Το σκούπισμα, ως παράφραση της υποβρύχιας κολύμβησης, του scuba diving. Έτσι δίδεται στη συγκεκριμένη ενασχόληση μία πιο αθλητική και trendy χροιά.

- Εγώ, κυρία Σούλα, ασχολούμαι συστηματικά με το bird watching, το horse riding και το scuba diving.
- Και εγώ, αλλά μόνο με αυτό το τελευταίο που είπες, το σκούπα diving. Έχω σκουπίσει αυλές εγώω (χαρακτηριστική κυκλική κίνηση του χεριού).

Αντί να κάνεις χαρακτηριστική κίνηση, ίνοβέιτ. (από Galadriel, 31/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο της σέντρας, είναι περιπαικτικά ο τάκος, η γραμμή αναφοράς στο στρατόπεδο.

- Ακόμα να πας στα μαγειρεία να καθαρίσεις; Βγές αύριο στην tak line από μένα, που θες να λουφάρεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified