το ... ρήμα!

Όταν με λέτε γκαύλα...Παθαίνω το ρήμα! (εδώ)

Ακριβώς αυτό! Το αξιοσημείωτο λοιπόν γεγονός είναι οτι το "παθαίνω", τα τελευταία χρόνια συντάσσεται και με ουσιαστικά που σημαίνουν ακριβώς το ίδιο με υπάρχοντα -ομόρριζα με τα ουσιαστικά-, ισχυρότατα (και όλα τα λεφτά) ρήματα. Δηλαδή, αντί για ερωτεύτηκα ή μορφώθηκα, κουλτουριάστηκα, εντυπωσιάστηκα, λες: έπαθα έρωτα, έπαθα μόρφωση, έπαθα κουλτούρα, έπαθα ποιότητα, εντύπωση, ευτυχία, θλίψη, ευεξία και άλλα τέτοια πολλά και κουλά.

Σημείωση (γιατί όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας): Συμβαίνει, για λόγους απλοποίησης ή γιατί δεν σού'ρχεται η λέξη να λες π.χ. έπαθα σοκ, έπαθα πανικό, αντί για σοκαρίστηκα ή πανικοβλήθηκα.

Το ρ. παθαίνω χρησιμοποιείται και με δύο ακόμη τρόπους:

  1. Κανονική σύνταξη με νορμάλ (!) ουσιαστικά, π.χ. παθαίνω εγκεφαλικό, αφυδάτωση, ιλαρά, αγκύλωση, ντεζαβού κ.ά., όπου, όταν υπάρχει αργκό αυτή χαρακτηρίζει μόνο το ουσιαστικό, γιατί το παθαίνω παίζει εδώ βοηθητικό, διακριτικό ρόλο (δεν 'παθαίνεις εντύπωση' μαζί του).

  2. Σύνταξη με ευφάνταστα, πειραγμένα ουσιαστικά όπως τα καρασλανγκισθέντα:
    παθαίνω μιλφόπλακα,
    σεντόνι,
    πλάκα,
    κάζο,
    ντουβρουτζά,
    κωλομπέρδεμα,
    λαλά,
    μπακακάο,
    κολούμπρα,
    κοκομπλόκο,
    τραμπάκουλο,
    μουνόπλακα,
    τη μούνα μου.
    Μπορούν να προστεθούν και τα παθαίνω ζημιά και παθαίνω τσιμπουκόφσκι. (Δες παράδειγμα 5).

Σλανγκασίστ: Galadriel, εδώ.

  1. Παθαίνω έρωτα, καύλα, αναστάτωση βλέποντάς σε να μου χαμογελάς. Συνέχισε, μη σταματάς. (εδώ)

  2. Πάθαμε ευτυχία για τρια δευτερόλεπτα στο κεντρο. τοσο χιονισε (εδώ)

  3. Είμαι στη φάση που χαίρομαι που έφυγα από το γραφείο στο 9ωρο αντί για 10- ή 11ωρο, μη μου μιλάτε για τις διακοπές σας, παθαίνω θλίψη. (εδώ)

  4. Έχετε μπερδέψει τον έρωτα με πάρτυ. Σε πάρτυ κάνουμε εντύπωση. Στον έρωτα παθαίνουμε εντύπωση (εδώ)

  5. Έπαθα τσιμπουκόφσκι. (εδώ)

  6. Έπαθα αξιοπρέπεια. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των λέξεων "αστακός" και "δίχτυ", το δίχτυ για το ψάρεμα του αστακού. Το εν λόγω είναι δίχτυ βυθού, από χοντρό και γερό νήμα με μεγάλα μάτια, μανωμένο, χωρίς φελλομόλυβα κι αφού προορίζεται για συγκεκριμένο θήραμα, ανήκει στα λεγόμενα επιλεκτικά αλιευτικά εργαλεία.

Με δεδομένο δε ότι ο αστακός εξαιτίας του τραχέος κελύφους του, περαιτέρω της περιορισμένης κινήσεώς του επί του βυθού και τέλος της έλλειψης ευελιξίας του, αρκεί απλά να πλησιάσει στο δίχτυ για να συλληφθεί, γίνεται κατανοητό ότι το αστακόδιχτο κατά κανόνα δεν χρειάζεται (συνεπές)λέντισμα και νετάρισμα, πολλώ δε μάλλον μαντάρισμα.

Οι περισσότεροι ερασιτέχναι αλιείς άμα τω σαλπαρίσματι, το ξαναμολάρουν για την επόμενη καλάδα κι έτσι το δίχτυ βρίσκεται σε μόνιμη δραστηριότητα, πράγμα που είναι και λογικό και πρακτικό αφού η διάρκεια του συγκεκριμένου ψαρέματος (= παραμονής του διχτυού στο βυθό)ξεκινάει από τις δέκα ώρες και σε περιπτώσεις τρικυμίας μπορεί να φτάσει μέχρι και δύο μέρες.

Επειδή όμως μέχρις εδώ δεν διαφαίνεται η σλανγκική χρήση του αστακόδιχτου, πάμε στα ετρούσκικα:

Αστακόδιχτο είναι το κακοπαθημένο δίχτυ, το οποίο προοριζόταν για άλλη χρήση, αλλά το γαμήσανε οι φώκιες, τα υφαλοπιασίματα με τα επίμονα βιντζοτραβήγματα και κυρίως η βαρεμάρα (και η απογοήτευση) του ψαρά να ασχοληθεί σοβαρά με το εν γένει συγύρισμά/συντήρηση του διχτυού. Για να μην πεταχτεί και βέβαια για να μην αντικατασταθεί(κόστος που απαιτείται για 500 μέτρα νάιλον δίχτυ τη σήμερον Μάη του 2015, γύρω στα 700 ευρώ) ο ψαράς του τροποποιεί τη χρήση, το βαφτίζει αστακόδιχτο, το απογυμνώνει από φελλά- μολύβια (αν έχει)και το πετάει στη θάλασσα κι ό,τι βγάλει.

σ.σ: Προκειμένου να του πιάνει άχρηστο τόπο, καλύτερα να το ψαρεύει. Κι άμα βγάλει; Τότε είναι που δε θα πεταχτεί ποτέ. Οι αλιείς είναι φύσει προληπτικοί κι ότι τους βγάλει μια φορά μεροκάματο το αγαπάνε μέχρι θανάτου. Από βάρκες μέχρι αλιευτικά μέσα, μέχρι σημάδια (τόποι ψαρέματος) και καιρικές συνθήκες, οι εμμονές και η μυστικοπάθεια πάνε και σύννεφο και χέρι-χέρι.

Η καταγωγή του είναι νησιωτική από Χίο, βεβαίως, και φαντάζομαι όχι μόνον. Τα Ψαρρά μπορεί να έχουν τη χάρη της πληθώρας των αστακών, στα Καρδάμυλα όμως το έχω ακούσει να χρησιμοποιείται κατά κόρον από τον Νικόλα και τους συν αυτώ που έχουν βαλθεί να γεμίσουν τις αποθήκες των (αλλά και άλλων, μη τρεφόντων αγάπη εις το hoardıng) με κουρέλια.

Αντώνυμο μάλλον είναι το αψάρευτο δίχτυ, του κουτιού που λέμε.

Συνώνυμο το κουρέλι/κουρελόδιχτο.

Πλάτων καρδαμυλίτης αλιεύς: εδώ δε πως το κάμανε..να γαμήσω και τις χελώνες, να γαμήσω και τα δολφίνια..Τι 'α ράψεις απο έδεφτο το πράμα;

Γιώργος λαγκαδούσος παραγιός: 'Α το κάμεις αστακόδιχτο αφεντικό, όπως έκαμες και τα άλλα δύο που σου πεφτώσανε τα κήτη.

Πλάτων αλιεύς: αστακόδιχτο 'α κάμω το σώβρακό σου που το φορείς από πρόπερσυ...

Γλωσσίδιον:

- νήμα: προφ. το χρυσίζον κομμάτι του διχτυού. Μπορεί να είναι νάιλον, "πολύκλωνο κρυσταλιζέ" και μεταξωτό (για επιδέξια ψαρέματα). Αν και η σκέψη ότι οι Κινέζοι ως πρωτοπόροι στην εν λόγω μέθοδο (από το 2800 πΧ) τα φιάνανε από μετάξι είναι ρομαντικοτάτη, η μέχρι τούδε αλήθεια υποστηρίζει ότι τα πρώτα δίχτυα ήσαν φτιαγμένα μεταξύ άλλων από ήμερη κάνναβη. Οι δικοί μας που ήσαν πιο ξύπνιοι φτιάναν δίχτυα από την εύκαμπτη ιτιά - και τρώγανε τους σπόρους της κάνναβης για να ρίχνουν τα τριγλυκερίδια (αφού ως γνωστόν εμείς είχαμε από τότε χοληστερίνη).

- μάτια: τα ανοίγματα του διχτυού, [μετριέται και τεντωμένο και χαλαρό]. ενδεικτικά 7mm για την αθερίνα, 220mm για τον αστακό. Εξού και το επιλεκτικό του αλιευτικού εργαλείου, μόνο αστακός πιάνεται σε φτούνη τη χοάνη. Μάτι πάντως λένε οι μυημένοι στα αλιευτικά και το άνοιγμα του διχτυωτού καλσόν.

- μανωμένο : με περισσότερα του ενός φύλλα διχτυού (δύο-τρία). το "απλάδι" επί παραδείγματι είναι μονό φύλλο και κερδίζει σε (κατά νόμο)ύψος(έως 10μ αντί των έως 4μ του μανωμένου). "μανός": ο χαλαρός, αραιός βρόγχος που διευρύνει το πάχος του διχτυού και καλύπτει έτσι μεγαλύτερη επιφάνεια σε πλάτος στο βυθό.

- φελλά: φελλοί, τα σαν λουκουμάδες πορτοκαλοκόκκινα κοκκάλινα/από PVC μέρη, που περνώνται από το πάνω σκοινί των διχτυών. Εσχάτως αντικαθίστανται από φελλόσχοινο (σχοινί με καρδιά από φελλό) για να μην ζορίζονται τα δίχτυα στο σήκωμα και να μην κακοπαθαίνουν, όπως τα αστακόδιχτα, κακή ώρα.

- μολύβια: βαρίδια από μολύβι, συνήθως μακρόστενα κυλινδρικά, περνώνται στο κάτω σχοινί. Εσχάτως αντικαθίστανται από μολυβόσχοινο (σχοινί με βάρος έως και 500 γρ. ανά μέτρο) για τους ως άνω λόγους. Πάνω φελλοί και κάτω βαρίδια δια της άνωσης και της βαρύτητος εξασφαλίζουν την επιθυμητή υποθαλάσσια στήση, ναι,ναι στήση του διχτυού.

- Λέντισμα: το ξεμπέρδεμα των διχτυών μετά το μάζεμα. Σε άλλα μέρη (Μεσολόγγι κατά το νετ και Πορτοχέλι όπου μετέφεραν οι Μεσολογγίται την τεχνογνωσία των)το λέντισμα αναφέρεται ως ιδιότυπος τρόπος ψαρέματος που θυμίζει ένα συνδυασμό του ποταμίσhου"παρακλαδιού"(για τους Πελοποννησίους αναγνώστας) με "βολόδιχτο" (για τους μερακλήδες και ατρομήτους μεταμεσονυκτίους αλιείς).

- Νετάρισμα: το καθάρισμα από υπολείμματα οστρακοειδών, φυκιών κλπ. Οι Χίοι το χρησιμοποιούν στην καθομιλουμένη αρκετά:

1) Πα' νετάρω (τελειώσω-σπατσάρω- καθαρίσω) τις δουλειές μου

2) Νετάριζε (βγόδωνε, σάλευγε) να φεύγωμε

- σαλπάρισμα: μάζεμα του διχτυού εκ του ιταλ. salpare, πιθανολογώ ως παραλληλισμό με το σήκωμα της άγκυρας ως τελευταία πράξη των προς αναχώρηση πλοίων. Όποιος γνωρίζει, σχολιάζει.

- μολάρισμα: ρίξιμο των διχτυών εκ του ιταλ. mollare , να αμολάς, να αφήνεις, να χαλαρώνεις. ΟΧΙ εκ του ψωνίζω με τα μάτια στο δα μωλλ.

-Καλάδα: το σύνολο της ψαριάς, αντιδάνειο εκ του ιταλ. calare- να χαμηλώνεις (βυθίζεις) κι αυτό με τη σειρά του από το Χαλάω/Χαλαρώνω. Γενικώς γίνεται της καργιόλας με τη λέξη καλάρω. Άλλος τη χρησιμοποιεί για σηκώματα διχτυών, άλλος για ριξίματα κι άλλος για το σύνολο του ριξιμοσηκώματος.

- μαντάρισμα: ότι κάνουμε και στις τρούπιες κάρτσες.. με τη διαφορά ότι βλέπεις τον άλλο ολόκληρο γαϊδούρι κοκκινόσβερκο να κάθεται με τη σακοράφα στα βότσαλα αξυπόλητος με γυρισμένα τα μπατζάκια και δώστου σταυροβελονιά. Έχει κάτι το σουρεάλ η όλη σκηνή. Ειδικά όταν παρεμβαίνει σε κουβέντες που νομίζεις ότι δεν παρακολουθεί γιατί έχει δήθεν το μυαλό του στον αργαλειό. Μέγιστη αφορμή για κοπροσκύλιασμα μακριά απ' τη γυναίκα το μαντάρισμα..

Και δύο μπόνους που προκύπτουν από το γλωσσάρι αλά ινσέψιο:

βολόδιχτο:δίχτυ μικρού σχετικά μήκους (100-200 μ) με πυκνότατη πλέξη (πολύ μικρά ανοίγματα) με το οποίο κυκλώνεις την περιοχή ενδιαφέροντος, έπειτα προκαλείς θόρυβο χτυπώντας τα κουπιά στη βάρκα για να ωθήσεις τα ψάρια προς το δίχτυ και το μαζεύεις σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα (άμα τη γραφή του κύκλου).

Παρακλάδι: Γαμώ τις φάσεις. Εκτροπή της ροής του ποταμού στα σημεία που διακλαδίζεται με πασσάλους και λοιπά σύνεργα(μουσαμάδες, κλαδιά κτλ) προκειμένου να διοχετευθεί όλο το νερό στο ελεύθερο κλαδί. Στη συνέχεια στερεύει το νερό στο ταμπουριασμένο κλαδί και καταλήγει εν είδει ρυακίου να φιλτράρεται όλο μαζί με τα εντός του ψάρια μέσα από ένα συρμάτινο χωνί ("καλαμωτή") στρατηγικά τοποθετημένο. Μετά από τρεις ώρες δουλειάς δέκα ατόμων βγάζεις κάνα κιλό ψαράκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με την ευκαιρία της Πρωτομαγιάς, ιδού μερικά αποφθέγματα σχετιζόμενα με το μήνα Μάιο. Τυχόν συνεισφορές, σχόλια, ή διορθώσεις, ευπρόσδεκτα.

"Τον καιρό πού 'πρεπε δεν έβρεχε, το Μάη εδροσολόγα". Λέγεται για κάτι που γίνεται καθηστερημένα και πολλές φορές κανει κακό, αντί να καλυτερέψει τα πράγματα, όπως οι βροχές του Μάη κάνουν κακό σε καλλιεργειες, όπως τα σιτηρά.

Τι να μου κάνει το σπίτι της γιαγιάς τώρα που το κληρονόμησα ; Δεν πουλιέται, δεν νοικιάζεται και πρέπει να πληρώσω και το φόρο κληρονομιάς. Τον καιρό πού 'πρεπε δεν έβρεχε, το Μάη εδροσολόγα!

"Στον καταραμένο τόπο το Μάη μήνα βρέχει". Παραπλήσιο με το προηγούμενο, υποδηλώνει κακοτυχίες που πέφτουν μαζεμένες.

Δε φτάνει πού'χαμε τα χάλια μας οικονομικά, ήρθε κι η αρρώστια του Τάκη και τα συμπλήρωσε. Στον καταραμένο τόπο το Μάη μήνα βρέχει!

Του ναυτη η γυναίκα Μάη μήνα χήρεψε. Ναυτική έκφραση, που υποδηλώνει την αστάθεια του καιρού το Μάη, με τα ξαφνικά μπουρίνια που "πετάει".

Το νου σου! Μην ξεθαρεύεις, πού φτιαξ' ο καιρός και μην ξανοίγεσαι με το καρυδότσουφλο. Του ναυτη η γυναίκα Μάη μήνα χήρεψε!

Αφού σας "έφτιαξε" η διάθεση ας περάσουμε σε πιό ευχάριστα:

Νά'μουν το Μάη γάδαρος, τον Αύγουστο κριάρι, όλο το χρόνο πετεινός και γάτης το Γενάρη. Ο ακόρεστος πόθος των σερνικών "παλαιάς κοπής", που ποτέ δεν "το" χόρταιναν και ήταν πάντα "επί σκοπόν" και όχι με το "όπλο παρά πόδα", όπως είμαστε σήμερα.


Κλείνω με μερικά στιχάκια από το "Μάη", που αποτελεί ένα είδος "εθνικού ύμνου" για τους Θερμιώτες, όπως αποκαλούμαστε, όλοι όσοι έτυχε να γεννηθούμε σ' αυτόν τον αιγαιοπελαγίτικο βράχο (από τα "Θερμιά", μεσαιωνική ονομασία του νησιου, λόγω των θερμών, ιαματικών πηγών του).

Στα στιχάκια αυτά περιγράφεται η σκληρή αγροτική ζωή κατά το θερισμό (μέχρι τη δεκαετία του '60, έσπερναν κριθάρι σε ολόκληρο σχεδόν το νησί, στις αναβαθμίδες ή "σκάλες" στη ντοπιολαλιά, φτιαγμένες με ξερολιθιά για να συγκρατούν το λιγοστό και άγονο χώμα),αλλά και η εποχιακή μετανάστευση των νέων για να δουλέψουν στα "καμίνια", τα κεραμοποιεία της Αθήνας, που τότε λειτουργούσαν τους καλοκαιρινούς μήνες. Το ερωτικό στοιχείο όμως είναι διάχυτο.

Ο ΜΑΗΣ

Ήρχεν ο Μάης μάτια μου, ήρχε το καλοκαίρι
ήρχε ο καιρός πουλάκι μου για να γινούμε ταίρι.
Μάη μου με τα λουλούδια και με τα γλυκά τραγούδια.
Άλλο δεν εβαρέθηκα μόν' το βαρύ δρεπάνι
μέσα στη σκάλα τη φαρδιά με το κοντό κριθάρι.
Κρίθινο ψωμί και λίγο κι όλη μέρα μεσ' στον ήλιο.
Ανοίξαν τα σπαρθόπουλα*, φεύγουν τα θερμιωτόπουλα.

* σπαρθόπουλα: τα σπάρτα με τα χαρακτηριστικά κίτρινα λουλούδια που ανθίζουν το Μάη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρακλασική έκφραση που σημαίνει ότι αδιαφορώ τελείως για κάποιον, τον περιφρονώ, και κυρίως αδιαφορώ για υποδείξεις, συμβουλές, προτροπές, νόρμες, κανόνες.

  1. Ποιο σύστημα; Τους γράφω στα αρχίδια μου. Το σύστημα δε με αντέχει εμένα, το έχω χακάρει. Τώρα προσπαθεί να με αγκαλιάσει, τώρα που βλέπει ότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. (Εδώ).
  2. Στ' αρχίδια μου γράφω τους νόμους. (Εδώ).
  3. Άνδρας των ΜΑΤ: "Τον γράφω στα αρχίδια μου τον Υπουργό". (Εδώ).

Σωστή χρήση

Λίγο πιο εύσχημο είναι το γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια, ενώ το γράφω στα αρχίδια μου έχει δώσει το έναυσμα για τις παρακάτω εκφράσεις:

"Στ' αρχίδια μου τον γράφω τον Αρούλη, σύνθημα του ΠΑΟΚ"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παπαρωνύμια βαπτίζω σλανγκική αηδία υπαρκτά ακρωνύμια που το σλανγκεπώνυμο πλήθος παραφράζει λολαδερώ τω τρόπω. Το κλασικότερο παράδειγμα έρχεται από τα όχι και τόσο ευτυχισμένα παιδικά μας χρόνια: δέν έχουμε ηλεκτρισμό (Δ.Ε.Η.), ούτε τηλέφωνα έχουμε (Ο.Τ.Ε.)• έχουμε όμως τουρισμό (Ε.Ο.Τ.). Βγάζουν ακόμα γέλιο, 40 χρόνια μετά.

Το σάη έχει ήδη πάμπολλα καταχωρημένα, κυρίως φαντραρώνυμα και μπατιρώνυμαsarant). Ας πανηγυρίσουμε το φαινόμουνο «παπαρωνύμια» αποδελτιώνοντας τα κυριότερα:

Οργανισμοί, γραφειοκρατικά, πολιτικά, αθλητικά, μπατιρώνυμα

  • Α.Ε.Κ.: Αθλητική Ένωση Κατσαρίδων, Αθλητική Ένωση Καμπινέδων, Αθλητική Ένωση Κατσίβελων, Αλβανική Εταιρεία Κουραμπιέδων
  • Α.Π.Θ. (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης): Αχ! Πέρασα Θεσσαλονίκη!
  • Α.Π.Υ. (Απόδειξη Παροχής Υπηρεσιών): Αν Πληρωθώ Υπογράφω
  • ΑΧΕΠΑ (American Hellenic Educational Progressive Association): Αθηναίοι Χέσατε Επειγόντως Πάντας Αμερικανούς
  • Δ.Ε.Η.: Δεν Έχουμε Ηλεκτρισμό
  • Δ.Π.Θ. (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης): Δυστυχώς Πέρασα Θράκη, Δεν πέρασα Θεσσαλονίκη, Δεν Πειράζει, Θάρρος!
  • Δ.Ν.Τ. (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο): δονητής, Δυστυχώς Ναυαγήσατε Ταγάρια, Διεθνής Νόμιμος Τοκογλύφος, Δια Ναυαγούς Τιτανικών, Δεν θα Νιώσεις Τίποτε, Δόντια Να Τρίζουν, Δίνε Να Τρώμε, Δεν Νογάνε Τίποτα, Δύσκολα Νομίζω Τηβγάζουμε, Δεινά Νέας Τάξης, Διαθέτουμε Νέες Τραγωδίες, ΔίΝε Του, Δημιουργούμε Νεόπτωχους Ταχύτατα, Δε Ναντέχω Τσούζει, Δανεικά Νομίζω, Τέρμα, Δανειστείτε, Νηστέψτε, Τελειώσατε!, Δημιουργεί Νέες Τραγωδίες, Δίαιτα Νέα Τρομερή, Δανειζουμε-Νηστεύετε-Τζογάρουν, Δούλευε Νηστικός, Τομάρι, Δολοφόνοι-Νεκροθάφτες-Τυμβωρύχοι, Δυνητικά Νέοι Τόκοι, Δώστε Ναφάμε Τίποτα; (βλ. εδώ)
  • Ε.Δ.Ε. (Ένορκη Διοικητική Εξέταση): Εμείς Δεν Ευθυνόμαστε
  • Ε.Μ.Π. (Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο): Έκανες Μαλακία, Πλήρωνε.
  • Ε.Λ.Π.Α. (Ελληνική Λέσχη Αυτοκινήτου & Περιηγήσεων): Επικίνδυνοι λόγω παρατεταμένης αγαμίας
  • Ε.Ο.Τ. (Εθνικός Οργανισμός Τουρισμού): Έχουμε όμως Τουρισμό
  • Κ.Κ.Ε. (Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας): ΚρυόΚωλη Experience
  • Κ.Τ.Ε.Λ.: Καθημερινή Ταλαιπωρία Ελληνικού Λαού
  • ΛΑ.Ο.Σ. (Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός): Λειτουργούμε Απλά Όπως Συμφέρει
  • Μ.Κ.Ο. (Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις): Μπίζνες Καλά Οργανωμένες
  • Μ.Π.Α. (Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών): Μην Περιμένεις Άδικα…
  • Ο.Ε.Δ.Β.: Ο Δάσκαλος Είναι Βλάκας, Όποιος Διαβάζει Είναι Βλάκας, Όταν Έχω Διάβασμα Βαριέμαι, Όλοι Ελάτε τον Δάσκαλο Βαράτε, Όλη η Ελλάδα Δασκάλους Βαράει.
  • Ο.Ε.Σ.Β. (Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων): Όταν έχει σχολείο βαριέμαι
  • ΟΣΦΠ: Ο Σωκράτης Φυλάει Πρόβατα, Όμιλος Σκουπιδιαρέων Φουκαράδων Πειναλέων, Ολυμπιακός Σύλλογος Φυλακισμένων Προέδρων (Κοσκωτάς, Σαλιαρέλης με το καλό κι ο Κόκκαλης)
  • Ο.Τ.Ε.: Ούτε Τηλέφωνα Έχουμε
  • ΟΥΛΕΝ (Ulen): Όλοι Υποφέρουν Λόγω Ελλείψεως Νερού
  • Π.Α.Σ.Ο.Κ. (Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα): Πατέρα Αναπαύσου, Συνεχίζω Ολική Καταστροφή
  • Σ.Ε.Μ.Φ.Ε. (Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών): Σαφώς Έκανες Μαλακία, Φύγε Εγκαίρως
  • Σ.ΜΕ.Χ.Α. (Σύνδεσμος Μελών Χρηματιστηρίου Αθηνών): Σύλλογος Μονίμως Ερωτευμένων Χωρίς Ανταπόκριση
  • Φ.Π.Α. (Φόρος Προστιθέμενης Αξίας): Φιλικά Πηδιόμαστε Ακόμα

Φαντραρώνυμα

  • Α.Μ. (Ασφάλεια Μονάδος): Άνοιξε Μαλάκα, Αρχίδι Μονάδας, Αυτού Μεγαλειότης
  • Γ.Ε.Π. (Γραφείο Έρευνας και Πληροφορικής): Γραφείο Έρευνας και Πληροφορικής, Γραφείο Εξάσκησης Πλαιυστάσιον, Γήπεδο εξάσκησης Pro
  • Δ.Δ. (Διεύθυνση Διοικήσεως): Δεν Δουλεύω, ή Δανείζουμε Δούλους
  • Δ.Ε.Α. (Δόκιμος Έφεδρος Αξιωματικός): Δεν Είμαι Αξιωματικός, Δεν Έχω Αξία, Δεν έχω αστέρι, Δες Ένα Αρχίδι
  • Ε.Λ.Δ.Υ.Κ. (Ελληνική Δύναμη Κύπρου): Ελπίδα Λούφας Δεν Υπάρχει Καμία, Εντός Ολίγων Λεπτών Υποπτεύομαι Κάμψεις
  • Ε.Π.Υ. (Εθελοντής Πενταετούς Υποχρεώσεων): Επειδή Πεινάω Υπηρετώ, Έπινα πριν υπογράψω
  • ΕΠ.ΟΠ. (Επαγγελματίας Οπλίτης): Επειδή Πείνασα Ορκίστηκα Πάλι, Επικελευστής Όταν Πεθάνεις, Έφαγα Πόρτα Όπου Πήγα
  • Κ.Ε.Β.ΟΠ. (Κέντρο Εκπαίδευσης Βαρέων Όπλων): Κάπου Έξω Βρίσκεται Ο Παράδεισος
  • Κ.Ε.Ε.Μ. (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Εφοδιασμού Μεταφορών): Κορίτσια, Εδώ Εκπαιδεύονται Μαλάκες), Κορίτσια Εδώ Εκπαιδεύονται Μαλάκες, Και Εσύ Έχεις Μέσον
  • Κ.Ε.ΔΒ. (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Διαβιβάσεων): Κέντρο Εκπαίδευσης Δυνατών Βυσμάτων
  • Κ.ΕΠΙΚ. (Κέντρο Επικοινωνιών του Στρατοπέδου): Κέντρο Επεξεργασίας Ινδικής Κάνναβης
  • Κ.Ε. ΠΟΡΟΥ (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Πόρου): Και και Πορέλι
  • Κ.Ε.Υ.Γ. (Κέντρο Εκπαίδευσης Υγειονομικού): Κέντρο Εκπαίδευσης Υψηλών Γνωριμιών
  • Κ.Ε.Υ.Π. (Κέντρο Εκπαίδευσης Υλικού Πολέμου): Κέντρο Εκπαιδεύσεως Υψηλών Προσώπων
  • Κ.ΜΗ. (Κέντρο Μηχανογράφησης) Κομπιούτερ Μαλάκα Ήθελες
  • Κ/Φ (Κανονιοφόρος): Κουφή
  • Κ.Ψ.Μ. (Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδος): Κάτσε Ψήστον Μόνος σου (τον καφέ)
  • Λ.Γ.Μ. (Λόχος Γενικών Μεταφορών): Λίμνη Γεμάτη Μπαρμπούνια
  • Λ.Δ., Λόχος Διαλύσεως (Λόχος Διοικήσεως): Λόχος Διαλύσεως
  • Λ.Υ.Β. (Λόχος Υποψηφίων Βαθμοφόρων): Λόχος Υποψηφίων Βυσμάτων, Λιώνω Υποφέρω Βασανίζομαι
  • Μ.Ε.Τ.Α. (Μοίρα Εκπαίδευσης Τοπικής Άμυνας): Μάνα Εδώ Τρώνε Ανθρώπους, Μας Έμαθαν Το Αραλίκι, Μας Έκλασαν Τα Αρχίδια
  • Κ.Ε.ΥΓ. (Κέντρο Εκπαίδευσης Υγειονομικού): Κέντρο Εκπαίδευσης Υψηλών Γνωριμιών
  • Κ.Ε.Υ.Π. (Κέντρο Εκπαιδεύσεως Υλικού Πολέμου): Κέντρο Εκπαιδεύσεως Υψηλών Προσώπων
  • Λ.Ε.Α. (Λόχος Έκτακτης Ανάγκης): Λούφα Εκτός Απροόπτου
  • Λ.Μ.Κ. (Λόχος Μεταφοράς Καυσίμων): Λάθος Μονάδα Κατάταξης
  • Λ.Ο.Κ. (Λόχος Ορεινών Καταδρομών): Λάθος όλοι κάναμε
  • Λ.Υ.Τ. (Λόχος Υποστήριξης Τάγματος): Λόχος Υπερβολικής Ταχύτητας (τους τρέχουν)
  • Μ.Ε.Τ.Α. (Μοίρα Εκπαίδευσης Τοπικής Άμυνας): Μάνα Εδώ Τρώνε Ανθρώπους, Μας Έμαθαν Το Αραλίκι, Μας Έκλασαν Τ’ Αρχίδια
  • Μ.Π.Κ. (Μοίρα Παντός Καιρού): Μοίρα Πίπα-Κώλο
  • Μ.Σ.Ε.: (Μοίρα Συντήρησης Εγκαταστάσεων): Μοίρα Στέρησης Εξόδου
  • Ο.Β.Α. (Οπλίτης Βραχείας Ανακατάταξης): Όταν Βαρεθώ Απολύομαι
  • ΟΜ.Α.Ε. (Ομάδα Άμεσης Επέμβασης): Όπα Μεγάλε, Αράξαμε Επιτέλους!
  • Ο.Υ.Κ. (Ομάδα Υποβρυχίων Καταστροφώνε): Ομάδες Υποψήφιων Κάφρων, Όλοι ύστερα κατάλαβαν
  • Π.Α. (Πολεμική Αεροπορία): Ποτέ Αγγαρεία
  • Π.Α.Β.Υ.Π. (Προκεχωρημένη Αποθήκη Βάσεως Υλικού Πολέμου): Παλιοί Ακόμα Βαράνε Υπηρεσίες Περιπόλου
  • Π.Τ.Μ. (Πλοίο Ταχείας Μεταφοράς): Ποταμόπλοιο
  • Σ.Α.Ε.Π. ( Σχολή Αξιωματικών Έρευνας και Πληροφορικής): Σειρούλα Άραξε, Έχει Πλαιυστάσιον, Σειρούλα Άραξε Είμαστε Πολύπριζα
  • Σ.Ε.Α. (Στρατεύσιμος Έφεδρος Αξιωματικός): Σήμερα (ή Συνήθως) Έχω Άδεια
  • Σ.Ε.Π. (Σώμα Έρευνας και Πληροφορικής): Σώμα Ειδικών Περιπτώσεων, ή Σώμα Εξαιρετικών Προσώπων, ή Σώμα ΕξεχόντωνΠολύπριζων
  • Σ.Ε.Α.Π. (Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού): Σήμερα Έρχεσαι Αύριο Πεθαίνεις, Σκατά Έρχονται Από Παντού, Σήμερα Έχουμε Ασφαλώς Πατάτες
  • Σ.Ε.Μ. (Σώμα Εφοδιασμού Μεταφορών): Σίγουρα Έχω Βύσμα
  • Σ.Ε.Υ. (Σμήνος Επιχειρησιακής Υποστήριξης): Σμήνος Ευαίσθητων Υπάρξεων
  • Σ.Τ.Α. (Σχολή Αξιωματικών Τεθωρακισμένων): Σχολή Ανοιγμένων Τάφων
  • Στ.Ε.Κ. (Σταθμός Ελέγχου Κυκλοφορίας): Σάντουιτς, Τσιγάρο, Εφημερίδα, Καφές
  • ΣΤΡ.ΠΖ. (Στρατιώτης Πεζικού): στριπτιζού
  • Σ.Φ. (Στρατιωτικές Φυλακές ): Σχολή Φωτομοντέλων
  • Τ.ΕΦ. (Τάγμα Εφοδιασμού): Τάγμα Επιστημονικής Φαντασίας
  • Τ.Π.Β. (Τεχνίτης Πυροβόλων) =Τεκνό Βορείων Προαστίων, Το Παιδί Βολεύτηκε, Το Παιδί Βύσμα
  • Τ/Φ (Τυφεκιοφόρος): Τυχερός Φαντάρος, Τρέξε Φουκαρά
  • 124 Π.Β.Ε. (124 Πτέρυγα Βασικής Εκπαίδευσης): 124 Πρόβατα Βοσκάνε Ελεύθερα, 124 Πούστηδες Βαράνε Εμένα
  • 290 ΜΚ Τ.Π. (290 Μηχανοκίνητο Τάγμα Πεζικού): 290 Μαλάκες Τρέχουν Πανικόβλητοι

Πηγές: νέτι, σλάνγκρρ, sarantakos.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολυσχιδής και άκρως γαμοσλανγκοπρεπής εκδοχή του επιδέχομαι.

Μερικές πρακτικές εφαρμογές:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η κατάληξη -νέτο δηλώνει καθαρά σεξουαλικό περιεχόμενο όταν πρόκειται για γυναίκες, γεννητικά μόρια και μεγέθη, έχει χαρακτήρα χιουμοριστικό, κυρίως παιχνιδιάρικο.

  2. Το νέτο ως σκέτο συναντάται για καταστάσεις που έχουν ολοκληρωθεί, προέρχεται από τα λατινικά και είναι συνώνυμο του καθαρός.

  3. Δάνειο απά τα ιταλικά το οποίο δηλώνει το μέγεθος, κυρίως αν κάτι είναι σχετικά μικρό σε πρακτική χρήση.

1.- Ρε συ τι γκομενέτο μας κουβάλησε πάλι αυτός σήμερα; - Καλά δεν τα 'μαθες; Το νιμού σέρνει καράβι.

  1. Το φραουλέτο πήγε νέεετο (στη λαϊκή)

3.- Δώσ' μου μωρέ εκείνο εκεί να ανάψω...
- Ποιο;
- Αυτο εκει μωρε,το παπαρδελετο
- Το καμινέτο βρε μαλακα;

(από Khan, 13/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκνευριστική παπαχελληνικούρα που ελληνοποιεί αμερικλάνικα μορφώματα τ.:

Οι νεολογισμοί αυτού του είδους φοριούνται όλο και περισσότερο, κυρίως από τρέντουλα.

Συχνά αντικατοπτρίζουν τους ευσεβείς πόθους του καραφλοχαίτουλα πουρέιτζερ. Σόρι γιατρέ μου, αλλά όσο και να χτυπιέσαι τα πενήντα δεν είναι τα νέα τριάντα - εκτός κι αν είσαι ο George Clooney.

1.
Το πορτοκαλί είναι το νέο κόκκινο

2.
Ο Προκόπης Δούκας επιβεβαιώνει το ρητό «ο εξηντάρης είναι ο νέος σαραντάρης» με αφορμή το ασφαλιστικό...

3.
Είναι το ευρώ το νέο γεν;

4.
Το Amazon είναι το νέο Netflix που είναι το νέο HBO ...

5.
Η Usie είναι η νέα Selfie!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκφράσεις που ήταν σε χρήση στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του τελευταίου Εμφυλίου Πολέμου και λίγο αργότερα, από ένα σχετικά περιορισμένο ποσοστό του γενικού πληθυσμού, και πιο συγκεκριμένα από τους πολιτικούς εξόριστους και τους βασανιστές τους στα ξερονήσια και τις φυλακές της χώρας. Αυτή η αργκό στις μέρες μας είναι έως και μηδενικού ενδιαφέροντος.

Βούλγαροι : Άνευ σχολίων.

Γολγοθάς : Ο τόπος έρευνας (και καταλήστευσης) των αποσκευών και εν ταυτώ, ο τόπος του πρώτου βασανισμού των νεοαφικνούμενων στη Γιούρα. Βρισκόταν δίπλα στην αποβάθρα που έδενε το πλοίο ή το καΐκι. Γολγοθά αποκαλούσαν στις φυλακές της Κέρκυρας ένα αλώνι που χρησίμευε ως χώρος βασανιστηρίων.

Δάσος : Το νεκροταφείο στο οποίο παράχωναν στη Γιούρα τους νεκρούς από τα καψόνια και τα βασανιστήρια.

Ελ Ντάμπα : Περιφραγμένος με συρματόπλεγμα ακάλυπτος χώρος που χρησίμευε ως πειθαρχείο. Επινοήθηκε από τον διοικητή της Γυάρου Μπουζάκη, διάδοχο του Γλάστρα. Η ετυμό είναι προφανής. Ηλιακό πειθαρχείο (και με υποχρεωτική ορθοστασία) υπήρχε και στο Μακρονήσι το 1953.

Κουνιούνται τα τσουβάλια : Φράση ενδεικτική της ποσότητας σκουληκιών και ζωυφίων που περιείχαν τα άλευρα, όσπρια κλπ τρόφιμα του συσσιτίου των κρατουμένων.

Μαρμιτατζήδες : Ευνοούμενοι (= δοσίλογοι και χαφιέδες ) κρατούμενοι που είχαν προτεραιότητα στη διανομή του συσσιτίου, και έπαιρναν επιπλέον την μαρμίτα, το περίσσευμα του καζανιού.

Μάτια : Χαφιέδες ποινικοί που κυκλοφορούσαν στους όρμους του νησιού και κάρφωναν τους κρατούμενους στη διοίκηση και τους φύλακες.

Μαύρο σπίτι : Η κατοικία του δοσίλογου Γεωργίου Γλάστρα, υποδιευθυντή και κατόπιν διευθυντή του ευαγούς ιδρύματος. Η ανέγερσή του πραγματοποιήθηκε με την εθελοντική εργασία των εξόριστων. Με τον ίδιο τρόπο χτίστηκαν και οι διάφορες βίλλες κάποιων φυλάκων.

Όρμος της σιωπής / Τάφος των ζωντανών / Όρμος των μαρτυρίων : Ο πέμπτος όρμος της Γιούρας, στον οποίο οι στρατωνισμένοι εξόριστοι βρίσκονταν στο ανύπαρκτο έλεος ενός από τους σκληρότερους βασανιστές του νησιού.

Πατριάρχης : Όνομα με το οποίο συγκεκριμένος φύλακας της Γιούρας αποκαλούσε την μαγκούρα / ραβδί / μπαμπού που χρησιμοποιούσε για τις ανάγκες της υπηρεσίας. Τον ένα Πατριάρχη διαδεχόταν ο επόμενος, όπως συμβαίνει παλαιόθεν και στον εκκλησιαστικό χώρο, από τον οποίο προέρχεται η ορολογία. Η διαδοχή καθίστατο αναπόφευκτη μετά τα πολλαπλά κατάγματα που υφίσταντο οι πατριάρχες συνεπεία αλλεπάλληλων προσκρούσεων σε αμετανόητες, αιρετικές επιφάνειες.

Στρούχτορας / Ινστρούχτορας : Χαρακτηρισμός που αποδιδόταν από τους βασανιστές φύλακες σε οιονδήποτε κρατούμενο κατά το κέφι τους. Προφανέστατα σημαίνει τον ιδεολογικό καθοδηγητή, (πρβλ αγγλ. instructor ). Η στοχοποίηση από τους φύλακες κάποιου εξόριστου ως στρούχτορα είχε άμεσες και οδυνηρές συνέπειες για τον τελευταίο. Εναλλακτικά στέλεχος / γραμματέας.

Συκιά του Γλάστρα : Εντελώς τελείως μοναδικό ανά την υφήλιο οπωροφόρο δένδρο του είδους ficus carica, απαντώμενο στην νήσο Γυάρο. Από τα μέσα του 1948 μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '50 στα κλαδιά του αναπτύσσονταν όχι τα γνωστά πράσινα ή μώβ σύκα, αλλά έτερα, ερυθρού χρώματος, ομιλούντα και διαθέτοντα 4 άκρα, κεφαλή και (πιθανώς) αίσθηση του πόνου. Από αμφισβητούμενης αξιοπιστίας πηγές μαρτυρείται η ικανότητά τους να εκβάλλουν διαπεραστικά ουρλιαχτά πόνου επί πολλές ώρες ή και ημέρες, φαινόμενο που μάλλον συνδέεται με την τεχνική συγκομιδής η οποία περιλάμβανε συστηματικό ραβδισμό.

Γινωμένα σύκα : Οι (μέχρι και 20 άτομα μαζί ) εξόριστοι που φτυαρίζονταν μισοπεθαμένοι στο διαστάσεων 2 Χ 3 πειθαρχείο, μετά από (συνήθως πολυήμερο ) δέσιμο στη συκιά, συνοδευόμενο από άγρια βασανιστήρια. Στο πρώτο πειθαρχείο (μια σκορπιοβριθή σπηλιά 2 Χ 2) βασανίστηκε από την ημέρα της άφιξής του στις 18/7/47 μέχρι τον θάνατό του στις 19/8/47 ο τριαντάχρονος Λαμιώτης δάσκαλος Περικλής Κούκερης, ο πρώτος νεκρός του Εμφυλίου στη Γιούρα.

Το πλοίο της πατρίδας : Το όποιο αρματαγωγό ξεφόρτωνε στη Γιούρα εξόριστους, εφόδια και υλικά για το χτίσιμο της φυλακής και άλλων κτιρίων που σώζονται μέχρι σήμερα. Η ανέγερσή τους, μετά την ισοπέδωση του βουνού από τους εξόριστους με ελάχιστα εργαλεία ήταν το αποκαλούμενο «έργο», ευκαιρία απίστευτης ρεμούλας για πολλούς εμπλεκόμενους. Αυτό τεκμηριώνεται από το σχετικό πόρισμα ( 21/8/1953) του εντεταλμένου εφέτη Ιωάννη Μπιζίμη. Τα καψόνια, τα βασανιστήρια και οι θάνατοι κατά τη διάρκεια του «έργου» δεν τεκμηριώνονται από καμία κρατική υπηρεσία.

Τρελά : Ρούχα υπηρεσίας που εχορηγούντο στους τρόφιμους των φυλακών και των ψυχιατρείων.

Τσακάλια : Ποινικοί και δοσίλογοι κρατούμενοι στη Γιούρα, που χαφιέδιζαν τους πολιτικούς στους φύλακες.

Φορμόζα : Από τις αρχές του 1950 και μετά ο Δ' όρμος της Γιούρας, στον οποίο στρατωνίζονταν οι ανανήψαντες και ιδόντες το εθνικόν φως το αληθινόν κρατούμενοι. Η ετυμό από την Ταϊβάν, στην οποία κατέφυγε μαζί με τους υποστηρικτές του ο Τσανγκ Κάι Σεκ μετά που πήρε την τσαπού από τους κόκκινους του Μάο. Αυτά τα ωραία συνέβαιναν πάνω κάτω την εποχή που ο Ναζίμ Χικμέτ νοσηλευόταν με Στηθάγχη ( η οποία παρεμπ θεραπεύεται με νιτρογλυκερίνη όπως διαβάζω στο νέτι. Αυτοί οι περίεργοι συνειρμοί θα με φάνε μια μέρα, να μου το θυμηθείτε ). Με την ίδια λέξη δηλωνόταν η αχτίνα (πτέρυγα ) των δηλωσιών και στις συμβατικές φυλακές της χώρας.

Βασική πηγή : Ανδρέα Νενεδάκη «Απαγορεύεται. Το ημερολόγιο της φυλακής». Συγκεντρωτική καταγραφή μαρτυριών εξόριστων στη Γιούρα. Εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1974.
Κάτι ψιλά από το «...καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» του Χρόνη Μίσσιου, και από μνήμης κάποια στοιχεία από τα γραφτά του Γιώργη Πικρού και του Φιλ. Γελαδόπουλου για το Μακρονήσι. Ο Μίσσιος μας παραδίδει και την σλανγκιά βασανιστών χειρουργείο = θάλαμος βασανιστηρίων.

Το λήμμα είναι για δύο φευγάτους του σάιτ, την Πειρατίνα και τον Τζήζαντα. Και για τον Χάνκοντα, στου οποίου το λήμμα βασίστηκα για τη δομή του παρόντος.

15/7/47 [...] Άλλοι πάλι ποινικοί για να γλυτώσουν από την πρώτη μέρα άρχισαν τις σπιουνιές και τα κλωθογυρίσματα στους φρουρούς. Αυτοί βαφτίστηκαν αμέσως. Είναι τα «τσακάλια». Και μόλις παρουσιαστούν πέφτει βουβαμάρα.

10/9/47 Ως τώρα ήταν εκεί αριστερά στην αποβάθρα ο τόπος της έρευνας. [...] τον λένε «Γολγοθά» γιατί είναι ξέρα και μοιάζει με «κρανίου τόπον». [...] Τώρα εγκαινιάστηκε άλλος Γολγοθάς. Ο δεύτερος.
Μαστούρωναν, και τους τράβαγαν το βράδυ στο Γολγοθά - οι ίδιοι το βαφτίσαν έτσι. Ήταν ένα παλιό αλωνάκι πάνω απ' τα πειθαρχεία, όπου γινότανε το σώσε. (Μίσσιος)

30/3/48 - Σκυλιά θα σας σκάσω όλους. Εγώ είμαι ο Γλάστρας... Και θα περηφανευτεί [...] δείχνοντας το νεκροταφείο με τους σταυρούς.
- Εκεί θα φυτρώσει ολόκληρο δάσος [...]
17/6/48 - Δάσος θα γίνει εκεί... φωνάζουν [...] και δείχνουν το νεκροταφείο.
Στη Σύρα θ' ανοίξουν άλλο...δάσος, φαίνεται. Ποιος ξέρει τι γίνεται κ' εκεί στο νοσοκομείο. Λέγονται πολλά.
28/4/50 Πέθανε κι ο Συρινιώτης ο Κώστας [...] έλκος στομάχου [...] πετσί και κόκκαλο στις αγγαρείες [...] Ξερνούσε αίμα [...] τον έθαψαν στο «δάσος» χτές [...] σαράντα οχτώ χρονώ [...]

17/6/48 Η Συκιά είναι η τελευταία του έμπνευση. Εκεί κρεμά απ' τους αγκώνες [...] νύχτες ολόκληρες τους κρατούμενους του πειθαρχείου. Και τους δέρνει [...] ώσπου να παραλύσουν. [...] Τα «γινωμένα σύκα», όπως λένε όσους έχουν κρεμαστεί στη Συκιά.

12/10/47 Ο Ζεϊμπέκος καυχιέται κάθε μέρα πως σπάζει δυό και τρείς «Πατριάρχες». Κι οι άλλοι φύλακες δε μένουν αργοί.
30/10/47 Πρωί, μεσημέρι, βράδυ, ο πατήρ Προκόπιος λειτουργεί και ευλογεί τις μαγκούρες, τους «πατριάρχες» και τα παλούκια.

17/12/47 Οι σκηνές γεμίζουν από «εθνικόφρονες» που [...] δημιουργούν επεισόδια [...] «καρφώνουν» [...] στο συσσίτιο παίρνουν πρώτοι τη «λαδιά» [...] και άρρωστος νάναι κανείς, δε γλυτώνει από τα «μάτια» που βλέπουν για λογαριασμό του Γλάστρα.
8/2/48[...] τα «αυτιά» και τα «μάτια» είναι παντού.

12/7/47 [...] όσοι θέλοντας να γλυτώσουν έκαναν τους αδιάφορους, δέχτηκαν ολόκληρη μπόρα.
- Ώστε είσαι ψύχραιμος; Πώς σε λένε; Είσαι ο στρούχτορας οπωσδήποτε.
25/2/48 [...] μόλις έτσι να φαίνεσαι [...] πως ξέρεις να μιλάς χαρακτηρίζεσαι «στέλεχος», «στρούχτορας» ή «γραμματέας».

[...] μας πήραν τα πολιτικά μας ρούχα και μας φόρεσαν τα «τρελά» της φυλακής. Ε, αυτά δεν έχουν ζώνες, είναι όπως οι πιτζάμες [...] από ένα κωλοΰφασμα, σαν καραβόπανο [...] (Μίσσιος)
8/11/49 Αυτά που λέει ο κανονισμός της φυλακής πως είναι υποχρεωμένοι να δίνουν σ' όλους τους κρατούμενους ρούχα, «τρελά» κλπ δυό φορές το χρόνο, είναι γραμμένο μόνο στα χαρτιά.

20/5/48 Τα αλεύρια που έρχουνται είναι κακής ποιότητας. [...] Τα σκουλήκια είναι τόσα πολλά που πολλές φορές «κουνιούνται τα τσουβάλια». 8/11/49 - Τόσα σκουλήκια είχε το αλεύρι που τα τσουβάλια έπαιζαν... έλεγε ο φύλακας Λαζαράτος Ανδρόνικος.

25/6/48 Κι ό,τι μείνει, «η μαρμίτα», ξαναμοιράζεται στους ευνοούμενους. [...] Κι ό,τι μείνει δεν το δίνουν στους «μαρμιτατζήδες» [...] Το ρίχνουν στα γουρούνια του αρχιφύλακα Τσολάκη.
25/5/49 Οι μαρμελατζήδες (Σ.Σ. ;;;;;;;), οι μαρμιτατζήδες, οι ιδιαίτεροι, τα τσανάκια [...] παίρνουν πρώτοι με λαδιά τριπλή και γεμάτη καθαρή κουτάλα.

8/2/48 Το αρματαγωγό έφυγε [...] «Το πλοίο της πατρίδας», όπως λένε οι Έλληνες, Γεώργιος Γλάστρας και ο Στράτος Κοζομπολίδης, τα καλά της παιδιά...

6/4/48 Ο Στράτος έγινε κλωβάρχης. Στον Πέμπτο ως τα τώρα ήταν το πειθαρχείο. Και είναι ακόμα. [...] «Στον όρμο της σιωπής», «στον τάφο των ζωντανών», «στον όρμο των μαρτυρίων», όπως ακούγεται ο Πέμπτος όρμος, τώρα βασιλιάς και κύριος είναι ο Στράτος.

30/3/48 [...] από τη βεράντα του σπιτιού του, που δούλεψαν εκατοντάδες κρατούμενοι για να χτιστεί, και που το λένε τώρα «το μαύρο σπίτι», ακούγεται ένας βρυχηθμός θηρίου [...]
17/6/48 Στη χαράδρα του Πρώτου όρμου [...] κοντά στο «μαύρο σπίτι» του Γλάστρα χτίστηκε άλλο πειθαρχείο.

1/6/50 [...] ο Μπουζάκης έστησε την «Ελ Ντάμπα» [...] Ο ήλιος είναι μεσούρανα [...] ο αέρας [...] δεν μπορεί να δροσίσει τη λάβα στο ηλιακό πειθαρχείο [...] σ' ένα συρματοπλεγμένο τετράγωγο ξέσκεπο είναι σωριασμένοι οι τιμωρημένοι [...] τα κεφάλια τους είναι ξυρισμένα, τα ρούχα τους λιγοστά [...] και τα κύπελα του νερού αδειανά [...] Κάθε μέρα [...] δεκάδες κρατούμενοι [...] Τον Γ. Μπούσουλα [...] τον έκαμαν παράλυτο από το ξύλο και τον έκλεισε στην Ελ - Ντάμπα για είκοσι μέρες.

10/3/48 - Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, γ... την Παναγία σας... Έχετε και σεις προγόνους... Βούλγαροι...
26/8/48 Πού θα πας, στους Έλληνες ή στους Βουλγάρους ;

Φορμόζα λέγαμε μια αχτίνα της φυλακής που ήταν μαζεμένοι όλοι οι δηλωσίες [...] από το γνωστό νησί της Κίνας [...] (Μίσσιος)
23/3/50 Τώρα στον Τέταρτο μαζεύουνται εθνικόφρονες κι όσοι χαρακτηρίζουνται «ανανήψαντες». Στη «Φορμόζα», όπως λένε τώρα τον Τέταρτον [...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρηλόντεντ παραλλαγή του πάλι ποτέ βάστα Ρόμμελ!, προσαρμοσμένη στα χρόνια τση μνjημονιακής χολέρας.

Χρησιμοποιείται αφενός από μνjημονιακούς (που αναπροσδιορίζονται μεταρρυθμιστές) όταν πανηγυρίζουν επειδή θεωρούν ότι οι μνjημονιακές «μεταρρυθμίσεις» αποδίδουν καρπό (όταν δεν αποδίδουν λόγω συντεχνιακών πιέσεων το γυρίζουν στο πιο σκληρό Μέρκελ, τράβα την πρίζα!) Και αφεδύο από είρωνες αντιμνjημονιακούς, σε βάρος της επονομαζόμενης κατοχικής κυβέρνησης.

Δράττομαι τση ευκαιρίας να πανηγυρίσω το τέλος του μνjημονίου (είτε με εντολή Σαμαρά, είτε επειδή θα το σχίσει ο Αλέξης) με ένα σλανγκαπάνθισμα σλανγκισμώνε, εκφράσεων, λολοπαιγνίωνε και ξύλινης και μη νεογλώσσας που εν πολλοίς αγνοούσαμε πριν ο Γ.Α.Π. εκφωνήσει το κύκνειο άσμα του στο Καστελόριζο:

  • αγανακτίστας: κύκνειο λήμμαν του Ζανουάρ για τους νοικοκυραίους που με ιαχές τ. εεε...ωωω..πάρτε το μνjημόνιο και φύγετε από δω (Ουστ!), δεν πληρώνω δεν πληρώνω, το ελικόπτερο και πουλ, απάλλαξαν τον μελαγχολικό Τζέφρι από τα δυσβάσταχτα καθήκοντά του.
  • αγορές: το μνjημονικό Ιερό Δισκοπότηρο, εκεί που πασχίζαμε να καταλήξουμε ώστε πάλι με χρόνια και καιρούς να δανειζόμαστε όπως παλαιά.
  • αλλαγή νοοτροπίας: να πάψουμε δηλαδή να φερόμεθα ως κλασικοί Έλληνες μαλάκες αλλά ως Ολλανδοί. Έχει και τα καλά του πάντως, οι γκόμενες θα πληρώνουν τον μισό λογαριασμό στη ταβέρνα και την μισή βενζίνη.
  • ανταγωνιστικότητα: εύκολο - να έχουμε μισθούς σχεδόν σαν της Σερβίας (η πικρή αλήθεια όμως είναι ότι η Σερβία δεν είναι ανταγωνιστική γιατί έχει γραφειοκρατία σχεδόν σαν την δική μας :Ρ )
  • αντιμνημονιακoί: μεταξύ άλλων, οι οπαδοί του ΣφΥΡΙΖΑ, οι Καμμένοι Έλληνες, τα χρυσά αυγά και τα στρατευμένα κουτσουμπονιάτα του Κόμματος.
  • ανυπακοή: σ.σ. δηλαδή σε ο,τιδήποτε εκτός από τα όσα προτάσσει το Κόμμα.
  • ασημικά: Αγοράζω παλιά που τραγουδούσε ο Τζορντανέλλι. Με εξαίρεση τον Ριχάρδο, κανένας διεθνής επενδυτής (q.v.) δεν έχει εισέτι σκάσει μύτη.
  • βαράω κανόνι: Βλ. Πρώτο μήδι.
  • βαρβαρότητα ή σοσιαλισμός: προσφιλές σύνθημα του ΓΑΠ
  • βαυαρότητα ή σοσιαλισμός: λολοπαίγνιοτου Τριπραλέξ στο ως άνω σύνθημα του ΓΑΠ (ως γνωστόν, πας Γερμαναράς Βαυαρός εστί).
  • γκέουρο: φρανκενδραχμή που θα αντικαταστήσει το Ευρώ σε περίπτωση γκρέξιτ.
  • γκόου μπακ: κουφάλες τροΐκανοί εδώ είναι Ελλάδα, εδώ είναι Ελλάδα, Ανατολή είμαστε όλοι αραπάδες, είμαστε όλοι αραπάδες, Τσιγγάνοι, Γύφτοι Μοϊκανοί, Μοϊκανοί.
  • γκρέξιτ: ο δραχμαγεδδών (q.v.)
  • δεν θα μας πάρεις τα καγιέν, Ολι Ρεν Ολι Ρεν! προσφιλής αντιμνjημονιακή ιαχή από τα ακριτικά Καγιενοχώρια.
  • διεθνής τοκογλυφία: η ΕΚΤ, το ΔΝΤ και η Κομισιόν που καταχρηστικά μας δανείζουν με 1,5%.
  • δουνουτάς, ΔΝΤ, δονητής: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ως δονητάρι. Ξαπλώστε, κλείστε τα τα μάτια σας και απολαύστε.
  • δραχμαγεδδών: το γκρέξιτ (q.v.) και οι ολέθριες συνέπειές του.
  • επενδύσεις: παράδειγμα προ κρίσεως: πράσινη οικονομία, τουτατέστιν η επιδοτούμενη ανέγερση ανεμόμυλων και η πώληση προς την κρατική ΔΕΗ κιλοβάτ, με επιβάρυνση του προϋπολογισμού. Παράδειγμα στα χρόνια του Μνjημονίου: πωλήσεις δημοσίων εταιρειών ή οικοπέδων, προκειμένου να αποπληρώνονται οι διεθνείς τοκογλύφοι (q.v.)
  • εισφορά αλληλεγγύης: το χαράτσι, στην μνjημονιακή νεογλώσσα.
  • επιμήκυνση: μας επιτρέπει να πληρώσουμε €700 δις σε 20 χρόνια αντί για €100 σε δέκα. Ωσεκτουτού, επιμήκυνση του τροϊκανού πέοντα.
  • γενιά των 700 ευρώ: η σημερινή γενιά των 500 ευρώ τους αναπολεί και κλαίει.
  • η κρίση ως ευκαιρία: Το’ πε κι ο Παγκαλέων: «Το μνjημόνιο είναι ευκαιρία για τον τόπο. Είναι και ευτυχία για τον τόπο». Ειδικά εάν έχεις δικηγορικό οίκοι, εταιρεία συμβούλων, εκκαθαριστής, ο Ριχάρδος, ή οπαλάκιας.
  • ήμουν κι εγώ στην Λίστα Λαγκάρντ: το αμαρτωλό κότερο των Λαζοπουλοψινάκηδων ψωλαρμενίζει στην Βελβετία.
  • κατοχική κυβέρνηση: η λεγόμενη χούντα του σαμαροβενιζέλου, που διαδέχτηκε την επίσης κατοχική κυβέρνηση Παπαδήμ(ι)ου. #Τράγκας.
  • κόκκινη γραμμή: διαπραγματευτικά, το ασάλιωτο πρωκτικό. Στην ρεαλ πολιτίκ όμως η καλή νοικοκυρά όλα τα αλέθει.
  • κούρεμα: το συμβολικό και / ή ουσιαστικό ξεγύμνωμα ανθρώπων, θεσμών, πολιτισμών, νομισμάτων.
  • λεφτά υπάρχουν: είπε ο Τζέφρι, στέλνοντας όλους μας στις κάλτσες.
  • Μάνταμ Μέρκελ: η ευθυμοτυπικά ορθή ΣφΥΡΙΖουσα προσφώνηση τση Καγκελαρίου με το αβυσσαλέο ντρκολτέ.
  • με εντολή Σαμαρά: ο Τσακ Νόρις βρήκε τον μάστορά του στο πρόσωπο του Φον Αντωνάκη.
  • μεταρρύθμιση: τα σκληρά αλλά αναγκαία μέτρα, κολποσκόπηση και χημειοθεραπεία ένα πράμα.
  • μνjημονιακή υποχρέωση: πάσης φύσεως ακάποτο μπιφτέκωμα με εντολή Σαμαρά (q.v.).
  • μνημονιακοί: νεοφιλελέδες, οπαδοί της Νέας Δημοπρασίας και του νεοπασόκ, ΔημΑριστές, ο Βράσταμαν κ.ά. σουργελέισον.
  • νήσος του Πάσχου: νησί που ξεπουλάει από η κατοχική κυβέρνηση (q.v.) στα ξένα και ντόπια αρπαχτικά.
  • ξεπούλημα: το μπιρ παρά σκότωμα κρατικής περιουσίας σε ξένα και ντόπια αρπαχτικά. Η πικρή αλήθεια είναι ότι ελάχιστοι ξένοι επενδυτές έχουν δείξει πραγματικό ενδιαφέρον για τα ασημικά μας, έστω και σκοτωμένα.
  • οι Γερμανοί είναι φίλοι μας: λένε με θαυμασμό οι βλαχοφιλελέ και ειρωνικά οι μη.
  • οι Γερμενοί ξανάρχονται: η άνοδος τση Χρυσής Αυγής σαν συνέπεια της μνjημονιακής malaise.
  • όλοι μαζί τα φάγαμε: εμβληματική πλην ρεντουξιονιστική ατάκα του Μέγα Παγκαλέωντος.
  • πιστωτικό γεγονός: η πορδή εκείνη που θα πυροδοτούσε την χρεοκοπία και τον δραχμαγεδδώνα.
  • πορδοσάλτε: μνjημονιάκος δημοσιοκάφρος του ΣΚΑΙ. Μαζί με τον Πάσχο Μανδραβέλη (βλ. νησί του Πάσχου), το κόκκινο πανί κάθε στρατευμένου αντιμνημονιακού.
  • πουτσολήπτης: ο έχων πουστοληπτική ικανότητα στις αγορές.
  • πρωκτογενές πλεόνασμα: το πρωτογενές πλεόνασμα που για να επιτευχθεί έκανε «έτσι» το κωλαράκι μας.
  • προσαρμογή: βλ. σοκ και πέος.
  • σακάτης: o Σόϊμπλε, κακοχρονονάχει (ναπαγαμηθεί η κορεκτίλα!)
  • σπρεντ: διαφορά μεταξύ του πόσο τουρλώνει τον πρωκτούλη του ο Έλληνας για να δανειστεί, έναντι του αντίστοιχου πρωκτουρλώματος ενός Γερμανού.
  • σορτάκιας: ο αδερφός του ΓΑΠ που έβγαλε τις κάλτσες του ποντάροντας στον καταποντισμό της οικονομίας.
  • στεγνώσαμε: δεν υπάρχει σάλιο στα ταμεία όπως είπε κι ο ημέτερος Shabba Ranks.
  • τασκ φορς: τριμελής επιτροπής από πέντε-έξι τοποτηρητές τροϊκανούς με κακόηχα τευτονικά ονόματα τ. Φούχτελ.
  • τεστ αντοχής: άνευ ουσίας μείς οι Έλληνεςγιατί είμαστε λοκατζήδες. Για τους καψιμιτζήδες, υπάρχει και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
  • τραπεζοτσολιάς: άλλοτε κυριλέ επάγγελμα καταδικασμένο στην συνείδηση του λαού που ωστόσο τραβάει ζόρι λόγω αναδουλειάς και ελλείψει μπόνους κλαψ, κλαψ, σνιφ, σνιφ.
  • τροϊκανός: κύκνειο λήμμαν του Πανούλις, before Troikans were was cool.
  • Τσολάκογλου: ο Παπαδήμ(ι)ος, οι Σαμαροβενιζέλος, ο κάθε πουλημένος στην διεθνή τοκογλυφία (q.v.) δωσίλογος.
  • Φούχτελ: τεύτων ούννος επίτροπος που μας φουχτώνει τον ποπό.
  • ψαλίδι: σε μισθούς, συντάξεις, παροχές, λίμπιντο.
  • ψεκασμένος: τι μας κάνουν μάνα μου τα αρεοπλάνα των μνjημονιακών σιωνιστώνε κ.ά. όχι και τόσο δημοκρατικών δυνάμεων; Βάστα σύντροφε Καμμένε!

Τέλος, για να μην μου τη πέσουν τα σλανγκαρχίδια παραθέτω και ορισμένα παραδείγματα του Βάστα Μέρκελ!

- Βάστα Μέρκελ!! Πλήρη απελευθέρωση του επαγγέλματος των φαρμακοποιών ζητά η Τρόικα

- Οι μαυραγορίτες, από την πλευρά τους, έχοντας επιλέξει να συνδέσουν την επαγγελματική τους πορεία με την εκμετάλλευση των συμπολιτών τους, δεν μπορεί παρά να ελπίζουν σε παράταση της κρίσης και της εξαθλίωσης. Όπως και οι προκάτοχοί τους, δεν μπορεί παρά να αναφωνούν: «βάστα Μέρκελ!»

- Επί Γερμανικής Κατοχής αυτοί που έλεγαν «Βάστα Ρόμελ» ήταν οι μαυραγορίτες και το σάπιο κατεστημένο που συνέχιζε την προδοτική στάση του με πρωτεργάτες τους «συνεργάτες» των κατακτητών. Σήμερα, αυτοί που πρέπει να λένε «Βάστα Μέρκελ» είναι ο απλός λαός. Ναι, μη δίνεις τη δόση, εάν δεν βεβαιωθείς ότι δεν θα τη διασπαθίσουν τα γνωστά λαμόγια, οι σύγχρονοι μαυραγορίτες και οι συνεργάτες τους.

- ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΑ ΜΑΥΡΑ Ο ΟΣΕ (ΒΑΣΤΑ ΜΕΡΚΕΛ): για πρώτη φορά ο ΟΣΕ εμφανίζει θετικό πρόσημο στα λειτουργικά του αποτελέσματα», τα οποία έφτασαν τα 25,1 εκατ. ευρώ, αντί ζημιών -121 εκατ. ευρώ το 2010 και -282 εκατ. ευρώ το 2009

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified