Σε ομαδικά αθλήματα (ιδίως μπάσκετ, αλλά και ποδόσφαιρο κλπ), φονιάς αποκαλείται, με μεγάλη δόση σεβασμού, ο χαρισματικός σκόρερ, που έχει τον τρόπο του να στέλνει τη μπάλα στο πλεχτό.
Ο φονιάς καθαρίζει συνήθως στις δύσκολες φάσεις, όταν ο αγώνας είναι αμφίρροπος, τότε που όλα παίζονται, τότε που απ' το άγχος η μπάλα μοιάζει να ζυγίζει 200 κιλά κι οι περισσότεροι την αποφεύγουν σαν καυτή πατάτα.
Ο φονιάς διαθέτει παροιμιώδη ψυχραιμία (αγγλιστί cold-blooded) και ατσαλένια νεύρα. Δεν φοβάται να αναλάβει την ευθύνη του τελειώματος μιας δύσκολης φάσης. Είναι επίσης λιγότερο ευάλωτος στην ψυχολογική πίεση που ασκεί η αντίπαλη εξέδρα, σε εκτός έδρας ματς. Γράφει στα παπάρια του τις γιούχες των φανατικών και απλά κάνει τη δουλειά του. Ο φονιάς είναι ψυχάρα, είναι μάγκας και καραμπουζουκλής.
Τα καίρια χτυπήματα του φονιά, σκοτώνουν κυριολεκτικά την αντίπαλη ομάδα, που ψάχνει να δει τι της συνέβηκε και τι αστροπελέκι ήταν αυτό που τη χτύπησε. Αποκαλείται και κίλερ, αγγλισμός που έχει πλήρως καθιερωθεί, αυτούσιος, στο εγχώριο slang λεξιλόγιο. Σπανιότερα και δολοφόνος (τότε συνήθως συνοδεύεται από τον προσδιορισμό «με το αγγελικό πρόσωπο», κλασική δημοσιογραφίστικη κοινοτοπία).
Όπως οι περισσότεροι ικανοί παίχτες, ο φονιάς γίνεται συνήθως βεντέτα, δημιουργεί τον προσωπικό του μύθο, που τον θέλει λιγομίλητο, σκληρό και απρόσιτο... Ακριβώς όπως και ο χατζιδακικός-γκατσικός Γιάννης ο Φονιάς, στο ομώνυμο τραγούδι από το δίσκο Αθανασία, του 1976...
Είναι ένας φοβερός τύπος και πραγματικά ήταν τιμή μου που αγωνίστηκα στην ίδια ομάδα με αυτόν. Τα χρόνια που παίξαμε μαζί ήταν ο καλύτερος σουτέρ σε όλη την Ευρώπη, ένας πραγματικός “φονιάς”. Μόλις η μπάλα πήγαινε στα χέρια του ήξερα ότι θα κατέληγε στο καλάθι.
Τάδε έφη Ντίνο Ράτζα για Φραγκίσκο Αλβέρτη. Από εδώ.Campionato: «Φονιάς» ο Αντριάνο. Μεγάλος πρωταγωνιστής ο Αντριάνο που με δικό του γκολ στο 90', έδωσε την νίκη με 3-2 στην Ίντερ, έναντι της αιώνια αντίπαλου της, Μίλαν. Από εδώ.