Αλλιώς ο χορταρέας, δηλαδή κατά τον προσφυή ορισμό του Γεωργίου Ζάκκου, "η περίπτωση ανδρός ο οποίος καταναλίσκει μεγάλες ποσότητες χόρτου, ήτοι χασίς, μπάφου, μαύρου, νταφού".

  1. den sas goustaroume re xortarakides ai kai gamithite mia zoi to hiphop piso to pate. (Πρεζόνια και μαστούρηδες).
  2. Γνωστός χορταράκιας ο λευκοκέφαλος αετός-σύμβολο των ΗΠΑ. (Από το Luben).
  3. Είμαι ευσεβής χορταράκιας, ήμουν, είμαι και θα είμαι και δεν υπάρχει τίποτα το λάθος μ'αυτό, εκτός απο το κόστος του χόρτου». (Εδώ).

Στο Ιντερνέτι το βρίσκω και σε μία περίπτωση που φαίνεται να συνδέεται με το έτερο γρασίδι, ήτοι το γκαζόν του ποδοσφαιρικού γηπέδου, οπότε φαίνεται να σημαίνει τον πωρωμένο - καμένο με το ποδόσφαιρο ή τον ποδοσφαιριστή. Είναι εξάλλου και παρωνύμιο παράγοντα ποδοσφαιρικής ομάδας όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τον γούγλη.

ΤΟΝ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΧΛΟΟΤΑΠΗΤΑ ΤΗΣ, ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΖΩΗ ΔΥΣΚΟΛΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΧΟΡΤΑΡΑΚΗΔΕΣ (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που κάνει καθ' έξη μπάφο, που παίζει μπάφκετ. Περισσότερα στον σύνδεσμο του δευτέρου παραδείγματος.

  1. Μετά απο διάφορες προοδευτικότατες φιλελεύθερες απόψεις που διαβάζω δεξιά-αριστερά για "μπαφάκηδες" και "κοκαϊνομανείς" και "ψυχοπαθείς" Αριστερούς, για Κομμουνιστικό κίνδυνο κλπ αρχίζω να πιστεύω πως κάποιοι έχουν κρατήσει στα σπίτια τους απο το '70, αντίτυπα της "Πολιτικής Αγωγής" του Θεοφύλακτου Παπακωνσταντίνου.
  2. Πώς να είσαι κυριλέ μπαφάκιας. (Must read άρθρο εδώ).
  3. Ηρωας είναι ο Ντοκ Σπορτέλο, ένας μπαφάκιας ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο οποίος συναντά τυχαία μια παλιά του κοπέλα κι εμπλέκεται άθελά του στο δικό της σχέδιο απαγωγής ενός ζάπλουτου μεγαλοεργολάβου, τον οποίο εκείνη τυχαίνει να αγαπάει. (Inherent Vice).

Ο μπαφάκιας ήρωας του Inherent Vice

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified